Η πρόσφατη πυραυλική επίθεση των Ουκρανών σε ρωσικό έδαφος, με τη στήριξη των ΗΠΑ, φέρνει στο προσκήνιο την επόμενη κίνηση της Ρωσίας. Η Μόσχα είχε προειδοποιήσει ότι τέτοιες ενέργειες θα θεωρηθούν ως άμεση εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών στον πόλεμο, γεγονός που εντείνει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Ωστόσο, ο Πούτιν, όπως έχουμε δει στο παρελθόν, δεν συνηθίζει να αντιδρά παρορμητικά ή ασύμμετρα. Αντίθετα, οι κινήσεις του χαρακτηρίζονται από μακροπρόθεσμο στρατηγικό υπολογισμό και αποφυγή ενεργειών που δεν εξυπηρετούν τους ευρύτερους στόχους του.
Αντίθετα, κατά την εκτίμησή μου, η Ρωσία είναι πιθανό να αξιοποιήσει το περιστατικό ως το απόλυτο πρόσχημα για μια συντονισμένη και μεγάλης κλίμακας επίθεση. Ο στρατηγικός στόχος φαίνεται να είναι η μετατροπή της Ουκρανίας σε περίκλειστο κράτος, στερώντας της την πρόσβαση στη θάλασσα και μειώνοντας δραστικά τη γεωπολιτική της σημασία.
Ήδη από τις 10 Μαρτίου του 2022, σε δημόσιες τοποθετήσεις, είχα επισημάνει τη στρατηγική σημασία πόλεων όπως η Οδησσός, η Χερσώνα και το Μικολάιβ. Παράλληλα, η εκτίμηση ότι η Ρωσία δεν θα σταματούσε τις εχθροπραξίες πριν εξασφαλίσει τον έλεγχο, ειδικά της Οδησσού, διατυπώθηκε στο άρθρο μου με τίτλο «Παίγνια της Ισχύος ΙΙ, ο Κόσμος σε μη Αντιστρέψιμη Τροχιά Παγκοσμίου Πολέμου», που δημοσιεύθηκε στις 18 Μαρτίου 2024. Αυτή η εκτίμηση, αν επαληθευτεί, θα ολοκλήρωνε το σχέδιο απομόνωσης της Ουκρανίας από τη Μαύρη Θάλασσα. Οι πρόσφατες εξελίξεις ίσως επιβεβαιώσουν τη σημασία αυτής της στρατηγικής ανάλυσης και μας οδηγήσουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Μια τέτοια κίνηση, αν πραγματοποιηθεί, θα μπορούσε να βασίζεται στη βαθιά δυσπιστία της Μόσχας απέναντι στους Δυτικούς. Η ρωσική ηγεσία φαίνεται να θεωρεί ότι οποιαδήποτε μελλοντική συμφωνία, η οποία θα επιδιώκει τη δημιουργία μιας ουδέτερης ζώνης, είναι πιθανό να μην τηρηθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ιστορική εμπειρία της Ρωσίας, με περιστατικά αθέτησης υποσχέσεων και παραβίασης συμφωνιών, ενισχύει την άποψη ότι η διασφάλιση του «μαλακού υπογαστρίου» της θα πρέπει να γίνει μέσω φυσικού ελέγχου εδαφών, αντί να βασίζεται σε καλές προθέσεις ή γραπτές δεσμεύσεις.
Επιπλέον, ο πρόεδρος Πούτιν, στο πλαίσιο της προετοιμασίας για μια μεγάλης κλίμακας επίθεση, φαίνεται να λαμβάνει μέτρα ώστε να περιορίσει τις απώλειες στο ρωσικό ανθρώπινο δυναμικό. Αυτό είναι κρίσιμο για την αποφυγή εσωτερικών αντιδράσεων, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί στρατηγική παραπλάνησης. Επί μήνες, η Ρωσία έδειχνε να χρειάζεται εξωτερική βοήθεια, παρουσιάζοντας μια εικόνα αδυναμίας στα μάτια των Δυτικών. Ωστόσο, αυτή η τακτική μπορεί να είχε σκοπό να αποπροσανατολίσει και να υποτιμηθεί η πραγματική ικανότητα της Μόσχας να αναλάβει πρωτοβουλία. Η τακτική αυτή ευθυγραμμίζεται με τη σοφία του Σούν Τζού, ο οποίος δίδασκε ότι «το να φαίνεσαι αδύναμος όταν είσαι ισχυρός» είναι κλειδί για την παραπλάνηση του αντιπάλου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι αναφορές για συμμετοχή Βορειοκορεατών στρατιωτών αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ενώ αρχικά παρουσιάστηκαν ως βοήθεια για να καλύψουν την υποτιθέμενη αδυναμία της Ρωσίας, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην επερχόμενη επίθεση μεγάλης κλίμακας, ενισχύοντας τη στρατιωτική αποτελεσματικότητα της Μόσχας στο σενάριο μιας τέτοιας επιχείρησης. Αυτή η κίνηση, εάν επιβεβαιωθεί, εντάσσεται σε έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό που αποσκοπεί τόσο στην εσωτερική σταθερότητα όσο και στην επιτυχή υλοποίηση μιας συντονισμένης επίθεσης.
Από την πλευρά των ΗΠΑ, όπως έχω αναλύσει και στο άρθρο μου της 24/07/24 με τίτλο «Απόπειρα Εναντίον του Τραμπ: Αναλύοντας τα Αίτια, την Πολυπλοκότητα, τους Παράγοντες Ακρίβειας και Γιατί Απέτυχε», όπου και επιβεβαιώθηκα, η διοίκηση Μπάιντεν και το βαθύ κράτος φαίνεται να επιδιώκουν την κλιμάκωση, πριν την ανάληψη της εξουσίας από τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο στόχος τους είναι να τον παγιδεύσουν στους στρατηγικούς σχεδιασμούς των Δημοκρατικών, δεσμεύοντας τον ουσιαστικά να ακολουθήσει πολιτικές που δύσκολα θα μπορεί να ανατρέψει ή να εγκαταλείψει. Αυτή η στρατηγική είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη, καθώς περιορίζει τη δυνατότητα μιας διαφορετικής προσέγγισης από τη νέα κυβέρνηση.
Ο Μπάιντεν, σε αυτή τη συγκυρία, λειτουργεί ως βολικό πρόσωπο για τους Δημοκρατικούς και το βαθύ κράτος. Κάθε πολιτική αποτυχία ή γεωπολιτική κρίση μπορεί να του αποδοθεί, μετατρέποντάς τον στον αποδιοπομπαίο τράγο της πολιτικής τους—μια τακτική που εξασφαλίζει ότι οι πραγματικοί αρχιτέκτονες των αποφάσεων παραμένουν ανεπηρέαστοι και ανεύθυνοι για τις συνέπειες των ενεργειών τους.
Κατά την τελική μου εκτίμηση, το Ουκρανικό ζήτημα φαίνεται να έχει ήδη συμφωνηθεί μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και του Βλαντίμιρ Πούτιν εδώ και αρκετούς μήνες, πριν ακόμα ο Τραμπ εξασφαλίσει την επιστροφή του στην εξουσία. Απλά, οι τελευταίες εξελίξεις φαίνεται να διευκολύνουν τη Ρωσία στην εδραίωση εδαφικών κερδών, χωρίς να προκαλούν αρνητικό αντίκτυπο στις υποσχέσεις του Τραμπ ότι θα τερματίσει τον πόλεμο. Αυτό το πλαίσιο καθιστά τις εξελίξεις βολικές και για τις δύο πλευρές, καθώς εξυπηρετούν τις στρατηγικές τους επιδιώξεις με αμοιβαία επωφελή τρόπο.
Κρίς Κωνσταντινίδης Οικονομολόγος, Διεθνολόγος