Τι δεν μάθαμε από την κατάρρευση του 2013
Ανδρέας Θεοφάνους
31.08.2018
Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και Πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
Το τέλος εποχής του Συνεργατισμού, ο οποίος υπήρξε μια κοινωνική κατάκτηση των Κυπρίων, θα πρέπει να μας προβληματίσει σοβαρά ούτως ώστε να χαράξουμε μια διορθωτική πορεία για το μέλλον, με γνώμονα το καλώς νοούμενο συμφέρον της χώρας.
Αναμφίβολα η κατάρρευση του 2013 δεν αποτέλεσε κεραυνό εν αιθρία. Είναι γεγονός ότι οι εταίροι δεν επέδειξαν αλληλεγγύη έναντι της Κύπρου. Αντίθετα, η χώρα χρησιμοποιήθηκε ως πειραματόζωο. Μπορεί επίσης να λεχθεί ότι η τιμωρία ήταν μεγαλύτερη των αμαρτημάτων των Κυπρίων. Τα δεδομένα αυτά δεν απαλλάσσουν όμως την Κύπρο από τις ευθύνες της: ο τρόπος που εν πολλοίς κράτος, πολιτεία και κοινωνία ενεργούσαν συστηματικά έφεραν τη χώρα μας σε πολύ δύσκολη θέση. Δυστυχώς μια τραγική πτυχή της κατάρρευσης είναι ότι υπήρξαν πολλές περιπτώσεις νοικοκυριών και ατόμων που κατέβαλαν βαρύ τίμημα χωρίς να έχουν καμμία ευθύνη. Μεταξύ άλλων, υπήρξαν έντιμοι αποταμιευτές διαφόρων ηλικιών, οι οποίοι ακολουθούσαν μια λιτή ζωή χωρίς σπατάλες και υπερβολές που βίωσαν το κούρεμα των καταθέσεων τους. Η άλλη όψη του νομίσματος ήταν/είναι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια καθώς και τα € 4,5 δισεκατομμύρια που χάθηκαν ως αποτέλεσμα του κουρέματος του ελληνικού χρέους τον Οκτώβρη του 2011. Ήταν επίσης οι εργαζόμενοι που έχασαν την εργασία τους καθώς και πολλές επιχειρήσεις οι οποίες κατέρρευσαν ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης.
Το κράτος δεν προστάτευσε ούτε αυτούς, ούτε και το σύνολο του κυπριακού λαού, ως αποτέλεσμα δικών του παραλήψεων ή/και λανθασμένων ενεργειών. Είναι προφανές ότι δεν υπήρχε επαρκής εποπτεία στον τραπεζικό τομέα. Παράλληλα, η τότε κυβέρνηση είχε παραλείψει να ακολουθήσει μια πολιτική περισυλλογής αγνοώντας τα σημάδια της επερχόμενης κρίσης. Δυστυχώς επίσης δεν κατανοήθηκαν οι σκληροί κανόνες της Ευρωζώνης ούτε και τα προβλήματα αρχιτεκτονικής της και οι συνέπειες της από τυχόν προσφυγή στους μηχανισμούς στήριξης. Επιπρόσθετα, υπήρξε συστηματική κακοδιαχείριση, διαπλοκή καθώς και διαφθορά. Είναι επίσης ατυχές ότι παρατηρήθηκε και το φαινόμενο της ανοχής σε διάφορα επίπεδα.
Δεν μπορούμε επίσης να αγνοήσουμε και τα άλλα σοβαρά προβλήματα και ελλείμματα τα οποία συνέβαλαν στην κατάρρευση. Μεταξύ άλλων, σημειώνονται: η ανεπαρκής ηγεσία, ο λαϊκισμός, η απουσία ορθολογισμού, η αποδοχή υπερβολικών απαιτήσεων ισχυρών συντεχνιών, η αναξιοκρατία, η αλαζονεία, η ανευθυνότητα, ο ακραίος καταναλωτισμός, η απρονοησία, η μη επαρκής κατανόηση του διεθνούς περιβάλλοντος, η επιπολαιότητα και ο στρουθοκαμηλισμός.
Είναι δυστυχώς θλιβερή διαπίστωση ότι αρκετά από τα αρνητικά χαρακτηριστικά που οδήγησαν στην κρίση του 2013 εξακολουθούν να υφίστανται. Σημειώνεται, μεταξύ άλλων, ότι η συντριβή του Συνεργατισμού δεν ήταν αναπόφευκτη. Σε αρκετές συναφείς αποφάσεις υπήρξε παντελής έλλειψη ορθολογισμού. Για παράδειγμα, ενώ υπήρχε υπεράριθμο προσωπικό στον Συνεργατισμό υπήρξαν πολλές νέες προσλήψεις με ευνοϊκούς όρους με αποκλειστικό στόχο την εξυπηρέτηση ημετέρων καθώς και κομματικών σκοπιμοτήτων. Το τέλος του Συνεργατισμού και οι αρνητικές συνέπειες μεταξύ των οποίων και το βαρύ κόστος δισεκατομμυρίων ευρώ για τους φορολογούμενους φαίνεται να επισκιάζονται τουλάχιστον προς το παρόν από τη σύγκρουση κυβέρνησης και εκπαιδευτικών συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Σε σχέση με το ζήτημα της εκπαίδευσης υπογραμμίζω ότι η διασφάλιση και η αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου και ο εξορθολογισμός του δεν είναι αντιφατικοί στόχοι. Τα ζητήματα αυτά απαιτούν μελέτη, διάλογο και αποφυγή μονομερών προσεγγίσεων. Μέρος της κοινής γνώμης θεωρεί ότι η αντίδραση των εκπαιδευτικών είναι υπερβολική ιδίως λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους ευνοϊκούς όρους απασχόλησής τους. Από την άλλη σημειώνεται ότι η ίδια η κυβέρνηση (πέραν από την τεράστια αποτυχία του Συνεργατισμού) δεν έχει επιδείξει ανάλογο ζήλο για εξορθολογισμό και σε άλλους οργανισμούς, όπως κρατικά πανεπιστήμια, όπου αφ’ ενός το κόστος ανά φοιτητή είναι υπερβολικά υψηλό, όπως προκύπτει από διάφορες μελέτες, και αφ’ ετέρου, δυστυχώς, έχουν παρατηρηθεί και άλλα θλιβερά φαινόμενα.
Εν ολίγοις, ενώ ο εξορθολογισμός είναι απαραίτητος όχι μόνο σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης αλλά και σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου βίου, δεν μπορεί να προωθείται κατά το δοκούν. Μεταξύ άλλων, θα πρέπει να επαναξιολογηθεί το υφιστάμενο συνταξιοδοτικό σύστημα, το χάσμα μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και πως αντιμετωπίζονται οι δημογραφικές προκλήσεις. Δυστυχώς η χώρα μας ακόμα δεν έχει ένα νέο ολοκληρωμένο οικονομικό υπόδειγμα. Ούτε και ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο το οποίο να έχει ως βασικούς πυλώνες τον αλληλοσεβασμό, την αλληλεγγύη καθώς και την εξυπηρέτηση ευρύτερων στόχων.
Η Κύπρος εξακολουθεί να ταλανίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από εκείνα τα χαρακτηριστικά που οδήγησαν στην κατάρρευση του 2013. Απαιτούνται νέες προσεγγίσεις καθώς και ένας συνασπισμός δυνάμεων που θα οδηγήσει σε ένα αποτελεσματικό και αξιόπιστο κράτος καθώς και σε μια δικαιότερη κοινωνία με ευκαιρίες, ισοτιμία και ισονομία.
* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.