Έκτακτες ειδήσεις
10.10.2016
Φρόσω Βιολάρη
Ήταν θυμάμαι μεσημέρι και η ζέστη του καλοκαιριού, έκανε την ατμόσφαιρα αποπνικτική. Περπάτησα με τον πατέρα μου κάποια λεπτά για να φθάσουμε να περιμένουμε σε μια ατέλειωτη ουρά. Θυμάμαι κόσμο να συμπληρώνει στο πόδι αιτήσεις… Τα κτήρια των Εγγλέζων στη Λευκωσία, χαρακτηριστικά και σου κεντρίζουν πάντα το μάτι.
Θυμάμαι που είδα τον Ανδρέα στο ΓΣΠ. Στην ανατολική κερκίδα, αν θυμάμαι καλά. Με τα ρούχα της ομάδας μας και με ένα τεράστιο χαμόγελο. Για χατίρι του, τα παλιά κτήρια του Καραισκάκειου, είχαν κάνει «επέκταση». Ουρές κόσμου έφθαναν εκεί, προκειμένου να δώσουν δείγμα και να σώσουν τον μικρό Ανδρέα.
Ανδρέα, δεν σε γνώρισα ποτέ, μα κάθε που λέω μεγαλόφωνα την εικόνα αυτή, βουρκώνουν τα μάτια μου. Τώρα που σου γράφω, ανατριχιάζω. Δεν ξέρεις πόσο χάρηκα που σε είδα να μιλάς για την περιπέτειά σου και ήσουν πια ολόκληρος άνδρας, ντυμένος στο χακί.
Φίλε, μαζί σου, είχε η Κύπρος δύναμη κι ο Κύπριος μεγαλοσύνη. Σε εκείνα τα μάτια σου τα εκφραστικά, είδαν μάνες τα δικά τους αγγελούδια. Τα μάτια εκείνα, ήταν ένα στοίχημα που το’ χουμε για πλάκα. «Ενωμένοι, μπορούμε».
Ο Ανδρέας έχει πολλά «αδέλφια» στην Κύπρο. Μικρότερα, μεγαλύτερα. Είναι όλα αυτά που τώρα που σου γράφω, δεν θα είναι στο μάθημα της Γυμναστικής, όταν ο δάσκαλος θα στοιχίζει τους συμμαθητές τους για τις πρόβες της παρέλασης, της 28ης Οκτωβρίου. Είναι εκείνα, που το Σάββατο δεν θα σβήσουν με τους φίλους τους την τούρτα. Είναι αυτά, που το απόγευμα, δεν θα πάνε προπόνηση, ούτε Αγγλικά, ούτε μπαλέτο, ούτε κιθάρα.
Αυτά, τα υπόλοιπα «αδέλφια» έχουν άλλα δρομολόγια κάθε μέρα. Και τα δρομολόγια τους, καταλήγουν σε κάτι φωτεινούς θαλάμους, με ζωγραφισμένους τοίχους από τα δικά τους χεράκια. Καταλήγουν σε πάρκα καταπράσινα, κοντά στο σούρουπο της μέρας, να περπατάνε με ένα μόνιμο χαμόγελο στο πρόσωπό τους. Τα μάτια τους, είναι τόσο καθαρά και μεγάλα. Που σου μιλούν. Και εκεί που πάνε να σε ρωτήσουν, ΓΙΑΤΙ;, σου σκάνε ένα χαμόγελο και σε τραβούν από το χέρι να τρέξεις μαζί τους και να μην σταματήσεις. Ποτέ. Μέχρι τελικής πτώσης, μ’ ακούς; Θυμώνουν όταν δεν έχεις όρεξη να παίξεις μαζί τους και σου τραβάνε το τηλέφωνο απ το χέρι όταν εσύ κρύβεσαι για να μιλήσεις. Σε στραβοκοιτάνε όταν βλέπουν τα μάτια σου υγρά και σου μιλούν πάντα για ταξίδια, για θάλασσες, για ήρωες παραμυθιών…
Σε όλα εκείνα τα «αδέλφια» του (κάθε) Ανδρέα, εγώ, αφιερώνω κάθε μήνα. Γι αυτά τα αδέλφια θα φοράω ένα βραχιόλι στο αριστερό μου χέρι και θα τους έχω στην «λίστα» της Νέας Μάκρης… Θα προτιμώ πάντα, να γράφω γι αυτά τα αδέλφια. Θα θέλω πάντα, να έχω λίγη απ την δύναμή τους και μια απόχρωση των ονείρων τους.
Ρε μπαγάσα Ανδρέα, δεν σε ξέρω, μα σε’ χω στην καρδιά μου. Και σου εύχομαι πάντα να χαμογελάς.
Συγχώρα με για τα «αδέλφια» που σου φόρτωσα, μα θα θελα να ξέρουν, ότι το «σόι» τους είναι μεγάλο, πολύ μεγάλο…