03.12.2017
Χρύσανθος Τσουρούλλης
Οι εκπρόσωποι των υποψηφίων προέδρων, όταν η προσωπικότητα που στηρίζουν έχει υψηλή συσπείρωση ανάμεσα στους ψηφοφόρους τους, σημειώνουν ότι αυτός πάει καλά και είναι αποδεκτός. Όταν όμως αρχίζουν να λένε ότι με δεδομένο το ποσοστό της πρόθεσης ψήφου που δείχνει η δημοσκόπηση κοιτάζουν «μπροστά» αφού έχουν περιθώρια για να αυξήσουν τη συσπείρωση.
Σε δημοσκοπήσεις που είδαμε μέχρι τώρα φαίνεται ότι τη μεγαλύτερη συσπείρωση έχει ο Νίκος Αναστασιάδης σε ψηφοφόρους του ΔΗΣΥ. Ακολουθεί ο Σταύρος Μαλάς σε ψηφοφόρους του ΑΚΕΛ και τέλος ο Νικόλας Παπαδόπουλος, σε ψηφοφόρους του ΔΗΚΟ. Η συσπείρωση ψηφοφόρων της ΕΔΕΚ και των άλλων κομμάτων που τον υποστηρίζουν είναι χαμηλότερη για τον Ν. Παπαδόπουλο
Σε όλες τις δημοσκοπήσεις βλέπουμε αναλύσεις για τις «συσπειρώσεις» των κομμάτων. Δίνουν στοιχεία για το πόσοι από τους ψηφοφόρους ενός κόμματος της προηγούμενης φοράς, επιλέγουν ξανά το ίδιο κόμμα. Αυτό είναι η «συσπείρωση» του κόμματος. Αλλά επειδή στις προεδρικές εκλογές οι υποψηφιότητες δεν είναι ίδιες με την περασμένη φορά, οι δημοσκόποι ερευνούν πόσοι απ' όσους ψήφισαν τα κόμματα που υποστηρίζουν σήμερα τον ένα ή τον άλλο υποψήφιο δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν τον υποψήφιο που στηρίζει το κόμμα που ψήφισαν. Εάν το δούμε αντίστροφα, τα ποσοστά αυτά μετρούν τη «χασούρα». Όσο μεγαλύτερη είναι, τόσο λιγότερη από τη δύναμη των κομμάτων που τους υποστηρίζουν έχουν οι υποψήφιοι.
Υψηλές και χαμηλές συσπειρώσεις
Αναλύσεις που κάνουν οι εκπρόσωποι των υποψηφίων στα πάνελ των δημοσκοπήσεων μπορούν να είναι διφορούμενες. Όταν ο δικός τους υποψήφιος έχει υψηλή συσπείρωση των ψηφοφόρων του κόμματος που τον υποστηρίζει στις προηγούμενες εκλογές, τότε σημειώνουν ότι ο υποψήφιος πάει καλά και είναι αποδεκτός. Όταν ο υποψήφιός τους δεν έχει και τόσο υψηλή συσπείρωση, αντί να παραδεχτούν ότι δεν φαίνεται να είναι τόσο αποδεκτός, αρχίζουν και λένε ότι με δεδομένο το ποσοστό της πρόθεσης ψήφου που δείχνει η δημοσκόπηση κοιτάζουν «μπροστά», αφού έχουν περιθώρια για να αυξήσουν τη συσπείρωση. Η λογική είναι πως θεωρούν «δικούς τους» όσους την προηγούμενη φορά είχαν ψηφίσει το αντίστοιχο κόμμα και εάν τώρα δεν ακολουθούν τον υποψήφιο που στηρίζει το κόμμα, περιμένουν ότι τελικά θα το κάνουν. Έτσι έχουν τον πρώτο λόγο για να τους πείσουν.
Σε δημοσκοπήσεις που είδαμε μέχρι τώρα φαίνεται ότι τη μεγαλύτερη συσπείρωση έχει ο Νίκος Αναστασιάδης σε ψηφοφόρους του ΔΗΣΥ. Ακολουθεί ο Σταύρος Μαλάς σε ψηφοφόρους του ΑΚΕΛ και τέλος ο Νικόλας Παπαδόπουλος, σε ψηφοφόρους του ΔΗΚΟ. Η συσπείρωση ψηφοφόρων της ΕΔΕΚ και των άλλων κομμάτων που τον υποστηρίζουν είναι χαμηλότερη για τον Ν. Παπαδόπουλο. Για παράδειγμα, στη δημοσκόπηση της PRIME, που παρουσίασε το ΣΙΓΜΑ, η συσπείρωση Ν. Αναστασιάδη έφτανε τον Νοέμβριο 78%, του Σ. Μαλά 74% και του Ν. Παπαδόπουλου 70% στο ΔΗΚΟ και 58% στην ΕΔΕΚ. Το ερώτημα είναι τι θα κάνουν τελικά εκείνοι οι 22% που είχαν πέρσι ψηφίσει ΔΗΣΥ, αλλά τώρα δεν δήλωναν ότι ψηφίζουν τον Πρόεδρο, όπως και τι θα γίνει με ένα 26% των ψηφοφόρων του ΑΚΕΛ που δεν πάνε στον Σταύρο Μαλά. Ενώ από το επιτελείο Παπαδόπουλου λένε ότι έχουν έδαφος αφού 30% των περσινών ψηφοφόρων του ΔΗΚΟ και 42% της ΕΔΕΚ δεν δήλωναν ότι ψηφίζουν τον υποψήφιό τους.
Κάποιοι όμως από αυτούς τους ψηφοφόρους παρουσιάζονται ήδη στις δημοσκοπήσεις να πηγαίνουν σε άλλους υποψηφίους από εκείνον που επιλέγει και στηρίζει το κόμμα που ψήφισαν. Αυτοί μπορεί να πούμε ότι είναι ήδη «χαμένοι». Υπάρχουν τόσο περσινοί ψηφοφόροι του ΔΗΣΥ που δεν πάνε στον Ν.
Αναστασιάδη αλλά στον Ν. Παπαδόπουλο και τον Στ. Μαλά όσο και ψηφοφόροι του ΑΚΕΛ που πάνε στον Ν. Αναστασιάδη ή τον Ν. Παπαδόπουλο. Όπως βέβαια και αρκετοί ψηφοφόροι του ΔΗΚΟ και της ΕΔΕΚ περνούν στον Ν. Αναστασιάδη και άλλοι στον Σ. Μαλά. Αυτές είναι οι «διαρροές». Τα επιτελεία προσπαθούν να μελετήσουν τα δεδομένα, που συχνά αλλάζουν από δημοσκόπηση σε δημοσκόπηση και να κάνουν τη «σούμα». Ταυτόχρονα βέβαια στοχεύουν να περιορίσουν τις μεγάλες επιρροές. Κάποτε τα σημεία που ακούμε να τονίζουν στις καθημερινές πολιτικές αντιπαραθέσεις έχουν κυρίως αυτόν τον σκοπό.
Η συσπείρωση του Γιώργου Λιλλήκα μπορεί να μετρηθεί μόνο στο δικό του κόμμα, τη Συμμαχία Πολιτών, και εδώ αρχίζουν τα ερωτήματα. Έμπειρος πολιτικός με ειδικές γνώσεις στα εκλογικά σημείωνε ότι σε τέτοιες δημοσκοπήσεις, με δείγμα περίπου χίλια άτομα, άμα βγει η «καθαρή» πρόθεση ψήφου, τότε ο αριθμός εκείνων που στις περσινές Βουλευτικές ψήφισαν κόμματα μικρότερα από το ΔΗΚΟ είναι συχνά κάτω από 50 και έτσι οι αναλύσεις δεν είναι και τόσο αξιόπιστες. Δηλαδή δεν είναι πολύ πειστικό να μιλάμε για συσπείρωση στην ΕΔΕΚ, τη Συμμαχία, την Αλληλεγγύη ή τους Οικολόγους. Η περίπτωση του ΕΛΑΜ ίσως είναι κάτι διαφορετικό γιατί εκεί η «πιστότητα» είναι σχεδόν απόλυτη.
Τι θα κάνουν αυτοί που δεν ψήφισαν πέρσι;
Πρόσθετο ζήτημα είναι κάτι που δείχνει μια εσωτερική ανάλυση ενός μεγάλου επιτελείου που έχουμε στα χέρια μας. Η ανάλυση δείχνει κάτι απλό. Πέρσι στις Βουλευτικές η αποχή είχε φτάσει 33%. Τώρα, στις Προεδρικές του Ιανουαρίου οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα είναι αρκετά χαμηλότερη. Ίσως και δέκα μονάδες. Όλος αυτός ο κόσμος που δεν πήγε πέρσι, αλλά θα πάει φέτος να ψηφίσει, δεν μπορεί να μπει σε συσπειρώσεις. Υπάρχουν κάποιες δημοσκοπήσεις που προσπαθούν να τους αναλύσουν.
Τι γίνεται λοιπόν με αυτήν τη μάζα ψηφοφόρων που πέρσι «σνόμπαραν» την κάλπη αλλά τώρα θα παρουσιαστούν και θα ψηφίσουν; Είναι ένα κομμάτι του εκλογικού σώματος, που μπορούν να το διεκδικούν όλοι. Το ΑΚΕΛ λέει ότι είναι μάλλον δικοί του ψηφοφόροι, αφού το κόμμα πέρσι έπαθε «καθίζηση» με ποσοστό μόλις 26%. Αλλά το ίδιο μπορεί να πει και ο ΔΗΣΥ, που στις Βουλευτικές έχασε τέσσερεις μονάδες από το συνηθισμένο ποσοστό του.
Το ερώτημα είναι, βέβαια, εάν περίπου ένας στους τέσσερεις που πέρσι ψήφισε ΑΚΕΛ δεν διαλέγει τώρα Σ. Μαλά, γιατί να το κάνουν εκείνοι που πέρσι δεν πείσθηκαν τελικά να ψηφίσουν όπως άλλες φορές το ΑΚΕΛ; Ταυτόχρονα, όμως, από το επιτελείο Λιλλήκα θεωρούν ότι είναι ο υποψήφιός τους που έχει τον πρώτο λόγο σε αυτό το κοινό αφού είναι ο κατ’εξοχήν «μη κομματικός» και αυτοί οι ψηφοφόροι πέρσι αρνήθηκαν τα μεγάλα κόμματα. Είναι ένα στοιχείο που το βάζουν μαζί με την «κρυφή ψήφο» και συνεχίζουν να επιμένουν ότι ο υποψήφιός τους θα είναι στον δεύτερο γύρο.
Συζήτηση για τις «διαρροές»
Η συζήτηση συνεχίζεται και το ίδιο και οι προσπάθειες των επιτελείων. Το στοίχημα του ΑΚΕΛ είναι να αυξήσει όσο γίνεται τη συσπείρωση, αλλά ταυτόχρονα να αναχαιτίσει και «διαρροές» που έχει κυρίως προς τον Ν. Αναστασιάδη. Μια από τις εξηγήσεις που έχουν τέτοιες διαρροές είναι η περίφημη «παράσταση νίκης». Επειδή δηλαδή αρκετοί θεωρούν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας «φαβορί» για επανεκλογή, πηγαίνουν στον Αναστασιάδη πιστεύοντας ότι ο Σ. Μαλάς δεν έχει πιθανότητες και έτσι θεωρούν ότι «κόβουν» τις πολιτικές που εκπροσωπεί ο Ν. Παπαδόπουλος στο Κυπριακό. Αν όμως αυτό είναι λογικό για ψηφοφόρους της Αριστεράς, εξίσου υπάρχει και μια ακόμα λογική που θέλει να περιορίσει το επιτελείο Μαλά. Πολλοί ψηφοφόροι βλέπουν ότι εκείνος που φαίνεται πιθανότερο να περάσει στον δεύτερο γύρο και να «χτυπήσει» τον Ν. Αναστασιάδη δεν είναι ο Σ. Μαλάς, αλλά ο Ν. Παπαδόπουλος. Έτσι προκύπτουν και «διαρροές» με κριτήριο όχι το Κυπριακό, αλλά «να φύγει η Δεξιά».
Διαφορετική λογική έχουν «διαρροές» από το ΔΗΚΟ προς Αναστασιάδη, αφού εκεί κυριαρχούν τα ενδοκομματικά του κόμματος, αλλά και η μεγάλη συζήτηση γύρω από τη βάση διαπραγματεύσεων. Από το επιτελείο Παπαδόπουλου όμως πιστεύουν ότι σε κάποια κεντρικά θέματα, όπως το ζήτημα των «κουρεμένων», μπορούν να έχουν διαρροές από τον ΔΗΣΥ προς τον Νικόλα. Η περίπτωση του συγκεκριμένου χώρου της «Αλληλεγγύης» με τη φυγή στελεχών, αλλά και ποσοστών, προς τον Ν. Αναστασιάδη έχει εντελώς άλλη εξήγηση. Όπως ιδιαίτερη περίπτωση είναι και το εκλογικό ποσοστό των Οικολόγων. Η ιδιομορφία σε αυτήν την περίπτωση είναι ότι πράγματι πρόκειται μάλλον για «κίνημα» και όχι τόσο κόμμα που να έχει κάποια συνοχή. Έτσι οι ψηφοφόροι που στις βουλευτικές τίμησαν τα ψηφοδέλτια των Οικολόγων παρουσιάζονται στις δημοσκοπήσεις «διάσπαρτοι».
Πού στοχεύουν τα επιτελεία
Το κάθε επιτελείο έχει βέβαια τους στόχους του. Στο επιτελείο του Προέδρου, θεωρώντας σίγουρη την πρωτιά και τη συμμετοχή στον δεύτερο γύρο, θέλουν μια όσο γίνεται πιο μεγάλη διαφορά από τον δεύτερο για να επιβεβαιώσουν την υπεροχή του υποψηφίου τους και να μπουν με πλεονέκτημα στον δεύτερο γύρο, που ξέρουν ότι θα είναι πολύ πιο «σφικτός» από την άνετη νίκη του 2013. Στο επιτελείο του Ν. Παπαδόπουλου, έχοντας και επαναλαμβάνοντας ως επιχείρημα ότι ο υποψήφιός τους είναι «ο μόνος» που χτυπά με αξιώσεις τον Πρόεδρο σε έναν δεύτερο γύρο, προσπαθούν να διατηρήσουν το προβάδισμα που φαίνεται να τους δίνουν ως τώρα οι δημοσκοπήσεις. Αντίστροφα, στο επιτελείο Μαλά προσπαθούν να εντείνουν τις προσπάθειες αφού κάποιες πρόσφατες δημοσκοπήσεις έδειξαν είτε να μειώνεται η «ψαλίδα» είτε και να φτάνει ο Σ. Μαλάς τον Ν. Παπαδόπουλο. Δικός τους στόχος είναι να αντιστρέψουν την «παράσταση δεύτερου γύρου» που επικράτησε μέχρι τώρα.
Τέλος, το επιτελείο του Γ. Λιλλήκα δουλεύει προς όλες τις κατευθύνσεις και θεωρεί ότι όσο εμπλέκεται σε αυτήν την τελευταία περίοδο η «ευρύτερη κοινωνία», τόσο θα ανέβουν τα ποσοστά του υποψηφίου τους. Πεποίθησή τους είναι πάντως ότι το πραγματικό ποσοστό του Γ. Λιλλήκα είναι σαφώς μεγαλύτερο απ' ό,τι «πιάνουν» οι δημοσκοπήσεις και αυτό, μεταξύ άλλων, το βασίζουν και στις δημοσκοπήσεις των προηγούμενων Προεδρικών, που και πάλι τον υποτιμούσαν ενώ τελικά βρέθηκε «μιαν ανάσα» από τον Σ. Μαλά και τον δεύτερο γύρο. Εξίσου έχουν ως επιχείρημα ότι σε έναν δεύτερο γύρο ο Γ. Λιλλήκας θα μπορούσε να κερδίσει τον Πρόεδρο αφού πολύ περισσότερο από τον Ν. Παπαδόπουλο θα συσπείρωνε και τους ψηφοφόρους από την πλευρά του ΑΚΕΛ και εκείνους του «ενδιάμεσου».
Μάχες στις επαρχίες και την «πίτα» των νέων ψηφοφόρων
Σε αυτούς τους υπολογισμούς προστίθενται και οι αναλύσεις των επιτελείων ανά επαρχία. Όσο και αν μπορεί κανένας να πει ότι αναλύσεις ψήφου κατά επαρχία δεν είναι τόσο ασφαλείς στις δημοσκοπήσεις, σίγουρα βγαίνουν κάποιες τάσεις. Στο επιτελείο Μαλά επιδιώκουν να αξιοποιήσουν την παραδοσιακά μεγάλη εκλογική δύναμη του ΑΚΕΛ σε Αμμόχωστο και Λάρνακα. Στο επιτελείο Παπαδόπουλου προσπαθούν να «χτυπήσουν» ειδικά στις επαρχίες Λευκωσίας και Πάφου.
Όσο και αν η τελευταία είναι μικρή σε μέγεθος, φαίνεται να είναι μια από τις πιο «ανοιχτές μάχες» των εκλογών. Για άλλους κλειδί θα είναι και η Λεμεσός, με τις ιδιομορφίες που φέρνουν οι εκλογικές και πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων.
Πρόσθετο ερώτημα, όμως, θα είναι και η γενική συσπείρωση στις 28 Ιανουαρίου. Δηλαδή πόσοι ψηφοφόροι θα φτάσουν στην κάλπη και μέχρι ποιο βαθμό θα περιοριστεί η αποχή. Μια απλή αλλά σίγουρα σωστή σκέψη είναι ότι όσο μεγαλύτερη είναι η αποχή, τόσο περισσότερο ευνοούνται τα «σφιχτά» πολιτικά κόμματα.
Στο επιτελείο του Γ. Λιλλήκα πιστεύουν ότι ένα από τα κλειδιά της προσπάθειάς τους είναι να πείσουν αδιάφορους ή πολύ απογοητευμένους και θυμωμένους ψηφοφόρους να πάνε στην κάλπη. Γιατί εκτός από εκείνους που δεν ψήφισαν στις Βουλευτικές, ένα κλειδί στις Προεδρικές είναι πάντα και οι νέοι ψηφοφόροι, που θα ψηφίσουν για πρώτη φορά. Βέβαια, στις μικρότερες ηλικίες αυτό ακριβώς θεωρούν στο ΕΛΑΜ ότι είναι το κοινό του δικού τους υποψηφίου.