Εουσέμπιο ίσον Μπενφίκα. Ο μέγας αυτός πορτογάλος (με καταγωγή από την τότε αποικία της Μοζαμβίκης), έκανε τεράστια καριέρα με τον σύλλογο της Λισσαβόνας. Παρόλα αυτά, αν η ιστορία δεν είχε την ανατροπή της, θα έπρεπε να φορέσει τη φανέλα του άλλου μεγάλου συλλόγου της πόλης, της Σπόρτινγκ. Οι δύο μεγάλοι σύλλογοι στη Μοζαμβίκη, η Sporting Lourenço Marques  και η Grupo Desportivo de Lourenço de Marques ήταν ουσιαστικά παραρτήματα της Σπόρτινγκ και της Μπενφίκα αντίστοιχα. Στα 15 του ο Εουσέμπιο που έμαθε ποδόσφαιρο παίζοντας με μπάλες φτιαγμένες από κάλτσες, δεν έγινε δεχτός για δοκιμαστικό από την Grupo Desportivo de Lourenço de Marques . Αντίθετα η Sporting Lourenço Marques  του έδωσε την ευκαιρία και ανακάλυψε ένα σούπερ ταλέντο. Τρία χρόνια μετά ο Εουσέμπιο είχε ήδη τρελάνει τους πάντες με την ικανότητα του. Ένας βραζιλιάνος σκάουτερ , εισηγήθηκε στη Μπενφίκα την απόκτηση του.  Η Σπόρτινγκ του είχε ήδη προτείνει να μετακομίσει στη Πορτογαλία, να αγωνιστεί αρχικά στην εφηβική της ομάδα. Ιθύνοντες της Μπενφίκα πήγαν στη Μοζαμβίκη, συναντήθηκαν με τη μητέρα του νεαρού (ο πατέρας του είχε πεθάνει από τέτανο) και την έπεισαν έναντι ποσού 2500 χιλιάδων δολαρίων,  να υπογράψει συμβόλαιο με άμεση ενσωμάτωση στη 1η ομάδα. Μαθαίνοντας τα νέα η Σπόρτινγκ, είχε οργίλη αντίδραση, ενώ προσέφυγε στην Ομοσπονδία. Ο Εουσέμπιο πήγε στη Λισσαβόνα. Ακούγοντας πληροφορίες περί απαγωγής του παίκτη από τους ανθρώπους της Σπόρτινγκ, οι της Μπενφίκα έστειλαν τον παίκτη σε μυστικό μέρος στην επαρχία. Του έδωσαν μάλιστα και ψεύτικο όνομα, Ρουτ Μαλόσο. Για 12 μέρες, ο Εουσέμπιο κρυβόταν, ενώ ήδη έλαβε ενημέρωση ότι ίσως υπήρχαν επιπλοκές στην υπόθεση. Ο 18χρονος αποφάσισε μάλιστα να επιστρέψει στην Αγκόλα, την ίδια στιγμή που η Τορίνο επέδειξε ενδιαφέρον να τον αποκτήσει. Τελικά η μητέρα του τον έπεισε να μείνει. Μετά από 5 μήνες διαμάχης, η Ομοσπονδία αποφάσισε ότι ο παίκτης μπορούσε να εγγραφεί στη Μπενφίκα. Και έτσι ξεκίνησε η ποδοσφαιρική ιστορία ενός παίκτη που μέχρι και σήμερα η απήχηση του ξεπερνά κατά πολύ αυτή του Κριστιάνο Ρονάλντο.