Bιβλιχνηλασίες Χρήστου Πετρώνδα από αρχαιοτάτων χρόνων ώς σήμερα
Το όραμα, βεβαίως, της δημιουργίας ενός Πανεπιστήμιου του Μεγάλου Αλεξάνδρου στα ελληνικά εκπαιδευτήρια της Αλεξάνδρειας για αναζωογόνηση του παροικιακού πυρήνα, δεν το είδε να υλοποιείται ο συγγραφέας ούτε και εμείς μέχρι τώρα…
Το βιβλίο αποτελεί έκδοση του Συνδέσμου Αιγυπτιωτών Κύπρου το 1994 επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης 150 χρόνων από την ίδρυση της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας και περιλαμβάνει τρεις διαλέξεις του αείμνηστου Χρήστου Πετρώνδα με την ως άνω θεματική.
Συγκεκριμένα, στην πρώτη ομιλία, που αρχίζει με την παρουσία των Ελλήνων στην Αίγυπτο πριν από τον 8ο π.Χ. αιώνα και εξικνείται μέχρι την Αραβική κατάκτηση, το 640 μ.Χ., σημειολογικά συνοψίζουμε τα εξής: τις βαθιές Αιγυπτιακές ρίζες των Ελλήνων ή των Χανεμπού των ιερογλυφικών, τους Κρήτες και τους Ομηρικούς Αχαιούς των εμπορικών συναλλαγών με την κοιλάδα του Νείλου και την ίδρυση του εμπορικού σταθμού της Ναύκρατης από τους Μιλησίους.
Με την κατάκτηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που οι Αιγύπτιοι τον δέχθηκαν ως ελευθερωτή, καθώς και των διαδόχων του οι Έλληνες γίνονται η άρχουσα τάξη, ενώ με τη Ρωμαϊκή κυριαρχία ο ρωμαϊσμός μετατρέπεται σε ελληνισμό.
Αργότερα, η αντίθεση των σχέσεων του αιγυπτιακού και ελληνικού στοιχείου δεν οφείλεται μόνο σε θρησκευτικούς λόγους, αλλά και στα πιεστικά φορολογικά μέτρα των Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Με την κατάκτηση της χώρας από τους Άραβες το 642, πολλοί Έλληνες, που δεν πήραν τον δρόμο της φυγής, είτε αναγκάστηκαν να εξισλαμιστούν είτε ασπάστηκαν τον Μονοφυσιτισμό, ενώ η αραβική γλώσσα εκτόπισε την ελληνική.
Στη δεύτερη ενότητα του βιβλίου εξετάζεται ενδελεχέστερα η ζωή των ολίγιστων Αιγυπτιωτών Ελλήνων γύρω από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, στο Κάιρο και σε μερικές άλλες πόλεις με την υπαγωγή της Αιγύπτου στην Οθωμανική αυτοκρατορία.
Ως πρώτη εστία Ελληνικών Γραμμάτων μετά την Αραβική κατάκτηση αναφέρεται η Μονή του Αγίου Σάββα, όπου ο Πατριάρχης Μελέτιος Πηγάς ίδρυσε ιεροδιδασκαλείο για τη μόρφωση των μοναχών και όπου μεταγενέστερα εγκαθιδρύθηκε από τον Πατριάρχη Ιωαννίκιο η πρώτη Ελληνική Σχολή. Μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Aboukir το 1799 από τους Άγγλους και μια περίοδο αναρχίας, τη διακυβέρνηση της χώρας αναλαμβάνει το 1805 ο Μωχάμετ Άλυ.
Ρέοντας ελληνικό αίμα στις φλέβες του, συμπαθούσε ιδιαίτερα τους Έλληνες, ο πληθυσμός των οποίων αυξάνεται αλματωδώς. Ιστορικοί παραμένουν οι δεσμοί φιλίας του με τους καπνεμπόρους Ηπειρώτες αδελφούς Τοσίτσα και ιδιαίτερα τον Μιχαήλ Τοσίτσα, τον μετέπειτα Γενικό Πρόξενο της Ελλάδας. Μετά την καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου στο Ναυαρίνο και το φιρμάνι από την Πύλη για εξόντωση των Ελλήνων, ο Μωχάμετ Άλυ όχι μόνο δεν υπάκουσε στη διαταγή, αλλά επιστράτευσε μέτρα προστασίας τους και δέχτηκε πλήθος ελληνικών οικογενειών από την Ελλάδα και την Κύπρο, που είχαν καταφύγει στην Αίγυπτο, για να γλυτώσουν τις σφαγές.
Η τρίτη ομιλία διεξέρχεται τις σημαντικότερες καμπές της πολιτισμικής ανάπτυξης και της οικονομικής προόδου στο εμπόριο και στη ναυτιλία της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας από την επίσημη ίδρυσή της το 1843. Στα πλαίσια των δραστηριοτήτων της αναφέρεται η ίδρυση ξενώνα στην Πατριαρχική Μονή του Αγίου Σάββα, Νοσοκομείου, δωρεά του Θεόδωρου Τοσίτσα, η επέκταση του παλαιού κοιμητηρίου, καθώς και σχολείου από τους αδελφούς Τοσίτσα και τον ανεψιό τους Στουρνάρα, όπου με δωρεάν εκπαίδευση διδάσκονταν εκτός των Ελληνικών και η Γαλλοϊταλική.
Κοντά στην Κοινοτική Τοσιτσαία Σχολή, που περιελάμβανε Δημοτικό, Γυμνάσια Αρρένων και Θηλέων, Βιβλιοθήκη και πολλές αίθουσες, κτίστηκε ο μεγαλοπρεπής ναός του Ευαγγελισμού και αγιογραφήθηκε από τον ζωγράφο Μίκη Ματσάκη, του οποίου το εικαστικό έργο ο Τίμος Μαλάνος θεωρεί ισάξιο με το ποιητικό έργο του Καβάφη.
Το Πατριαρχείο, επίσης, Αλεξανδρείας συνετέλεσε στην αύξηση του κύρους των Ελλήνων παροίκων. Το Ελληνικό Νοσοκομείο θαυματούργησε, όταν το 1865 ενέσκηψε χολέρα στην Αλεξάνδρεια. Νέα εκπαιδευτήρια και ευαγή ιδρύματα ανεγείρονται, εξάλλου, από τους εκ διαδοχής δραστήριους προέδρους της Κοινότητας, που κατά το παράδειγμα του Τοσίτσα φιλοδοξούν να τους κληροδοτήσουν την υστεροφημία του ονόματός τους.
Σημειωτέον ότι στα Σχολεία δόθηκε έμφαση στη Σωματική Αγωγή υπό την καθοδήγηση δύο Κυπρίων Γυμναστών, του Δημοσθένη Συμεωνίδη και του ποιητή Γλαύκου Αλιθέρση. Η μεγαλύτερη, εντούτοις, ανάπτυξη των ελληνικών σχολείων παρουσιάζεται επί Γ. Αβέρωφ, ο οποίος πέραν των εράνων και των εισφορών του Πατριάρχη Σωφρονίου κάλυψε ο ίδιος το μισό χρέος των 500.000 χρυσών φράγκων, που παρέλαβε με την ανάληψη της προεδρίας της Κοινότητας.
Οι γνωστοί στίχοι του Καβάφη από τις «Θερμοπύλες» απηχούν το γεγονός, όπως και η καλλιμάρμαρη προτομή του Αβέρωφ στο Αβερώφειο Γυμνάσιο συνιστά μνημείο ευγνώμονης υπόμνησης για την προώθηση της ελληνικής παιδείας από τον ρέκτη ευεργέτη, που ενέπνευσε και πολλούς άλλους να ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Μεγάλη, προσέτι, υπήρξε η υλική και ηθική συνεισφορά της Κοινότητας κατά τους Βαλκανικούς πολέμους, τη Μικρασιατική Καταστροφή και κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με την Ελληνική Κυβέρνηση στη Μέση Ανατολή.
Ωστόσο η παρακμή της Ελληνικής Κοινότητας της πόλης του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αρχίζοντας από την οικονομική κρίση του 1929, επιδεινώθηκε με τον Πόλεμο και τον Εμφύλιο στην Ελλάδα, για να δεχτεί το τελειωτικό κτύπημα από την αφύπνιση του αιγυπτιακού εθνικισμού. Οι Αλεξανδρινοί μαζί με τους άλλους Έλληνες Αιγυπτιώτες πήραν τον δρόμο της μετανάστευσης μετά από ενάμιση αιώνα δημιουργικής δράσης και προσφοράς προς την Αίγυπτο. Ο Πετρώνδας σημειώνει τα απομεινάρια των 2-3 χιλιάδων στην Αλεξάνδρεια και στο Κάιρο μέχρι το 1993.
Το όραμα, βεβαίως, της δημιουργίας ενός Πανεπιστήμιου του Μεγάλου Αλεξάνδρου στα ελληνικά εκπαιδευτήρια της Αλεξάνδρειας για αναζωογόνηση του παροικιακού πυρήνα, δεν το είδε να υλοποιείται ο συγγραφέας ούτε και εμείς μέχρι τώρα. Ο αείμνηστος θερμός υποστηρικτής της Αλεξανδρινής Ελληνικής Κοινότητας και ένας από τους στυλοβάτες εκπαιδευτικούς της εύχεται να μείνει άσβηστη η ελληνική παρουσία της σε έναν τόπο που κρατήθηκε τόσους αιώνες.
Χρυσόθεμις Χατζηπαναγή