Επωφελείται το σύνολο της οικονομίας από την ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων

Ορθές οι ενέργειες της Πολιτείας για θωράκιση του προγράμματος πολιτογράφησης επενδυτών

Σύμφωνα με αρχικές εκτιμήσεις, η κυπριακή οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται το πρώτο τρίμηνο του 2019 με ρυθμό 3,4%, με τον τουρισμό, το εμπόριο, τις κατασκευές, τη μεταποίηση και τις επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες να αποτελούν τους κύριους πυλώνες της ανάπτυξης. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η κυπριακή οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται το 2019 και το 2020 με ρυθμούς 3% και 2,7% αντιστοίχως, με κύριες πηγές ανάπτυξης τις επενδύσεις και την ιδιωτική κατανάλωση.

Η συνεχιζόμενη οικονομική ανάπτυξη αναμένεται ότι θα κρατήσει την αγορά ακινήτων στην ανοδική της πορεία, η οποία είναι άμεσα συνδεδεμένη και με τη συνεχιζόμενη ανάκαμψη του κατασκευαστικού τομέα. Ήδη οι πρώτοι πέντε μήνες του 2019 επιβεβαιώνουν τη συνεχιζόμενη αύξηση της ζήτησης σε γρήγορους ρυθμούς, καθόσον τα πωλητήρια συμβόλαια που κατατέθηκαν ήταν κατά 34% περισσότερα από αυτά που κατατέθηκαν τους πρώτους πέντε μήνες του 2018.

Όπως δείχνουν και τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, ο κατασκευαστικός τομέας είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας. Η ανάπτυξη του κατασκευαστικού τομέα συνεισφέρει στη ανάπτυξη πολλών βιομηχανιών και επαγγελματικών υπηρεσιών οι οποίες σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την ανάπτυξη και τη λειτουργία οικιστικών, τουριστικών και εμπορικών συγκροτημάτων.

Σύμφωνα με μελέτη που έγινε από το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών στην Ελλάδα το 2014, ο πολλαπλασιαστής της κατασκευαστικής δραστηριότητας σε αξία συναλλαγών, λαμβάνοντας υπόψη και τις έμμεσες επιδράσεις αυτής της δραστηριότητας σε όλους τους τομείς της οικονομίας είναι 3,53, ενώ από άποψη δημιουργίας θέσεων εργασίας είναι 11,6 για κάθε εκατομμύριο ευρώ που επενδύεται στον κατασκευαστικό τομέα.

Η συμβολή του Προγράμματος Πολιτογράφησης

Πολύ σημαντικό ρόλο στη συνεχιζόμενη ανάκαμψη της οικοδομικής βιομηχανίας διαδραματίζει το Πρόγραμμα Πολιτογράφησης Επενδυτών. Αυτό είναι πασιφανές από το γεγονός ότι τα περισσότερα μεγάλα έργα που σχεδιάζονται ή είναι υπό κατασκευή στοχεύουν αυτή την ομάδα πελατών. Τα δε οφέλη δεν περιορίζονται στον κατασκευαστικό τομέα, καθώς η ανάπτυξη ακινήτων απαιτεί τη χρήση πολλαπλών ενδιάμεσων συντελεστών παραγωγής -από συμβουλευτικές υπηρεσίες μέχρι και υλικά κατασκευής- αλλά και πολυάριθμα τελικά προϊόντα, όπως έπιπλα, φωτιστικά, οικιακές συσκευές και πολλά άλλα.

Ως εκ τούτου, οι αποφάσεις της κυβέρνησης για θωράκιση του προγράμματος από οποιεσδήποτε επικρίσεις είναι ορθές, καθόσον θωρακίζουν και την εικόνα της Κύπρου στη διεθνή κοινότητα. Με αυτό τον τρόπο διασφαλίζεται και η ομαλή συνέχιση του Προγράμματος, τυχόν διακοπή του οποίου θα είχε, κατά πάσα πιθανότητα, πολύ αρνητική επίδραση στον κατασκευαστικό τομέα και κατ’ επέκταση και στην κυπριακή οικονομία.

Όσον αφορά στην επίδραση του Προγράμματος στις τιμές των ακινήτων, πρέπει να τονισθεί ότι με βάση τον αριθμό των συναλλαγών, το Πρόγραμμα αφορά ένα μικρό τμήμα της αγοράς ακινήτων που περιλαμβάνει κυρίως συναλλαγές άνω του €1,5 εκατομμυρίου. Το Πρόγραμμα, και συγκεκριμένα το όριο των €2 εκατομμυρίων το οποίο απαιτείται για την εξασφάλιση της κυπριακής υπηκοότητας, ίσως να επηρεάζει άμεσα την τιμολόγηση των πολυτελών και υπερπολυτελών κατοικιών και διαμερισμάτων.

Η άμεση επίδραση του όμως στη γενικότερη αγορά των οικιστικών ακινήτων, θεωρητικά πρέπει να είναι πολύ μικρή, διότι το 80% των συναλλαγών που γίνονται στην Κύπρο αφορούν ακίνητα αξίας μέχρι €250.000. Επομένως είναι μάλλον απίθανο, οι οποιεσδήποτε αλλαγές στις τιμές στο πολυτελές τμήμα της αγοράς να έχουν άμεση επίδραση στο κύριο τμήμα της αγοράς που αφορά ακίνητα πολύ χαμηλότερης αξίας.

Το Πρόγραμμα ίσως να επηρεάζει έμμεσα τις τιμές οικιστικών ακινήτων που απευθύνονται στην πλειοψηφία των κυπριακών νοικοκυριών, δηλαδή οικίες και διαμερίσματα για νοικοκυριά μέσου εισοδήματος. Όλοι οι δείκτες οικιστικών ακινήτων, οι οποίοι αναφέρονται ουσιαστικά σε αυτό το τμήμα της αγοράς, δείχνουν συνεχιζόμενες αυξήσεις στις τιμές. Αυτές οι αυξήσεις επιβεβαιώνουν την ανάγκη για νέες αναπτύξεις διαμερισμάτων/κατοικιών για νοικοκυριά μέσου εισοδήματος, οι οποίες ίσως να μην δρομολογούνται στο βαθμό που χρειάζεται λόγω της στροφής της κατασκευαστικής βιομηχανίας προς τα πολυτελή διαμερίσματα και κατοικίες.

Πέτρος Σιβιτανίδης
Αναπληρωτής Καθηγητής και Διευθυντής Τμήματος Real Estate του Πανεπιστημίου Νεάπολις