Η δεύτερη σεζόν του The Last of Us προσφέρει όσα οι φαν περίμεναν: ερειπωμένα τοπία, σοκαριστική βία και τα εμβληματικά «μανιταρο-τέρατα». Όμως, η ουσιαστική πτυχή που ξεχώριζε τη σειρά (και το αρχικό παιχνίδι) – οι ηθικές προεκτάσεις της επιβίωσης – υποχωρεί.
Σύμφωνα με το περιοδικό Times, το θέμα της δικαιοσύνης και της εκδίκησης βρίσκεται στο επίκεντρο, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη συζήτηση σε συμβούλιο της κοινότητας στο Τζάκσον, όπου τίθεται το ερώτημα: είναι προτιμότερο να συγχωρείς ή να τιμωρείς;
Η σχέση του Τζόελ με την Έλι παραμένει κεντρική, αλλά πλέον είναι ψυχραμένοι. Ο Τζόελ έχει πει ψέματα στην Έλι για τα γεγονότα στο τέλος της πρώτης σεζόν — πως σκότωσε τους Fireflies για να τη σώσει, θυσιάζοντας τη μόνη πιθανή θεραπεία για την πανδημία. Η αγάπη του αποδεικνύεται εγωιστική και καταστροφική.
Εν τω μεταξύ, εμφανίζεται μια νέα απειλή: η Άμπι, που αναζητά εκδίκηση για τον χαμό των Fireflies. Νέοι χαρακτήρες εισάγονται (Άμπι, Ίσαακ, Ντίνα), αλλά αναπτύσσονται επιφανειακά, ενώ οι μεγάλες θεματικές στιγμές είναι λίγες και άνισες.
Η δεύτερη σεζόν αποτελεί μερική προσαρμογή του δεύτερου βιντεοπαιχνιδιού, με επτά επεισόδια που δίνουν την αίσθηση ότι «τραβούν» την πλοκή, χωρίς το βάθος και την ένταση της πρώτης σεζόν. Το φινάλε είναι απότομο και χωρίς ικανοποιητική κορύφωση.
Αν και οι ερμηνείες (Πασκάλ, Ράμσεϊ, Ντίβερ, Ο'Χάρα) παραμένουν υψηλού επιπέδου, η συνολική αφήγηση χάνει σε ουσία. Η παραγωγή είναι εντυπωσιακή, αλλά πολλές σκηνές μοιάζουν περισσότερο με cutscenes βιντεοπαιχνιδιού παρά με τηλεοπτικό δράμα.
Παρά τα αδύναμα σημεία της, η σειρά παραμένει η πιο ποιοτική μεταφορά video game στην τηλεόραση. Όμως, η δεύτερη σεζόν δείχνει ότι ίσως αρχίζει να υποκύπτει στην πίεση της επιτυχίας και του franchise.