Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διέταξε τη Μάλτα να τερματίσει το πρόγραμμα «χρυσού διαβατηρίου» της, κρίνοντας ότι παραβιάζει το δίκαιο της ΕΕ — ακόμη και μετά την αναστολή του προγράμματος για πολίτες της Ρωσίας και της Λευκορωσίας.

Το πρόγραμμα, όπως δήλωσε δικαστής του Δικαστηρίου στο Λουξεμβούργο, «ισοδυναμεί με εμπορευματοποίηση της παραχώρησης υπηκοότητας κράτους μέλους και, κατ’ επέκταση, της ιθαγένειας της ΕΕ».

Σύμφωνα με την απόφαση, η Μάλτα, η οποία διέθετε ένα από τα τελευταία τέτοια προγράμματα στην Ευρώπη που επέτρεπαν σε πλούσια άτομα να αγοράσουν υπηκοότητα της ΕΕ, «παρέβη τις υποχρεώσεις της» έναντι της Ένωσης.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ήδη κινήσει διαδικασίες παράβασης κατά της Μάλτας και της Κύπρου το 2020 για τα εν λόγω προγράμματα. Μετά τη λήξη του κυπριακού προγράμματος το 2021 και του βουλγαρικού το 2022, η Μάλτα είχε παραμείνει μία από τις τελευταίες χώρες που διατηρούσαν ένα μοντέλο το οποίο στο παρελθόν είχε υιοθετηθεί ευρέως, ιδίως από χώρες που επλήγησαν σοβαρά από την οικονομική κρίση του 2009.

Ωστόσο, στην επόμενη δεκαετία τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ εγκατέλειψαν τα προγράμματα αυτά, λόγω:

  • σύνδεσής τους με την κρίση στέγασης σε ευρωπαϊκές χώρες,
  • φόβων για οικονομικά εγκλήματα, διαφθορά και ξέπλυμα χρήματος,
  • ανησυχιών ασφαλείας στο Ηνωμένο Βασίλειο (ιδίως μετά τη δηλητηρίαση στο Σάλσμπερι το 2018),
  • και, αργότερα, τις κυρώσεις κατά Ρώσων πολιτών μετά τις εισβολές της Μόσχας στην Ουκρανία το 2014 και το 2021.


    Η απόφαση του Δικαστηρίου συμπίπτει χρονικά με τη δήλωση του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ότι σχεδιάζει την έναρξη ενός προγράμματος «χρυσής κάρτας» (Golden Card), το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε απόκτηση αμερικανικής υπηκοότητας με αντάλλαγμα 5 εκατομμύρια δολάρια