Την ανάγκη «να επενδύσει επιτέλους η Πολιτεία στον Πολιτισμό» τόνισε ο ΓΓ του ΑΚΕΛ, Στέφανος Στεφάνου, σε χαιρετισμό του στην τελετή απονομής του 36ου Βραβείου «Τεύκρος Ανθίας – Θοδόσης Πιερίδης» στην αρχαιολόγο και ιστορικό τέχνης Άννα Μαραγκού και στον σκηνοθέτη-σεναριογράφο και παραγωγό ταινιών, Πανίκο Χρυσάνθου. Η τελετή διοργανώθηκε από το ΑΚΕΛ το βράδυ της Δευτέρας στο Σατιρικό Θέατρο, στη Λευκωσία.
«Για το ΑΚΕΛ η πολιτιστική δημιουργία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε κοινωνία που επιδιώκει την πνευματική ανάπτυξη, σέβεται τον εαυτό της και προσδοκά πραγματική πρόοδο. Ιδιαίτερα στην ημικατεχόμενη πατρίδα μας, η αληθινή τέχνη και ο πολιτισμός αποτελούν ένα επιπλέον μεγάλο εφόδιο του λαού μας ενάντια στην κατοχή, τη διχοτόμηση, αλλά και στην αποδοχή της ντε φάκτο κατάστασης», είπε ο Στέφανος Στεφάνου.
Είναι σε αυτό το πλαίσιο, εξήγησε, «που διοργανώνουμε αλλά και ενθαρρύνουμε να διοργανώνονται εκδηλώσεις με τη συμμετοχή Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων που προβάλλουν τόσο τον κοινό πολιτισμό, όσο και τη σύγχρονη πολιτιστική δραστηριότητα».
Ανέφερε ακόμη ότι «η εκκρεμότητα στο Κυπριακό, ο χρόνος που παγιώνει τη διχοτόμηση και η απογοήτευση που συνεχώς αυξάνεται δεν πρέπει να οδηγήσουν σε περιορισμό των δικοινοτικών δράσεων». Αντιθέτως, σημείωσε, «τώρα είναι που απαιτείται να αυξηθούν οι κοινές πρωτοβουλίες και οι ενέργειες που φέρνουν πιο κοντά τους δημιουργούς και κατ’ επέκταση τον λαό μας».
Αναφερόμενος στις συνθήκες εργασίας των απασχολούμενων στον χώρο του πολιτισμού, ο ΓΓ του ΑΚΕΛ είπε ότι οι απανωτές κρίσεις και η απροθυμία από τους ιθύνοντες να στηρίξουν αποτελεσματικά τους καλλιτέχνες δημιουργούς στερούν από αυτούς σημαντικότατα εισοδήματα με αποτέλεσμα η πλειονότητα να αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα».
«Όλοι οι δημιουργοί και επαγγελματίες καλλιτέχνες θα πρέπει να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια από το έργο που παράγουν. Η Πολιτεία οφείλει να φροντίσει για την ουσιαστική στήριξη των ανθρώπων του Πολιτισμού», υπέδειξε. «Είναι πικρή αλήθεια ότι δεν έχουμε ολοκληρωμένη πολιτική για τον πολιτισμό», πρόσθεσε.
Ανέφερε, ακόμη, ότι «το ΑΚΕΛ κατ’ επανάληψη τόνιζε ότι το οργανόγραμμα, ο στρατηγικός σχεδιασμός και η δημιουργία Μόνιμων Συμβουλευτικών Επιτροπών Καλλιτεχνών έπρεπε να προηγηθούν της ψήφισης του Νομοσχεδίου για την ίδρυση του Υφυπουργείου Πολιτισμού».
«Είμαστε πάντοτε έτοιμοι να συμβάλουμε δημιουργικά σε κάθε προσπάθεια στήριξης της πολιτιστικής δημιουργίας», επεσήμανε, προσθέτοντας ότι «αυτό δεν σημαίνει ασφαλώς ότι βολευόμαστε στο comfort-zone της αντιπολίτευσης». Όπως είπε, «βγαίνουμε μπροστά, παρακολουθούμε αλλά και παρεμβαίνουμε, ασκούμε κριτική, διατυπώνουμε προτάσεις και διεκδικούμε την υλοποίησή τους».
Πρόσφατο παράδειγμα, ανέφερε ο κ. Στεφάνου, είναι η ψήφιση της πρότασης νόμου του ΑΚΕΛ για την ενίσχυση και αποτελεσματικότερη εφαρμογή της νομοθεσίας για το ελάχιστο υποχρεωτικό ποσοστό εμπλουτισμού των δημόσιων κτηρίων με έργα τέχνης – η οποία έγινε γνωστή ως «1%».
Παράλληλα, ο ΓΓ του ΑΚΕΛ τόνισε ότι «απομένουν πολλά άλλα βήματα που πρέπει να γίνουν», όπως η αύξηση των κονδυλίων και η διαφάνεια στην κατανομή τους, η αναθεώρηση των κριτηρίων έτσι ώστε να καλύπτει μεγαλύτερο αριθμό φορέων και ανθρώπων του πολιτισμού, η θεσμική κατοχύρωση της συμμετοχής των φορέων του Πολιτισμού στις διαδικασίες λήψης των αποφάσεων, η νομοθετική ρύθμιση του καθεστώτος του καλλιτέχνη, η απόδοση των πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων και το αίτημα για επαναφορά του τιμητικού επιδόματος για συνταξιούχους και μάχιμους δημιουργούς.
Ακολούθως, ο Στέφανος Στεφάνου επεσήμανε την ανάγκη «να επενδύσει επιτέλους η Πολιτεία στον Πολιτισμό ώστε η νέα γενιά, τα σημερινά παιδιά, οι σημερινοί έφηβοι να γίνουν κοινωνοί των μεγάλων ιδανικών, των οικουμενικών αξιών μέσα από την Τέχνη και τον Πολιτισμό». Όπως είπε, «αν όλοι συνειδητοποιήσουν τη δύναμη που έχει ο Πολιτισμός, την ορμή με την οποία μπορεί ν’ ανοίξει την πόρτα σε νέους κόσμους, τότε θα μπορούμε όλοι να είμαστε πιο αισιόδοξοι για το αύριο».
Αναφερόμενος στους δύο βραβευθέντες, στους οποίους απένειμε τα βραβεία, ο ΓΓ του ΑΚΕΛ σημείωσε ότι «υπάρχουν πολλά κοινά σημεία στην πολύπλευρη καλλιτεχνική διαδρομή της Άννας Μαραγκού και του Πανίκου Χρυσάνθου». Όπως είπε, «είναι κοινή η έγνοια τους για την ανάδειξη και προβολή της ιστορικής πορείας και της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου μας. Είναι κοινή η έγνοια τους να κωδικοποιηθεί στην Ιστορία μέσω του πολιτισμού κάθε σημαντικό γεγονός. Είναι κοινή η ανησυχία τους για τα όσα τεκταίνονται γύρω από το Κυπριακό τα τελευταία χρόνια και την απαισιοδοξία που γεννά η απουσία προοπτικής επίλυσης του κορυφαίου προβλήματος της Κύπρου», επεσήμανε.
«Η Άννα Μαραγκού και ο Πανίκος Χρυσάνθου στηλιτεύουν τα κακώς έχοντα και προβάλλουν την πραγματική και συνάμα φωτεινή ιστορία των ανθρώπων του λαού μας», τόνισε ο ΓΓ του ΑΚΕΛ. «Είναι και οι δύο πολέμιοι των ιδεολογιών του μίσους και του φανατισμού. Είναι και οι δύο κήρυκες της ειρηνικής συνύπαρξης των ανθρώπων. Το έργο τους παρουσιάστηκε ενώπιoν χιλιάδων ανθρώπων, οι οποίοι είχαν τη χαρά να απολαύσουν την υψηλή αισθητική, την πρωτοτυπία και τα γεμάτα μηνύματα έργα τους», συμπλήρωσε.
Εν συνεχεία, ο κ. Στεφάνου ευχαρίστησε την Άννα Μαραγκού και τον Πανίκο Χρυσάνθου «για όσα προσφέρουν με το έργο τους, γι’ αυτά που πρεσβεύουν με τη δουλειά και τη στάση ζωής τους, για το παράδειγμα που δίνουν, τους δρόμους που ανοίγουν».
Καταληκτικά, ο ΓΓ του ΑΚΕΛ ευχαρίστησε θερμά την Επιτροπή του Βραβείου, η οποία αποτελείται από τον Μάκη Συμεού ως πρόεδρο και τους Μαριάννα Γαλίδη, Κώστα Λυμπουρή, Αθηνά Παπαδοπούλου και Ανδρέα Σάββα ως μέλη.
Τα σκεπτικά βράβευσης των τιμωμένων
Στο σκεπτικό βράβευσης της Άννας Μαραγκού αναφέρεται ότι η τιμώμενη «αποτελεί μία από τις πιο εξέχουσες προσωπικότητες στον πολιτιστικό χώρο της Κύπρου. Με μακροχρόνια και συνεπή δράση, έχει συμβάλει δυναμικά στην πολιτιστική ανάπτυξη του τόπου μας. Ως λειτουργός πολιτιστικών θεμάτων στον Δήμο Λευκωσίας για πολλά χρόνια, έχει αφιερωθεί στην προώθηση και ενίσχυση του πολιτισμού με αφοσίωση και επαγγελματισμό».
Επισημαίνεται ότι «η κ. Μαραγκού έχει επιμεληθεί και διοργανώσει πλήθος εκθέσεων στην Κύπρο και στο εξωτερικό, ενώ το συγγραφικό της έργο περιλαμβάνει σημαντικές μελέτες και βιβλία. Έχει επικεντρωθεί ιδιαίτερα στην ανάδειξη και προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου, με έμφαση στην καταστροφή των μνημείων και εκκλησιών στις κατεχόμενες περιοχές». Στο πλαίσιο αυτό, προστίθεται, «έχει εκπροσωπήσει την Κύπρο σε ευρωπαϊκά συνέδρια, προωθώντας πρωτοβουλίες για τη συντήρηση και αποκατάσταση των πολιτιστικών μνημείων».
«Η Άννα Μαραγκού υπήρξε ενεργό μέλος της ζώσας ιστορίας της Κύπρου, με ιδιαίτερη αγάπη και αγώνα για την κατεχόμενη Αμμόχωστο. Έχει διατελέσει πρόεδρος και μέλος διοικητικών συμβουλίων οργανισμών με αντικείμενο τον πολιτισμό, ενώ έχει συμβάλει στη δημιουργία και επιμέλεια μουσείων σε όλη την επικράτεια της Κύπρου», τονίζεται.
Στο σκεπτικό βράβευσης του Πανίκου Χρυσάνθου, σημειώνεται ότι ο τιμώμενος «αποτελεί μια ξεχωριστή παρουσία στον χώρο του κυπριακού κινηματογράφου. Με αφοσίωση και συνέπεια, υπηρετεί το είδος του ντοκιμαντέρ, προβάλλοντας αξίες και ιδανικά που αφορούν την κοινωνική δικαιοσύνη, τη δημοκρατία, την ελληνοτουρκική φιλία και τον Άνθρωπο».
«Η ταινία του "Το Τείχος μας", στην οποία υπήρξε παραγωγός, σκηνοθέτης και σεναριογράφος, τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης Αμπντί Ιπεκτσί, ενώ μαζί με την Νεσιέ Γιασίν βραβεύτηκε με το Βραβείο Ευρωπαίου Πολίτη», σημειώνεται. «Ο Χρυσάνθου έχει καλλιεργήσει σημαντικές σχέσεις και δράσεις με Τουρκοκύπριους καλλιτέχνες, εκφράζοντας έντονα την πεποίθησή του για τη σημασία της κοινής συνύπαρξης, της συνεργασίας και της επανένωσης της Κύπρου», προστίθεται.
Πηγή: ΚΥΠΕ