Ανακοίνωση εξέδωσε η ΕΔΕΚ για την 64η επέτειο της Κυπριακής Ανεξαρτησίας. 

Όπως αναφέρει, «η σημερινή επέτειος συμπίπτει χρονικά με κινητικότητα στο Κυπριακό, η οποία ωστόσο θυμίζει πολλές, προηγούμενες προσπάθειες που απέτυχαν, γιατί βρέθηκαν ενώπιον της τουρκικής εξωφρενικής αδιαλλαξίας. Μιας αδιαλλαξίας, την οποία στην ουσία επέτρεψαν να εκδηλώνεται, οι χειρισμοί της πλευράς μας που διαπραγματεύεται το Κυπριακό εδώ και δεκαετίες, ωσάν να είναι διακοινοτική διαμάχη».

Αυτούσια η ανακοίνωση: 

Ο σημερινός εορτασμός τρεις στόχους πρέπει να έχει:

Να τιμήσουμε τα παλληκάρια του επικού αγώνα κατά της Βρετανικής αποικιοκρατίας, τους υπερασπιστές της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας την περίοδο 1963 – 1967, αυτούς που αντιστάθηκαν στην παρανομία του πραξικοπήματος του 1974 και τους πολεμιστές που σταμάτησαν την ολοκληρωτική κατάληψη της Κύπρου από την Τουρκία στον προδομένο πόλεμο.

Να κατανοήσουμε όλοι, ακόμα και 64 χρόνια μετά, ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι η ασπίδα και το δόρυ του Ελληνισμού της Κύπρου και η εγγύηση για την ειρηνική διαβίωση όλων των νομίμων κατοίκων του νησιού.

Να αντιληφθούμε – και είναι θλιβερό που δεν το έχουν αντιληφθεί όλοι – ότι η Τουρκία λυσσομανά να καταργήσει την Κυπριακή Δημοκρατία, είτε με στρατιωτικά, είτε με πολιτικά μέσα, γιατί είναι ο μόνος τρόπος να υλοποιήσει τους στόχους της στην Κύπρο και στην ευρύτερη περιοχή.

Η σημερινή επέτειος συμπίπτει χρονικά με κινητικότητα στο Κυπριακό, η οποία ωστόσο θυμίζει πολλές, προηγούμενες προσπάθειες που απέτυχαν, γιατί βρέθηκαν ενώπιον της τουρκικής εξωφρενικής αδιαλλαξίας. Μιας αδιαλλαξίας, την οποία στην ουσία επέτρεψαν να εκδηλώνεται, οι χειρισμοί της πλευράς μας που διαπραγματεύεται το Κυπριακό εδώ και δεκαετίες, ωσάν να είναι διακοινοτική διαμάχη.

Η διολίσθηση του Κυπριακού από πρόβλημα εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής, σε διακοινοτική διαφορά δεν έφερε τη λύση, αλλά αντίθετα ευνοεί την πολιτική και διπλωματική προέλαση της Τουρκίας και αναγκάζει την πλευρά μας να υποχωρεί, όποτε εκδηλώνεται κινητικότητα.

Γι’ αυτό η ΕΔΕΚ επαναλαμβάνει, όχι μόνο επετειακά, ότι η όποια διαδικασία στο Κυπριακό, πρέπει να προνοεί πρώτα συζήτηση και επίλυση της διεθνούς πτυχής, δηλαδή της αποχώρησης του τουρκικού στρατού κατοχής και της κατάργησης των εγγυήσεων και ακολούθως να συζητηθεί η εσωτερική διακυβέρνηση.

Δεν είναι, ούτε εξωπραγματική, ούτε «ακραία» η θέση της ΕΔΕΚ ότι μια λύση πρέπει:

Να καταργεί τον αναχρονιστικό θεσμό των εγγυήσεων και των επεμβατικών δικαιωμάτων.

Να διασφαλίζει την πλήρη αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και των εποίκων.

Να εφαρμόζει πλήρως, χωρίς παρεκκλίσεις και χωρίς πρωτογενές δίκαιο, το ευρωπαϊκό κεκτημένο και να σέβεται τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες.

Να διασφαλίζει την εφαρμογή των 4 βασικών ελευθεριών της ΕΕ.

Αυτή είναι η πυξίδα που έπρεπε να καθοδηγεί την πλευρά μας εδώ και δεκαετίες.

Έστω και τώρα και ανεξάρτητα από την προοπτική πραγματοποίησης κοινωνικής ή τριμερούς συνάντησης ή δείπνου ή οτιδήποτε άλλο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να προτάξει τα πιο πάνω, τα οποία δεν αποτελούν μαξιμαλιστική διεκδίκηση, αλλά αποτυπώνουν τις πραγματικότητες: Δικαιούμαστε να απαιτούμε εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου και όλων αυτών που απορρέουν από την ιδιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σήμερα, 1η του Οκτώβρη, πρέπει να αναλογιστούμε εάν είμαστε έτοιμοι να απαντήσουμε στο ερώτημα: Δικαιούμαστε να κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές, έστω και κάτι λιγότερο από αυτό που κληρονομήσαμε από τους ηρωικούς προγόνους μας;