Ο Ισραηλινός καθηγητής Γκαλ Λουφτ, ο οποίος είχε συλληφθεί στην Κύπρου και στη συνέχεια εξαφανίστηκε, βρίσκεται αντιμέτωπος με νέες κατηγορίες από τις ΗΠΑ.

Σύμφωνα με το BBC, κατηγορείται πλέον για κατασκοπεία υπέρ της Κίνας και για διαμεσολάβηση για πώληση όπλων και ιρανικού πετρελαίου.

Υπενθυμίζεται ότι ο Λουφτ είχε συλληφθεί στις 16 Φεβρουαρίου στο αεροδρόμιο της Λάρνακας σε εκτέλεση διεθνούς εντάλματος που εκδόθηκε κατόπιν αιτήματος του FBI με την κατηγορία της παράνομης διακίνησης όπλων με προορισμό την Κίνα και την Λιβύη κατά την χρονική περίοδο 2015-2023. Τρεις ημέρες μετά τη σύλληψή του, ο Γκαλ Λουφτ με ανάρτησή του στο twitter κατηγόρησε τον Χάντερ Μπάιντερ και τον Τζιμ Μπάιντεν, γιο και αδελφό του Προέδρου των ΗΠΑ αντίστοιχα, ότι δημιούργησαν πλεκτάνη εναντίον του.

Στη συνέχεια με απόφαση του δικαστηρίου, αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους έως ότου ολοκληρωθεί η διαδικασία απέλασής του στις ΗΠΑ για να δικαστεί. Οι περιοριστικοί όροι προέβλεπαν κατάθεση εγγύησης εκ μέρους του ύψους 150.000 ευρώ και αυτοπρόσωπη εμφάνισή του δύο φορές την εβδομάδα στο ΤΑΕ Πάφου.

Σύμφωνα όμως με την εφημερίδα «Μααρίβ», στις 28 Μαρτίου η Αστυνομία Κύπρου τον κήρυξε ως ελλείπον πρόσωπο, όταν ο συνήγορός του δήλωσε ότι ο Λουφτ εξαφανίστηκε και εξέφρασε φόβους για την σωματική του ακεραιότητα. Η Αστυνομία Κύπρου διενήργησε έρευνες για τον εντοπισμό του και την επομένη, 29 Μαρτίου, το αυτοκίνητο του βρέθηκε εγκαταλελειμμένο σε ακατοίκητη περιοχή κοντά στη Δρομολαξιά. Η ισραηλινή εφημερίδα Μααρίβ, επικαλούμενη κυπριακές αστυνομικές πηγές, δημοσιεύει ότι εκφράζονται υποψίες ότι ο Γκαλ Λουφτ κατευθύνθηκε στο χωριό Πύλα, θέλοντας προφανώς να διαφύγει στις κατεχόμενες περιοχές.

Μιλώντας στη NYPost, αρνήθηκε τις κατηγορίες και έκανε λόγο για πολιτική δίωξη από τις ΗΠΑ για την προστασία του Τζο Μπάιντεν, του γιου του Χάντερ και του αδελφού του Τζιμ.

Σημείωσε ότι «οι πιθανότητες να έχω μια δίκαιη δίκη στην Ουάσιγκτον είναι σχεδόν μηδενικές», ενώ εξήγησε ότι διέφυγε γιατί «έκανε αυτό που έπρεπε να κάνει». Δεν έδωσε λεπτομέρειες για το πώς ξέφυγε από την Κύπρο, επειδή «δεν ήθελε να βάλει κόσμο σε μπελάδες».

Για τις κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν εξήγησε ότι «μου ζήτησε ένας έμπορος όπλων, ένας Ισραηλινός φίλος, να ρωτήσω μια εταιρεία που ήξερα αν είχε ένα αντικείμενο και ποια θα ήταν η τιμή του. Εδώ τελείωσε η συνωμοσία. Χωρίς συνέχεια, χωρίς χρήματα, χωρίς διαμεσολάβηση».

Επεσήμανε ότι «υπάρχει κακόβουλη πρόθεση από πλευράς Κυβέρνησης των ΗΠΑ, αφού η έκδοση συνέπιπτε την 1η Νοεμβρίου 2022, επτά ημέρες πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές, όταν οι Ρεπουμπλικάνοι αναμενόταν να κερδίσουν τον έλεγχο της Βουλής και να ξεκινήσουν τη διερεύνηση καταγγελιών για τη ξένη επιρροή στην οικογένεια Μπάιντεν. Δεν ήθελα να με εμπλέξουν σε αυτό το παιχνίδι, αλλά όταν με συνέλαβαν δεν είχα άλλη επιλογή από το να το ανατινάξω από πάνω μου».

Ο Ισραηλινός Καθηγητής είχε εκφράσει κατηγορίες κατά του Χάντερ Μπάιντεν, γιου του Τζο Μπάιντεν, ότι κατάφερε να εξασφαλίσει διαβαθμισμένες πληροφορίες του FBI, τις οποίες κατάφερε να διοχετεύσει σε κινέζους επιχειρηματικούς του εταίρους. Επίσης, ισχυρίζεται ότι απευθύνθηκε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, καταθέτοντας στοιχεία που φέρονται να αποδεικνύουν τις σχέσεις της οικογένειας Μπάιντεν με την εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου CEFC, η οποία, προτού πτωχεύσει στα τέλη Απριλίου 2020, φερόταν να ελέγχεται από σημαίνοντας στελέχη της κινεζικής Κυβέρνησης. Σύμφωνα με τη NYP, η κινεζική CEFC πλήρωνε κάθε μήνα στον Χάντερ Μπάιντεν το ποσό των 100.000 δολαρίων, ως επίσης και 65.000 δολάρια το μήνα στον θείο του, Τζιμ Μπάιντεν, αδελφό του νυν Αμερικανού Προέδρου.

Διαβάστε επίσης: 

Εξαφανισμένος Ισραηλινός καθηγητής: «Είμαι ζωντανός, έκανα αυτό που έπρεπε»

Σύλληψη Ισραηλινού καθηγητή στην Κύπρο:Kατηγορία εμπορίας όπλων σε Κίνα-Λιβύη