Μετά από μια σειρά ανεπιτυχών προσπαθειών στο πρόσφατο και το απώτερο παρελθόν, φαίνεται πλέον να έχουν υιοθετηθεί οι κεντρικές στρατηγικές επιλογές και να έχουν δρομολογηθεί σε κυβερνητικό και επιχειρησιακό επίπεδο όλες οι αναγκαίες προκαταρκτικές ενέργειες για την εισαγωγή του φυσικού αερίου στο ενεργειακό ισοζύγιο της Κύπρου.
Η επίτευξη του στόχου αυτού σχεδιάζεται να περάσει μέσα από την εγκατάσταση ενός Floating Storage & Regasification Unit (FSRU) στις αναβαθμισμένες λιμενικές εγκαταστάσεις του Βασιλικού για την εισαγωγή Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG), το οποίο, μετά την επαν-αεριοποίησή του, θα διοχετεύεται μέσω δικτύων ( φυσικών ή/και εικονικών) σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, βιοτεχνίες και βιομηχανίες, τις μεταφορές, καθώς και σε εμπορικούς και αστικούς καταναλωτές σε αστικές περιοχές της μεγαλονήσου.
Η αλήθεια είναι ότι οι σχετικές επιλογές και αποφάσεις, έστω και αν σήμερα φαντάζουν μονόδρομος και αυτονόητες, δεν ήταν καθόλου εύκολες, δεδομένων των περιορισμών που δημιουργεί η γεωπολιτική αστάθεια στην περιοχή και ιδιαίτερα το επί δεκαετίες άλυτο εθνικό ζήτημα, αλλά και η ξαφνική διεύρυνση των επιλογών και προσδοκιών που δημιούργησε η ανακάλυψη αξιόλογων κοιτασμάτων φυσικού αερίου εντός της ΑΟΖ της Κύπρου τα προηγούμενα χρόνια. Τελικά, η λύση που έχει επιλεγεί μπορεί να επιτρέψει αρχικά την εισαγωγή LNG στην Κύπρο, χωρίς να αποκλείει μια διαφορετική λύση στο μέλλον, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ενός Σταθμού Υγροποίησης LNG στο Βασιλικό, αν ανευρεθούν και άλλα κοιτάσματα αερίου στην Κυπριακή ΑΟΖ ή/και της κατασκευή ενός αγωγού τροφοδοσίας του νησιού από κάποιο από τα κοιτάσματα αυτά.
Όμως, παρά την σχετική πρόοδο που έχει συντελεστεί μέχρι σήμερα, το εγχείρημα της εισαγωγής του φυσικού αερίου στο ενεργειακό σύστημα μιας χώρας, άρα και της Κύπρου, δεν είναι μια εύκολη και απλή υπόθεση. Απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση, ολοκληρωμένο σχέδιο, συγκεκριμένες πολιτικές, συντονισμό δράσης και ενεργειών της πολιτείας και όλων των εμπλεκόμενων φορέων και επιχειρήσεων και γενικά μια αποτελεσματική προετοιμασία σε διάφορα επίπεδα από όλους τους stakeholders, προκειμένου διασφαλιστεί η επιτυχία του εγχειρήματος.
Το άρθρο αυτό επιχειρεί να καταγράψει και να μεταφέρει κάποιες από τις εμπειρίες του γράφοντος, που επί 30 συναπτά έτη έζησε από κοντά και από υψηλόβαθμες θέσεις ευθύνης στη ελληνική ΔΕΠΑ την υπόθεση της εισαγωγής του φυσικού αερίου στην Ελλάδα, φιλοδοξώντας έτσι να βοηθήσει κατά το δυνατόν την ανάλογη υπόθεση της Κύπρου.
Εν αρχή ην το σχέδιο, οι βασικές επιλογές και η οργάνωση
Τούτο αφορά όλους τους εμπλεκόμενους, κυρίως όμως την πολιτεία, την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ) και τον άμεσα εμπλεκόμενο φορέα που θα επωμιστεί την υλοποίηση του σχεδίου για την εισαγωγή του φυσικού αερίου στην Κύπρο.
Το εγχείρημα αυτό απαιτεί καθαρές επιλογές εκ μέρους της πολιτείας και της ΡΑΕΚ για το νομοθετικό και ρυθμιστικό πλαίσιο που θα διέπει την οργάνωση και λειτουργία της αγοράς του φυσικού αερίου (και γενικότερα της ενέργειας) στην Κύπρο, τις χρήσεις και την φορολογία του φυσικού αερίου και των λοιπών ενεργειακών προϊόντων και γενικά το ρόλο που θα έχει το φυσικό αέριο στο ενεργειακό μίγμα της Κύπρου.
Άποψη του γράφοντος είναι ότι οι βασικές επιλογές, που πρέπει να αποτυπωθούν κατάλληλα στο θεσμικό σύστημα, πρέπει να κινούνται προς την κατεύθυνση που θα επιτρέπει στο φυσικό αέριο να παίξει αρχικά πρωτεύοντα ρόλο στην πορεία μετάβαση προς μια οικονομία με λιγότερο άνθρακα στα επόμενα 15-20 χρόνια και εν συνεχεία συμπληρωματικό και ρόλο back-up στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Επίσης, σε ό,τι αφορά τον φορέα υλοποίησης του σχεδίου εισαγωγής του φυσικού αερίου, άποψή μας είναι ότι θα πρέπει άμεσα να ξεκαθαριστούν ανεπιστρεπτί όλα τα σχετικά θέματα και να ληφθούν αποφάσεις για την εκχώρηση της ιδιοκτησίας και της ευθύνης υλοποίησης του σχεδίου, καθώς και για την αποτελεσματική οργάνωση και στελέχωσή του με το κατάλληλο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την υλοποίηση του μεγάλου αυτού εγχειρήματος. Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι αυτού του είδους τα έργα δεν υλοποιούνται μόνο από Διοικητικά Συμβούλια και πολύ περισσότερο από εξωτερικούς συμβούλους, που ενίοτε μπορεί να υπηρετούν σκοπιμότητες και αλλότρια συμφέροντα και όχι πάντα τις πραγματικές ανάγκες του σχεδίου. Να μην ξεχνούμε, επίσης, ότι μετά την ανάληψη συγκεκριμένων συμβατικών δεσμεύσεων, είτε αυτές θα αφορούν την υπογραφή του SPA προμήθειας LNG, είτε την ανάθεση κάποιων έργων, οι επιπτώσεις θα βαρύνουν τον αρμόδιο φορέα και την Κύπρο μόνον και όχι κάποιον εξωτερικό σύμβουλο.
Για παράδειγμα, στην υπόθεση της εισαγωγής του φυσικού αερίου στην Ελλάδα χάθηκε πολύτιμος χρόνος στο διάστημα 1989-1992 εξαιτίας διαφόρων παλινωδιών και μη ξεκάθαρων επιλογών, που είχαν σημαντικές οικονομικές και άλλου είδους επιπτώσεις για την χώρα και την ΔΕΠΑ και τελικά για τους Έλληνες καταναλωτές.
Οι βασικές μελέτες προσδιορισμού της αγοράς και του έργου υποδομής φυσικού αερίου
Όλοι οι σύμβουλοι υπόσχονται ότι μπορούν εκπονήσουν αξιόπιστες εμπορικές και τεχνικοοικονομικές μελέτες για το συγκεκριμένο αντικείμενο και πολλές φορές έχουν δίκαιο. Υπάρχουν όμως λεπτομέρειες και παράμετροι που αν δεν προσεχθούν όσο πρέπει μπορεί να οδηγήσουν, έστω και χωρίς πρόθεση, σε τελείως λανθασμένα συμπεράσματα και επιλογές, και τούτο over and above της αδυναμίας να γίνουν αντικειμενικές προβλέψεις λόγω του αβέβαιου και ταχύτατα μεταβαλλόμενου γεωπολιτικά, οικονομικά και τεχνολογικά κόσμου που ζούμε.
Ο γράφων θυμάται χαρακτηριστικά την λανθασμένη υπόθεση που είχε κάνει ένας εξωτερικός σύμβουλος της ΔΕΠΑ κατά την πρώτη περίοδο εκπόνησης των βασικών μελετών, που παρασυρμένος από τις ειδικές καταναλώσεις τυπικών κατηγοριών καταναλωτών βόρειων ευρωπαϊκών χωρών, οδηγήθηκε στο συμπέρασμα μιας υπερβολικά μεγάλης εγχώριας αγοράς αερίου που στην πραγματικότητα δεν υπήρχε στην Ελλάδα.
Όπως επίσης θυμάται και τη σωστή συμβουλή κάποιου άλλου συμβούλου να μην αναπτυχθούν από την αρχή παντού δίκτυα διανομής αλλά μόνον σε επιλεγμένες περιοχές (συμβουλή που δυστυχώς δεν τηρήθηκε λόγω πολιτικών παρεμβάσεων και τοπικών διεκδικήσεων), προκειμένου να διασφαλιστεί, η βιωσιμότητα, το θετικό cash flow και κατ’ επέκταση η χρηματοδότηση του έργου από τις τράπεζες, τουλάχιστον τα πρώτα δύσκολα χρόνια.
Χρειάζεται λοιπόν προσοχή, γνώση, εμπειρία και ικανότητα εντοπισμού των τοπικών ιδιαιτεροτήτων και συνθηκών, αλλά ταυτόχρονα είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα μίγμα ρεαλισμού και αισιοδοξίας, συνοδευόμενο και από μια επιθετική και φιλόδοξη προσέγγιση σε ό,τι αφορά τις υποθέσεις για την υλοποίηση της υποδομής και την διείσδυση του νέου καυσίμου κατά την εκπόνηση των σχετικών μελετών προσδιορισμού της αγοράς και του έργου.
Η στρατηγική υλοποίησης του έργου υποδομής
Η υιοθέτηση από την πρώτη κρίσιμη περίοδο μιας ξεκάθαρης στρατηγικής για τον τρόπο υλοποίηση των έργων υποδομής από το σχεδιασμό, μέχρι την προμήθεια εξοπλισμού (σωλήνες, βάνες, σταθμοί μέτρησης και μείωσης της πίεσης, σύστημα SCADA κλπ.), τις κατασκευές [χωριστά συμβόλαια λεπτομερούς σχεδιασμού, προμήθειας εξοπλισμού και υλικών και κατασκευής (;), EPC Contract (;), Turnkey Contract (;)], τη διοίκηση και την επίβλεψη των έργων, τις πιστοποιήσεις τρίτων φορέων κλπ. είναι μια βασική προϋπόθεση για την επιτυχή ολοκλήρωση του εγχειρήματος, εντός των χρονοδιαγραμμάτων και του προϋπολογισμού.
Η μη υιοθέτηση μια τέτοιας στρατηγικής από τον αρμόδιο φορέα ή οι συχνές αλλαγές αυτής κατά τη διάρκεια της υλοποίησης των έργων υποδομής μόνον προβλήματα, καθυστερήσεις και επιβαρύνσεις θα επιφέρουν.
Τεχνικοί κανονισμοί, επαγγελματική εκπαίδευση και καθεστώς χορήγησης αδειών
Η υιοθέτηση συγκεκριμένων προδιαγραφών για τον εξοπλισμό και τα έργα είναι επίσης μια βασική προϋπόθεση για την επιτυχία του εγχειρήματος.
Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν από την αρχή οι σχετικοί τεχνικοί κανονισμοί που θα ακολουθηθούν κατά την κατασκευή και θα διέπουν την λειτουργία του δικτύου και γενικά των εγκαταστάσεων υψηλής πίεσης, τα δίκτυα διανομής (φυσικά ή virtual pipelines), τις εσωτερικές εγκαταστάσεις σε βιομηχανικούς, εμπορικούς και οικιακούς καταναλωτές, τις συσκευές χρήσεις φυσικού αερίου κατά τα πρότυπα της διεθνούς εμπειρίας με υιοθέτηση των σχετικών Ευρωπαϊκών Προτύπων (όπου υπάρχουν) ή των σχετικών διεθνών κανονισμών γενικότερα. Μόνον έτσι θα υπάρξει βεβαιότητα ότι θα δημιουργηθεί μια άρτια και σύγχρονη υποδομή και θα διασφαλιστεί η ασφαλής λειτουργία της στην συνέχεια.
Όμως, η θέσπιση των Κανονισμών όσο και αν είναι αναγκαία προϋπόθεση δεν αρκεί από μόνη της να διασφαλίσει την επιτυχία.
Είναι εξίσου αναγκαίο να μεριμνήσει η πολιτεία και ο αρμόδιος φορέας υλοποίησης και εκμετάλλευσης της υποδομής του φυσικού αερίου, να δημιουργηθεί έγκαιρα μια κρίσιμη μάζα επιστημονικού και τεχνικού δυναμικού στην εγχώρια αγορά, που θα υποστηρίξει την αποτελεσματική υλοποίηση και την ασφαλή λειτουργία του Κυπριακού Συστήματος Φυσικού Αερίου.
Αυτό με την σειρά του προϋποθέτει ένα συγκεκριμένο σύστημα εκπαίδευσης που ξεκινά από τα Πανεπιστήμια και φτάνει μέχρι την οργανωμένη επαγγελματική εκπαίδευση και τη χορήγηση των σχετικών επαγγελματικών αδειών, στην βάση προκαθορισμένων κριτηρίων και εξετάσεων.
Η εμπειρία του γράφοντος από την Ελλάδα δεν είναι και τόσο θετική, αφού στην περίπτωση αυτή, λόγω αδυναμιών της δημόσιας διοίκησης, οι τεχνικοί κανονισμοί θεσπίστηκαν με μεγάλη καθυστέρηση, η επαγγελματική εκπαίδευση ποτέ δεν οργανώθηκε ποτέ όπως θα έπρεπε και το σύστημα χορήγησης επαγγελματικών αδειών ήταν πάντα προβληματικό. Τα χειρότερα αποφεύχθηκαν, μόνον με την προσήλωση και την αυστηρή τήρηση των προδιαγραφών και κανονισμών που αυτοβούλως είχαν υιοθετήσει η ΔΕΠΑ και οι θυγατρικές, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρξε κόστος.
Θα χρησιμοποιήσουμε ένα-δύο παραδείγματα για να υπογραμμίσουμε την σημασία των πιο πάνω αναφερομένων.
Ο γράφων ενθυμείται ότι τα πρώτα χρόνια της κατασκευής των δικτύων αερίου υπήρχε μόνον ένας Έλληνας qualified welder, γεγονός που προφανώς αύξανε το κόστος (αφού το κενό καλυπτόταν από welders από το εξωτερικό) και περιόριζε σημαντικά τον ανταγωνισμό μεταξύ των υποψήφιων εταιριών για τις κατασκευές των δικτύων.
Επίσης, η μη ύπαρξη επαρκούς τεχνικού δυναμικού και η έλλειψη αδειοδοτημένων επαγγελματιών στην Ελλάδα τα πρώτα χρόνια (εγκαταστάτες φυσικού αερίου, καυστηραντζήδες κλπ.) είχαν ως αποτέλεσμα αφενός να υπάρξει βραδεία διείσδυση του αερίου ειδικά στις αστικές χρήσεις και φυσικά να ανεβάσουν το κόστος των σχετικών κατασκευών εσωτερικών εγκαταστάσεων σε υψηλά επίπεδα.
Συμπερασματικά, τα παραπάνω μαζί με την υιοθέτηση κουλτούρας «safety is the first priority” είναι άκρως αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχία του όλου εγχειρήματος. Ας μην ξεχνούμε ότι ένα σοβαρό ατύχημα μπορεί να έχει καταστρεπτικές συνέπειες σε ανθρώπινες ζωές και περιουσιακά στοιχεία και να υπονομεύσει πλήρως το μέλλον του.
Υιοθέτηση σαφούς και εύληπτης εμπορικής και τιμολογιακής πολιτικής και δράσεων προώθησης του φυσικού αερίου
Η εμπορική και τιμολογιακή πολιτική που θα ακολουθηθεί μετά την θέση σε λειτουργία της υποδομής του φυσικού αερίου είναι ζωτικής σημασία για την βιωσιμότητα, αλλά και για την χρηματοδότηση της σχετικής επένδυσης.
Όμως, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει ο σχεδιασμός τους να καθυστερήσει και να αφεθεί για μετά την έναρξη της λειτουργίας του συστήματος.
Οι καταναλωτές θα πρέπει έγκαιρα να γνωρίζουν τι θα πρέπει να πληρώσουν για τη σύνδεσή τους με το δίκτυο (τούτο αφορά τόσο τον αρμόδιο φορέα υλοποίησης όσο και τη ΡΑΕΚ που πρέπει να εγκρίνει τις εισηγήσεις του για τους Κώδικες Λειτουργίας των δικτύων με τους όρους πρόσβασης και τιμολόγησης των σχετικών υπηρεσιών), αλλά και για το κόστος του φυσικού αερίου που θα καταναλώνουν. Ας μην διαφεύγει της προσοχής ότι ο καταναλωτής για να επιλέξει να χρησιμοποιήσει το φυσικό αέριο θα μπει εκ των πραγμάτων στην διαδικασία να συγκρίνει το κόστος του νέου καυσίμου με το κόστος του καυσίμου που ήδη χρησιμοποιούσε μέχρι τότε και θα πρέπει η σύγκριση να είναι εύκολη και να αποβαίνει υπέρ του φυσικού αερίου.
Τέλος, είναι εξίσου σημαντικό, η πολιτεία και κυρίως ο αρμόδιος φορέας υλοποίησης και εκμετάλλευσης του έργου του φυσικού αερίου να προετοιμάσουν έγκαιρα και αποτελεσματικά ειδικά προγράμματα ενημέρωσης και πολιτικές προώθησης του νέου καυσίμου, προβάλλοντας τα φιλικά προς το περιβάλλον χαρακτηριστικά του, την αποδοτικότητά του και γενικά τα οφέλη που μπορούν να υπάρξουν για τους καταναλωτές, την κοινωνία και την οικονομία της Κύπρου από μια διευρυμένη χρήση του φυσικού αερίου.
Η εμπειρία του γράφοντος λέει ότι τέτοιου είδους δράσεις είναι απόλυτα αναγκαίες όχι μόνον για λόγους προετοιμασίας της κοινής γνώμης για ευνοϊκή υποδοχή του νέου καυσίμου, αλλά και γιατί θα πρέπει να υπερνικηθούν οι αρχικές φοβίες των καταναλωτών για τη χρήση του που δικαιολογημένα θα υπάρξουν την πρώτη περίοδο εκ μέρους των καταναλωτών.
* Ο κ. Σπύρος Παλαιογιάννης είναι Managing Partner της MEDGAS & MORE SERVICES LTD και πρώην Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΠΑ ΑΕ.
Το άρθρο εμπεριέχεται στην συλλογική έκδοση του ΙΕΝΕ με τίτλο «Ελλάδα-Κύπρος στη Νέα Ενεργειακή Εποχή», που κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο 2019.