Ως συνακόλουθο των συνεχών πρόσφατων αναβαθμίσεων της Κυπριακής οικονομίας και την τοποθέτηση του αξιόχρεου της Κυπριακής Δημοκρατίας σε επίπεδο επενδυστικής βαθμίδας, έχει εμφανιστεί στην επικαιρότητα, η συνήθης σε τέτοιες περιπτώσεις συζήτηση, μέσα στην σφαίρα της ρήσης «οι αριθμοί ευημερούν και οι πολίτες δυστυχούν».

Όντως οι αυξήσεις στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών των τελευταίων δύο ετών, έχει προσβάλει επικίνδυνα τον προϋπολογισμό των νοικοκυριών, που σε συνδυασμό με άλλες επιχειρηματικές πολιτικές, όπως η αύξηση των επιτοκίων από την πλευρά των τραπεζών, η οποία επιβαρύνει επιπρόσθετα τα νοικοκυριά με δανειακές υποχρεώσεις, δημιουργούν σοβαρές πιέσεις σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, απειλώντας ακόμη και την οικονομική ισορροπία (την όποια ισορροπία υπάρχει) ως σημαντική συνισταμένη στην κοινωνική συνοχή.

Το ερώτημα που τίθεται, δικαιολογημένα από τους πολίτες αλλά δημοκοπικά (να μου επιτραπεί ο όρος) για τους πολιτικούς, γιατί δεν νοείται πολιτικός που να μην γνωρίζει την σημασία της τοποθέτησης μιας οικονομίας σε επίπεδο επενδυτικής βαθμίδας, αφορά τον βαθμό που τα δύο συμβαδίζουν ή αντιτίθενται μεταξύ τους ή πως τελικά συσχετίζονται;

Η τοποθέτηση μιας οικονομίας σε επενδυτική βαθμίδα, αντανακλά τον μειωμένο κίνδυνο στον οποίο εκτίθεται ένας επενδυτής, που επενδύει σε αξίες που εκδίδει το αντίστοιχο κράτος (ουσιαστικά σε κρατικά ομόλογα μέσω των οποίων δανείζεται). Ο μειωμένος κίνδυνος μεταφράζεται σε μειωμένο κόστος δανεισμού (επιτόκιο στην απλούστερη του μορφή), άρα μειωμένο κόστος δανεισμού στον πολίτη του συγκεκριμένου κράτους που, μέσω της φορολογίας, θα αποπληρώσει τόσο τον δανεισμό όσο και το αντίστοιχο κόστος του σε βάθος χρόνου. Φυσικά το απλοϊκό ερώτημα που ακολουθεί αφορά την αναγκαιότητα του κράτους να δανειστεί.

Η απάντηση είναι απλή. Μέσω του δανεισμού το κράτος εξασφαλίζει την απαιτούμενη χρηματοδότηση μιας αναπτυξιακής δημοσιονομικής πολιτικής, η οποία θα δημιουργήσει ανάπτυξη, θέσεις εργασίας και πλούτο (με την καλή έννοια του όρου) στην οικονομία, μέσω δηλαδή αυτής της διαδικασίας επιτυγχάνεται ευημερία. Όμως η μακροοικονομική πολιτική δεν είναι μια πολιτική στην οποία το κράτος επενδύσει σήμερα και δημιουργεί άμεσα αποτελέσματα. Τα αποτελέσματα παράγονται σε βάθος χρόνου, είναι μια μακροπρόθεμη δηλαδή πολιτική που σε κάποιες περιπτώσεις, τα αποτελέσματα τα απολαμβάνει η επόμενη ή ακόμη οι επόμενες γενιές.

Φυσικά η αναπτυξιακή δημοσιονομική πολιτική δεν αρκεί από μόνη της να δημιουργήσει ανάπτυξη και πλούτο σε μια οικονομία. Απαιτείται αυτή να συνδυαστεί με επενδύσεις και παράλληλη ανάπτυξη της πραγματικής όπως λέμε οικονομίας, μέσω ιδιωτικών επενδύσεων. Οι ιδιωτικές επενδύσεις σε ένα διεθνές ανοικτό και ανταγωνιστικό οικονομικό περιβάλλον, προσελκύονται από χώρες και περιοχές οι οποίες παρουσιάζουν στους αντίστοιχους επενδυτές ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα.

Τα πλεονεκτήματα αυτά αφορούν την παραγωγικότητα, την πρόσβαση σε πρώτες ύλες, το μειωμένο κόστος παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών σε συνάρτηση με την διαθέσιμη τεχνολογία και ποιότητα του εργατικού δυναμικού, το επιχειρηματικό περιβάλλον και την σταθερότητα, ιδιαίτερα δε την σταθερότητα του οικονομικού περιβάλλοντος. Στις πλείστες από τις πιο πάνω παραμέτρους η Κυπριακή οικονομία παρουσιάζει σοβαρά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. 

Δυστυχώς όμως η προ 12ετίας διπλή κρίση (τραπεζική και δημοσιονομική) επέφερε σοβαρό πλήγμα στην αξιοπιστία της Κύπρου ως επενδυτικού προορισμού με οικονομική σταθερότητα. Οι τότε άμεσες, συνεχείς και ραγδαίες υποβαθμίσεις του αξιόχρεου του κράτους, οδήγησαν στην τοποθέτηση της Κυπριακής οικονομίας στις χαμηλώτερες επενδυτικές βαθμίδες (κατηγορίες «σκουπίδια») οι οποίες και αποτελούσαν δείκτη αποτροπής διεθνών επενδυτών να επιλέξουν της Κύπρο ως αντίστοιχο προορισμό. 

Επομένως η θετική αξιολόγηση μια οικονομίας και η τοποθέτησή της στην επενδυτική βαθμίδα, αποτελεί σημαντική κίνηση διαθνούς αναγνώρισης όχι μόνον του αξιόχρεου, αλλά και του ανταγωνιστικού επιπέδου και της σταθερότητας που παρουσιάζει, με αποτέλεσμα την πρόσβαση σε δανεισμό χαμηλού κόστους και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων για μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη και μακροπρόθεσμη ευημερία.        

*Οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.