Στη δημοσιότητα δόθηκε η Ειδική Έκθεση με θέμα «Έλεγχος για την παραχώρηση κυπριακής υπηκοότητας στο πλαίσιο του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος» που ετοιμάστηκε από την Ελεγκτική Υπηρεσία.

 

Διαβάστε επίσης: Με απόρρητη επιστολή καλούν την ΕΥ να μην δημοσιοποιήσει την έρευνα για τα διαβατήρια

Σύνοψη

Στο πλαίσιο των μέτρων ενθάρρυνσης άμεσων ξένων επενδύσεων και προσέλκυσης φυσικών προσώπων υψηλής εισοδηματικής στάθμης, για εγκατάσταση και δραστηριοποίηση στην Κύπρο, το Υπουργικό Συμβούλιο αναθεώρησε το 2013  ριζικά το πρόγραμμα που ίσχυε από το 2007 και εκπόνησε το «Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα» για παραχώρηση της κυπριακής υπηκοότητας, με κατ ́ εξαίρεση πολιτογράφηση σε μη Κύπριους επενδυτές/επιχειρηματίες. Ακολούθησαν τροποποιήσεις του Προγράμματος το 2014, 2016, 2018, 2019 και 2020, που σταδιακά κατέστησαν το πρόγραμμα πιο αυστηρό ως προς τους διεξαγόμενους ελέγχους, αλλά πιο χαλαρό ως προς τα οικονομικά κριτήρια που αφορούσαν την επένδυση σε ακίνητα, αναπτύξεις και έργα υποδομής. Η τελευταία τροποποίηση του Προγράμματος επήλθε πολύ πρόσφατα με τη ψήφιση από την Βουλή των Αντιπροσώπων και τη δημοσίευση τον Αύγουστο 2020 σχετικών Κανονισμών.

Ο παρών έλεγχος συμμόρφωσης (compliance audit), διεξήχθη στο πλαίσιο των συνταγματικών αρμοδιοτήτων του Γενικού Ελεγκτή για έλεγχο των δημοσίων εσόδων, λόγω όμως των προσκομμάτων που τέθηκαν από το Υπουργείο Εσωτερικών, όσον αφορά στη λήψη των αναγκαίων στοιχείων, ο έλεγχος περιορίστηκε σε μέρος μόνο αυτού που αρχικά σχεδιάστηκε».

Εγκρίσεις αιτήσεων

Από τα στοιχεία που μας δόθηκαν σε μορφή λογιστικού φύλλου (excel), προκύπτει ότι από τις 1.597 αιτήσεις που υποβλήθηκαν μετά τις 21.5.2018, εγκρίθηκαν οι 917, δηλαδή ποσοστό 57,4% (από τις οποίες για 169 δεν σημειώνεται στο λογιστικό φύλλο η ημερομηνία έγκρισης), εκκρεμούν οι 635, δηλαδή ποσοστό 39,8%, απορρίφθηκαν οι 35 (ποσοστό 2,2%) και αποσύρθηκαν οι 10 (ποσοστό 0,6%).

Αιτήσεις που εκκρεμούν

Από σύνολο 1.597 αιτήσεων, υπάρχουν 635 αιτήσεις που εκκρεμούν. Σε 91 από αυτές έχουν καταχωριστεί, από τους λειτουργούς που χειρίζονται το λογιστικό φύλλο, σημειώσεις που αφορούν σε ξέπλυμα χρήματος, πλαστά στοιχεία/έγγραφα, αιτούντες υψηλού κινδύνου (ΠΕΠ κ.λπ.), πιθανές ποινικές υποθέσεις, αμφίβολη πηγή εισοδημάτων, απάτες, φοροδιαφυγές, δωροδοκίες, κατηγορίες για πλαστογραφία, ποινές στις χώρες καταγωγής, συμπερίληψη στα Panama Papers, κ.λπ.

Κατά την άποψη της Υπηρεσίας μας, αυτές οι αιτήσεις, εκ των οποίων πολλές υποβλήθηκαν προ 15 και πλέον μηνών, φαίνεται από τα στοιχεία που είχαμε στη διάθεσή μας πως θα έπρεπε να είχαν ήδη απορριφθεί, κάτι το οποίο θα μπορούσαμε να επιβεβαιώσουμε εάν δεν είχαν προβληθεί προσκόμματα στη περαιτέρω διεξαγωγή του ελέγχου.

Στοιχεία που δεικνύουν ενδεχόμενη παρέμβαση του τέως Υπουργού Εσωτερικών για επίσπευση του χρόνου εξέτασης κάποιων αιτήσεων

Για τις 748 αιτήσεις που έχουν εγκριθεί γίνεται μια σαφής διάκριση για 23 αιτήσεις για τις οποίες υπάρχουν «Οδηγίες του ΥΠΕΣ για επίσπευση».

Μετά από ανάλυση των σχετικών δεδομένων, προκύπτει ότι ο μέσος χρόνος διεκπεραίωσης των 23 αυτών αιτήσεων, ήταν 169 ημέρες (με τον ελάχιστο χρόνο διεκπεραίωσης να ανέρχεται σε 101 ημέρες και τον μέγιστο σε 283), σε σύγκριση με τις υπόλοιπες 725 αιτήσεις για τις οποίες ο αντίστοιχος μέσος χρόνος ήταν 327 ημέρες (με τον ελάχιστο χρόνο  διεκπεραίωσης να ανέρχεται σε 215 ημέρες και τον μέγιστο σε 716). 

Έχουμε καταγράψει το ζήτημα στη μορφή που το έχουμε εντοπίσει, τονίζοντας ότι το θέμα αυτό αφορά μόνο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στο πλαίσιο των αποκλειστικά δικών του συνταγματικών αρμοδιοτήτων και συνεπώς η Υπηρεσία μας, πέραν της καταγραφής των γεγονότων, δεν προβαίνει σε οποιαδήποτε σύσταση επί του θέματος αυτού.

Πολιτογράφηση των μελών της οικογένειας μεγάλου αριθμού αλλοδαπών επιχειρηματιών και επενδυτών, χωρίς τούτο να προβλέπεται στο σχετικό Νόμο

Με το εδάφιο (2) του νεοεισαχθέντος στις 30.4.2013 άρθρου 111Α του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου, δόθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο εξουσία ώστε να μπορεί, υπό όρους ως ήθελε κατά περίπτωση καθορίσει, να επιτρέψει την κατ’ εξαίρεση πολιτογράφηση αλλοδαπών επιχειρηματιών και επενδυτών. Η εξουσία που δόθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο αφορούσε αλλοδαπούς επιχειρηματίες και επενδυτές και όχι τα μέλη της οικογένειας τους. Παρά ταύτα, σε όλες του τις Αποφάσεις το Υπουργικό Συμβούλιο επέκτεινε τη δυνατότητα πολιτογράφησης, ώστε να μην καλύπτει μόνο τους αλλοδαπούς επιχειρηματίες και επενδυτές αλλά και τα μέλη της οικογένειας τους.

Είναι όμως γνωστό ότι, κάθε παρέκκλιση από το πλαίσιο που διαγράφει ο εξουσιοδοτικός Νόμος, συνιστά υπέρβαση εξουσίας.

Είναι άποψη μας ότι το ζήτημα αυτό, το οποίο δεν αφορά μόνο τις περιπτώσεις που εξετάστηκαν στην παρούσα Έκθεση αλλά ενδεχομένως χιλιάδες περιπτώσεις παραχώρησης της κυπριακής υπηκοότητας σε μέλη της οικογένειας των αλλοδαπών επιχειρηματιών και επενδυτών που πολιτογραφήθηκαν από το 2013 μέχρι σήμερα, είναι εξόχως νομικό και συνεπώς περιοριζόμαστε στην ανάδειξη του. Κατά την άποψη μας, το θέμα αυτό θα πρέπει να απασχολήσει την Ανεξάρτητη Επιτροπή Εξέτασης Αποστέρησης Υπηκοότητας η οποία έχει συσταθεί με βάση το άρθρο 113 του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου.

Τονίζουμε τις οικονομικές επιπτώσεις από την παραχώρηση της κυπριακής υπηκοότητας σε ενδεχομένως χιλιάδες πρόσωπα που δεν επένδυσαν ούτε ένα ευρώ στην κυπριακή οικονομία. 

Επίσης, σε τρεις από τις πέντε περιπτώσεις που εξετάσαμε, δημιουργούνται εύλογες υποψίες ότι πραγματικός επενδυτής ήταν ο σύζυγος, αλλά την αίτηση την υπέβαλλε η σύζυγος του, ίσως για να μην κληθεί ο επενδυτής που ήταν πρόσωπο με προφίλ υψηλού κινδύνου, να εξηγήσει την πηγή προέλευσης των χρημάτων του. Συνεπώς, η παροχή της ευχέρειας πολιτογράφησης των συζύγων, χωρίς την πραγματοποίηση της παραμικρής επένδυσης, αυξάνει τους κινδύνους του Προγράμματος.

Παρόμοιας φύσης θέμα, έστω και σε πολύ μικρότερο αριθμό περιπτώσεων, προκύπτει και από την Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου στις 4.1.2011 για πολιτογράφηση μελών της οικογένειας προσώπων που πολιτογραφούνταν στη βάση του τότε εν ισχύι νομικού πλαισίου που επέτρεπε πολιτογράφηση αλλοδαπών σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις παροχής υψίστου επιπέδου υπηρεσιών προς τη Δημοκρατία, για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

Με τον περί Αρχείου Πληθυσμού (Τροποποιητικό) (Αρ. 2) Νόμο του 2020 (Ν.113(I)/2020), δόθηκε πλέον εκ του νόμου εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο να πολιτογραφεί τα μέλη της οικογένειας των αλλοδαπών επιχειρηματιών και επενδυτών. 

Συναφώς αναφέρεται ότι στην Ειδική Έκθεση της Υπηρεσίας μας με τίτλο «Έλεγχος Συστήματος Επιστράτευσης της Εθνικής Φρουράς (YΠAΜ-ΓΕΕΦ-01-2019)» είχαμε αναδείξει ακόμη μία περίπτωση στην οποία το Υπουργικό Συμβούλιο είχε λάβει Απόφαση σχετικά με τους πολιτογραφηθέντες αλλοδαπούς επιχειρηματίες/επενδυτές κατά παρέκκλιση από το πλαίσιο που διαγράφει ο σχετικός εξουσιοδοτικός Νόμος, που και σε εκείνη την περίπτωση συνιστούσε υπέρβαση εξουσίας. Συγκεκριμένα, είχαμε διαπιστώσει ότι το Υπουργικό Συμβούλιο στη συνεδρία του ημερ. 23.5.2014, αποφάσισε την απαλλαγή από την πρόσκληση για κατάταξη στη Δύναμη, των αλλοδαπών επιχειρηματιών/επενδυτών και των αρρένων τέκνων τους, που πολιτογραφούνται κατ΄ εξαίρεση ως Κύπριοι πολίτες, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, στη βάση των κριτηρίων και όρων που είχαν καθορισθεί σε προηγούμενες αποφάσεις του. Η πιο πάνω απόφαση λήφθηκε ώστε η υποχρέωση για θητεία στην Εθνική Φρουρά να μην αποτελεί αντικίνητρο στην προσέλευση ξένων επενδυτών. Ωστόσο, όπως είχαμε διαπιστώσει, η συγκεκριμένη Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου δεν ήταν σύμφωνη με τις διατάξεις του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου (Ν.19(Ι)/2011).

Σύσταση:

•             Λαμβανομένων υπόψη των σοβαρών αδυναμιών που εντοπίζονται στο Πρόγραμμα λόγω της υφιστάμενης πολιτικής που επιτρέπει την πολιτογράφηση προσώπων χωρίς να έχουν προβεί σε οποιαδήποτε επένδυση, απλώς και μόνο επειδή είναι μέλη οικογένειας πολιτογραφηθέντος επιχειρηματία ή επενδυτή, να εξεταστεί η αναγκαιότητα ενδεχόμενης αναθεώρησής της.

•             Κατά την άποψη μας, η Ανεξάρτητη Επιτροπή Εξέτασης Αποστέρησης Υπηκοότητας, θα πρέπει να εξετάσει τις ενδεχομένως χιλιάδες πολιτογραφήσεις μελών της οικογένειας πολιτογραφηθέντων που έχουν ήδη γίνει.

Πολιτογράφηση πέντε προσώπων ως μελών της οικογένειας των αλλοδαπών επιχειρηματιών και επενδυτών που εξετάστηκαν στην παρούσα Έκθεση

Από τους πέντε φακέλους που εξετάστηκαν, διαπιστώθηκε ότι, μαζί με τους πέντε πολιτογραφηθέντες αλλοδαπούς επιχειρηματίες και επενδυτές, πολιτογραφήθηκαν επίσης άλλα πέντε πρόσωπα, και συγκεκριμένα, σε μία περίπτωση η σύζυγος του πολιτογραφηθέντος και το ενήλικο τέκνο τους, σε δύο περιπτώσεις ο σύζυγος και σε μία περίπτωση ο συμβίος.

Για τις δύο από τις πέντε πολιτογραφήσεις μελών της οικογένειας των πολιτογραφηθέντων διαπιστώθηκε ότι δεν πληρούνταν ούτε καν αυτά τα κριτήρια που είχε θέσει το Υπουργικό Συμβούλιο. Εντοπίσαμε επίσης ότι μία, κατ’ ανάλογο τρόπο προβληματική περίπτωση, εκκρεμεί.

Σύσταση:

Οι δύο πιο πάνω περιπτώσεις θα πρέπει να απασχολήσουν την Ανεξάρτητη Επιτροπή Εξέτασης Αποστέρησης Υπηκοότητας.

Μη κατοχή λευκού ποινικού μητρώου

Σε μία περίπτωση, υποβλήθηκε από τους τρεις αιτούντες (επενδυτής και μέλη οικογένειας) πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου από τη χώρα συνήθους διαμονής και από χώρα που φαίνεται να έχουν πρόσθετη υπηκοότητα, αλλά δεν εντοπίστηκε πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου από τη χώρα καταγωγής τους (χώρα εκτός ΕΕ). Από τα στοιχεία που υπάρχουν φαίνεται ότι δεν θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν τέτοιο πιστοποιητικό από τη χώρα καταγωγής τους.

Σύσταση:

Κατά την άποψη μας, η περίπτωση αυτή θα πρέπει να απασχολήσει την Ανεξάρτητη Επιτροπή Εξέτασης Αποστέρησης Υπηκοότητας.

Μη κατοχή κύριας μόνιμης κατοικίας

Με βάση τους όρους που είχαν περιληφθεί στις Αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 24.5.2013, 19.3.2014 και 13.9.2016, υπήρχε απαίτηση για κατοχή από τους αιτούντες μόνιμης ιδιόκτητης κατοικίας στην Κύπρο. Εντοπίσαμε τρεις περιπτώσεις που ο αιτών δεν πληρούσε τον όρο αυτό και όμως του παραχωρήθηκε η κυπριακή υπηκοότητα.

Σύσταση:

Να εξεταστεί το ενδεχόμενο αναθεώρησης των σχετικών Κανονισμών (ΚΔΠ 379/2020) ώστε ο αιτών να είναι κάτοχος κύριας μόνιμης κατοικίας κατά την έκδοση του Πιστοποιητικού Πολιτογράφησης. Εναλλακτικά, σε περίπτωση που κριθεί σκόπιμο να διατηρηθεί η υφιστάμενη πολιτική και η κατοικία να μπορεί να βρίσκεται υπό ανέγερση, τότε η αίτηση να μπορεί να υποβληθεί και εγκριθεί υπό όρους, αλλά η έκδοση του Πιστοποιητικού Πολιτογράφησης να γίνεται μετά τη συμπλήρωση της κατασκευής της κατοικίας, ώστε να απαλειφθεί και το διοικητικό κόστος παρακολούθησης.

Επίσης, κατά την άποψη μας, οι πιο πάνω περιπτώσεις θα πρέπει να απασχολήσουν την Ανεξάρτητη Επιτροπή Εξέτασης Αποστέρησης Υπηκοότητας.

Μη διασφάλιση της προέλευσης των χρημάτων από το εξωτερικό

Σύμφωνα με την Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 13.9.2016, για την επένδυση σε ακίνητα, αναπτύξεις και έργα υποδομής και για αγορά μόνιμης ιδιόκτητης κατοικίας, ο αιτών πρέπει να προσκομίσει αποδείξεις καταβολής του συμφωνημένου ποσού αγοράς και αποδεικτικά ότι τα σχετικά εμβάσματα που αφορούν την επένδυση προέρχονται από το εξωτερικό στο κυπριακό εμπορικό τραπεζικό ίδρυμα επ’ ονόματι του πωλητή ή της εταιρείας. Διαπιστώσαμε ότι σε τέσσερεις από τις πέντε αιτήσεις πολιτογράφησης που εξετάστηκαν, δεν διασφαλίστηκε επαρκώς η  προέλευση των χρημάτων από το εξωτερικό.

Σύσταση:

Οι πιο πάνω περιπτώσεις θα πρέπει να απασχολήσουν την Ανεξάρτητη Επιτροπή Εξέτασης Αποστέρησης Υπηκοότητας, την Μονάδα Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟΚΑΣ) και την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου.

Πολιτογράφηση προσώπων των οποίων η επένδυση μπορεί να θεωρηθεί ως υψηλού κινδύνου για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος

Στην πρώτη περίπτωση, ένας εκ των αιτούντων ήταν πολιτικά εκτεθειμένο πρόσωπο, γεγονός το οποίο δεν είχε αναφέρει στο βιογραφικό του σημείωμα.  Στη δεύτερη περίπτωση για έναν εκ των αιτούντων υπήρχαν αρνητικά δημοσιεύματα και συμπεριλήφθηκε στη λίστα κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Στην τρίτη περίπτωση, στο βιογραφικό σημείωμα ενός εκ των αιτούντων καταγράφεται η ιδιότητα του ως πολιτικά εκτεθειμένο πρόσωπο, χωρίς τούτο να φαίνεται πως λήφθηκε υπόψη. Στην τέταρτη περίπτωση, για έναν εκ των αιτούντων υπήρχε εκκρεμής διερεύνηση από την Interpol της χώρας καταγωγής του για αδικήματα οικονομικής φύσεως.

Για τις πιο πάνω περιπτώσεις δεν έτυχε ενημέρωσης η Βουλή των Αντιπροσώπων όπως προβλέπει η σχετική νομοθεσία.

Σύσταση:

Οι πιο πάνω περιπτώσεις θα πρέπει να απασχολήσουν την Ανεξάρτητη Επιτροπή Εξέτασης Αποστέρησης Υπηκοότητας, την ΜΟΚΑΣ και την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου.

Ευρήματα που αφορούν στοιχεία δεικνύοντα την ύπαρξη μη υγιών συναλλαγών

Εντοπίσαμε τρεις περιπτώσεις στις οποίες η εξόφληση του συμφωνημένου ποσού έγινε κατά τα αρχικά στάδια ανέγερσης κατοικίας, πριν την παραλαβή του ακινήτου. Τούτο δεν αποτελεί συνήθη πρακτική της αγοράς και ενδεχομένως να υποδηλώνει μη υγιή συναλλαγή. 

Σε μία περίπτωση, η αξία των πέντε αποκτηθέντων ακινήτων, σε τιμές γενικής εκτίμησης ημερ. 1.1.2018 του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, είναι ίση με €877.800, η οποία συγκρινόμενη με τη δηλωθείσα τιμή αγοράς (€2.070.000) είναι μικρότερη κατά €1.192.200, γεγονός που ενδεχομένως υποδηλώνει μη υγιή συναλλαγή. 

Επίσης, από τα στοιχεία που έχουμε λάβει από το Υπουργείο Εσωτερικών, πουθενά δεν εμφανίζεται η αμοιβή των Παρόχων Υπηρεσιών. Θεωρούμε ότι τούτο θα πρέπει να καταστεί υποχρεωτικό.

Σύσταση:

Κατά την άποψη μας, οι πιο πάνω περιπτώσεις θα πρέπει να απασχολήσουν την ΜΟΚΑΣ και την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου.

Επίσης, κατά την άποψη μας, θα πρέπει να τροποποιηθούν οι περί Τιμητικής Πολιτογράφησης για Λόγους Δημοσίου Συμφέροντος και Πολιτογράφησης Αλλοδαπών Επιχειρηματιών ή Επενδυτών Κανονισμοί (ΚΔΠ 379/2020) ώστε η γραπτή συμφωνία μεταξύ επενδυτή και Παρόχου Υπηρεσιών που προβλέπεται στον Κανονισμό 14 να συνυποβάλλεται, για λόγους διαφάνειας και δέουσας φορολόγησης, μαζί με την αίτηση του επενδυτή στο Υπουργείο Εσωτερικών.

Ευρήματα που αφορούν μη ικανοποίηση των επενδυτικών κριτηρίων και απώλεια φορολογικών και άλλων εσόδων

Εντοπίσαμε τρεις περιπτώσεις στις οποίες εγκρίθηκε η πολιτογράφηση χωρίς να ικανοποιούνται, ή χωρίς να τεκμηριώνεται ότι ικανοποιούνται, τα επενδυτικά κριτήρια. Στη μία εξ αυτών υπήρξε αποξένωση ακινήτων μετά την πολιτογράφηση και πριν την πάροδο της καθορισμένης τριετούς περιόδου διατήρησης της επένδυσης.

Σε τρεις περιπτώσεις η εταιρεία του πωλητή δεν έχει υποβάλει δηλώσεις εισοδήματος για κάποια εκ των ετών 2016, 2017 και 2018 και συνεπώς οποιοδήποτε φορολογητέο κέρδος προέκυψε από την πώληση των ακινήτων δεν έχει ακόμα δηλωθεί.

Σε μία περίπτωση η εταιρεία που συνέστησε ο επενδυτής δεν υπέβαλε δηλώσεις εισοδήματος για τα έτη 2017 και 2018.

Σε μία περίπτωση η εταιρεία του πωλητή υπέβαλε μηδενικό κύκλο εργασιών για το έτος κατά το οποίο έγινε η πώληση. Σε άλλη περίπτωση η εταιρεία του πωλητή δήλωσε μηδενικό κύκλο εργασιών στο ΦΠΑ για την περίοδο πραγματοποίησης της συναλλαγής.

Σε μία περίπτωση οι αποδείξεις είσπραξης δεν ήταν φορολογικές.

Σε μία περίπτωση η εταιρεία του πωλητή φαίνεται να μην είναι εγγεγραμμένη στο μητρώο ΦΠΑ, τη στιγμή που η εταιρεία δηλώνει σημαντικό κύκλο εργασιών στις δηλώσεις εισοδήματος της.

Σε μία περίπτωση ο επενδυτής έκανε χρήση του χαμηλού συντελεστή ΦΠΑ (5%) για αγορά πρώτης κατοικίας. Η Υπηρεσία μας δεν συμφωνεί με την απόφαση του Τμήματος Φορολογίας, ως γενική θέση, για χρήση του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ για την αγορά ή ανέγερση κατοικίας για σκοπούς πολιτογράφησης. Η αγορά της μόνιμης κατοικίας είναι στην ουσία επένδυση και, σύμφωνα με τη σχετική ερμηνευτική εγκύκλιο, η εφαρμογή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ από πρόσωπα που αγοράζουν ή ανεγείρουν κατοικία στη Δημοκρατία για επένδυση ή για σκοπούς μίσθωσης σε άλλα πρόσωπα ή άσκησης οποιασδήποτε επιχειρηματικής δραστηριότητας δεν εφαρμόζεται. Το Τμήμα Φορολογίας εξέφρασε διαφορετική άποψη από την Υπηρεσία μας. Ωστόσο σύμφωνα με τη σχετική Ευρωπαϊκή Οδηγία, η χρήση του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ επιτρέπεται μόνο στο πλαίσιο κοινωνικής πολιτικής. Θεωρούμε προφανές ότι οι επενδύσεις εύπορων αλλοδαπών επενδυτών, δεν εμπίπτουν στο πλαίσιο αυτό.

Παρατηρήσαμε ότι εταιρεία η οποία είναι εκ των μετόχων εταιρείας εκ των πωλητών, δημοσιεύει στην ιστοσελίδα της το Πρόγραμμα, σε αντίθεση με την Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 9.1.2018 που απαγορεύει τη διαφήμιση.

Σύσταση:

Κατά την άποψη μας, οι πιο πάνω περιπτώσεις θα πρέπει να απασχολήσουν την Ανεξάρτητη Επιτροπή Εξέτασης Αποστέρησης Υπηκοότητας και το Τμήμα Φορολογίας.

Γενικά συμπεράσματα

Ο παρών έλεγχος συνιστά έλεγχο συμμόρφωσης και όχι διαχειριστικό έλεγχο και συνεπώς, στο πλαίσιο του, δεν έχουμε εξετάσει κατά πόσο το Πρόγραμμα διασφαλίζει τα δημόσια έσοδα κατά τρόπο οικονομικό, αποδοτικό και αποτελεσματικό, και συνεπώς ούτε και αν τα οφέλη από το Πρόγραμμα για τα δημόσια έσοδα υπερτερούν ή υπολείπονται της όποιας ζημιάς προκαλεί.

Από τον έλεγχο συμμόρφωσης έχουν προκύψει θέματα τα οποία καταγράφονται στην Παράγραφο 4 της παρούσας Έκθεσης και για τα οποία θεωρούμε ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα από την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία. Ειδικότερα, πέραν των θεμάτων λογοδοσίας και της ενδεχόμενης ανάκλησης πολιτογραφήσεων, που θα πρέπει να εξετάσει η Ανεξάρτητη Επιτροπή Εξέτασης Αποστέρησης Υπηκοότητας, όπως και των θεμάτων που, ανάλογα με την περίπτωση, θα πρέπει να εξετάσουν το Τμήμα Φορολογίας, η ΜΟΚΑΣ ή η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου, έχουμε διαπιστώσει τις ακόλουθες σημαντικές αδυναμίες του Προγράμματος, οι οποίες εισηγούμαστε όπως τύχουν χειρισμού από την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία:

•             Η αλλοίωση της φύσης του Προγράμματος με την εισαγωγή, νομοθετικά πλέον από τον Αύγουστο του 2020, της ευχέρειας πολιτογράφησης μελών της οικογένειας του επενδυτή, χωρίς ουσιαστικό οικονομικό όφελος για την Δημοκρατία.

•             Η απουσία κατάλληλων μηχανισμών που θα διασφάλιζαν τη διαφάνεια και τα φορολογικά έσοδα του Κράτους ως προς τις αμοιβές των Παρόχων Υπηρεσιών.

•             Η αδυναμία  παρακολούθησης και ο μεγάλος διοικητικός φόρτος λόγω της ευχέρειας που παρέχει το Πρόγραμμα για επενδύσεις σε υπό ανέγερση ακίνητα.

•             Η απουσία ικανοποιητικών μηχανισμών ελέγχου που θα μείωναν το ενδεχόμενο εικονικών επενδύσεων ή πρόωρης εγκατάλειψης τους.

Η Υπηρεσία μας επισημαίνει την αρνητική εικόνα που έχει δημιουργηθεί, εντός και εκτός Κύπρου, ως προς την εφαρμογή του Προγράμματος, εικόνα που επιδεινώθηκε πρόσφατα μετά τα δημοσιεύματα του ξένου τηλεοπτικού δικτύου Al Jazeera. Οι πολύ αρνητικές διαπιστώσεις που περιλαμβάνονται στην παρούσα Έκθεση, όπως και οι εξίσου αρνητικές διαπιστώσεις που φαίνεται να περιλαμβάνονται στο πόρισμα της τριμελούς Ερευνητικής Επιτροπής που είδαν πρόσφατα σε λεπτομέρεια το φως της δημοσιότητας, μπορούν να αποτελέσουν εργαλείο για αποκατάσταση της αρνητικής αυτής εικόνας.

Ειδικά, η διεξαγωγή ελέγχου από το Ανώτατο Ελεγκτικό Ίδρυμα της χώρας μας, και η πρόθεση που από τώρα καταγράφουμε για διενέργεια, εφόσον το Πρόγραμμα συνεχιστεί, νέου ελέγχου (follow up) που θα σχεδιαστεί και εκτελεστεί περί το τέλος του 2021, ώστε να διαπιστωθεί αξιόπιστα αν έχουν ληφθεί ικανοποιητικά διορθωτικά μέτρα, θεωρούμε ότι συμβάλλει στη διαφύλαξη του κύρους της Δημοκρατίας και στη θωράκιση του Προγράμματος. Άλλωστε, η διαφάνεια στη διαχείριση των δημοσίων εσόδων είναι συνυφασμένη, από την εποχή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, με το κράτος δικαίου και τις αρχές λογοδοσίας που πρέπει να το διέπουν. Η δε διαπίστωση, μέσω του συνταγματικώς καθορισμένου εξωτερικού ελέγχου, τυχόν απωλειών στα έσοδα του κράτους και η προσεκτική δημοσιοποίηση των ευρημάτων επί συγκεκριμένων περιπτώσεων, όχι μόνον δεν βλάπτει, αλλά ωφελεί, το δημόσιο συμφέρον.

Διαβάστε αυτούσια την έκθεση εδώ