Ειδοποίηση τερματισμού της σύμβασης παραχώρησης του έργου της ενιαίας ανάπτυξης του λιμανιού και της μαρίνας Λάρνακας παρέδωσε το Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων στην εταιρεία Kition Ocean Holdings Ltd, με τον αρμόδιο Υπουργό Αλέξη Βαφεάδη να τονίζει ότι πλέον ενεργοποιούνται οι διαδικασίες για επαναφορά και λειτουργία του λιμανιού και της μαρίνας της πόλης από το κράτος και παράλληλα θα υπάρξει συζήτηση με τους τοπικούς φορείς για υλοποίηση του όλου έργου με «εναλλακτικούς τρόπους».
Αναγγέλλοντας τον τερματισμό της σύμβασης, συνολικής αξίας €1,2 δισεκατομμυρίων, ο κ. Βαφεάδης είπε πως η απόφαση αυτή ουσιαστικά λήφθηκε μετά από διαβουλεύσεις με την Νομική Υπηρεσία με την οποία έχουμε ενημερωθεί πως μη ανανέωση της εγγυητικής «είναι μία παραβίαση ενός ουσιώδη όρου της σύμβασης η οποία δεν μπορούσε να μην εκπληρωθεί».
Η εν λόγω εγγυητική αφορούσε τις λειτουργίες και τη συντήρηση (Operations and Maintenance) ύψους €8 εκατομμυρίων η οποία δεν ανανεώθηκε, ενώ υπάρχουν άλλες δύο εγγυητικές, μια αξίας €4,9 εκατ., που αφορούσε στην ασφάλεια διενέργειας των κατασκευών (Constructions performance security), για την οποία η εταιρεία ζήτησε την έκδοση μονομερούς διατάγματος μη ρευστοποίησης, ενώ υπάρχει και τρίτη εγγυητική αξίας €3,2 εκατ, που αφορά τη διασφάλιση πληρωμών προς το κράτος από την εταιρεία που λαμβάνει τα τέλη χρήσης του λιμανιού (payments security), για την οποία, όπως ανέφερε ο κ. Βαφεάδης, το κράτος ζήτησε με επιστολή την περασμένη Παρασκευή τη ρευστοποίησή της.
«Συνεπώς η μη άρνηση της Kition εκ των πράξεών της να μην ανανεώσει την εγγυητική μας έχει οδηγήσει στην απόφαση να τερματίσουμε άμεσα τη σύμβαση», τόνισε ο Υπουργός Μεταφορών.
Όπως είπε, η κίνηση αυτή, «ουσιαστικά ενεργοποιεί μια διαδικασία με την οποία το λιμάνι και η Μαρίνα, η ενιαία αυτή ανάπτυξη επανέρχεται στη διαχείριση του κράτους».
«Το κράτος», πρόσθεσε, «είναι έτοιμο να λειτουργήσει το λιμάνι, χωρίς καμία διακοπή, έχει λάβει όλα τα μέτρα τα οποία χρειάζονται για να συνεχιστεί η απρόσκοπτη λειτουργία του λιμανιού, ούτως ώστε οι βασικές αυτές υπηρεσίες να συνεχίσουν να εξυπηρετούν τις ανάγκες της Κύπρου».
Λέγοντας ότι «οι επόμενες μέρες και ώρες θα δείξουν ποια θα είναι η επόμενη μέρα για το έργο», ο Υπουργός Μεταφορών είπε ότι επικοινώνησε ήδη με τον Δήμαρχο Λάρνακας ζητώντας τη διευθέτηση συνάντησης με την τοπική κοινωνία, αν είναι δυνατόν την Παρασκευή, «ούτως ώστε να ορίσουμε την έναρξη της επόμενης φάσης, δηλαδή της λύσης Β’, που έχουμε μιλήσει και στο παρελθόν, και βασικά αφορά τα μέτρα τα οποία θα πάρουμε για να μπούμε άμεσα στην υλοποίηση του έργου με εναλλακτικούς τρόπους».
«Από τη στιγμή που η σύμβαση αυτή έπρεπε να καταγγελθεί, εμείς έχουμε δεσμευτεί ότι το έργο θα προχωρήσει και ενεργοποιούμε αυτή την πρόθεσή μας με την πρώτη αυτή συνάντηση αυτής της Παρασκευής», είπε, τονίζοντας ότι «η δέσμευσή μας είναι ότι το έργο θα υλοποιηθεί, δυστυχώς δεν μπορεί να υλοποιηθεί με τη σύμβαση αυτή θα βρεθούν όμως άλλοι τρόποι για να προχωρήσει».
Σε ερώτηση αν η Κυβέρνηση έχει συγκεκριμένα στοιχεία που θα απαιτήσει από την ανάδοχο, ο κ. Βαφεαδης είπε ότι το τελικό ύψος της απαίτησης προς την εταιρεία είναι αντικείμενο μελέτης που εκπονείται τώρα και θα ενημερωθεί από την Νομική Υπηρεσία για τα περαιτέρω.
Απαντώντας σε ερώτηση αν η Kition θα προσφύγει στα Δικαστήρια για τερματισμό της σύμβασης ο κ. Βαφεάδης απάντησε αρνητικά, προσθέτοντας ότι είχε οριστεί μια συνάντηση νωρίτερα την Δευτέρα για να συζητηθεί η «ομαλή μετάβαση της λειτουργίας του λιμανιού στο κράτος», στην οποία ωστόσο η εταιρεία δεν προσήλθε.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο Υπουργός Μεταφορών υπενθύμισε πρόσφατή του αναφορά ότι το επενδυτικό ενδιαφέρον για την Κύπρο υπάρχει. «Το ενδιαφέρον το συναντούμε συνεχώς, είτε από κράτη είτε από μεγάλες εταιρείες οι οποίες επικοινωνούν με την Κυβέρνηση και ζητούν να δουν αν υπάρχουν έργα τα οποία μπορούν να επενδύσουν. Συνεπώς δεν μας προβληματίζει το γεγονός αν υπάρχουν διαθέσιμα ταμεία στο εξωτερικό, θεωρούμε θα βρεθεί ο επενδυτής»; Είπε, προσθέτοντας ότι στη διαδικασία πρόσκλησης προσφορών αναμένουμε ότι θα συμμετάσχουν και αυτοί.
Απαντώντας σε παρατήρηση ότι το κράτος ενδεχομένως να χάσει χρήματα λόγω μη ανανέωσης της εγγυητικής, η οποία θα έπρεπε να ρευστοποιηθεί, ο κ. Βεφεάδης είπε ότι τα χρήματα αυτά δεν χάνονται αλλά θα είναι μέρος των αποζημιώσεων που θα ζητήσουμε να λάβουμε».
«Ήταν ουσιώδης όρος του συμβολαίου, θα κριθεί στο Δικαστήριο αλλά εμείς πιστεύουμε ότι δικαιούμαστε αυτά τα λεφτά και θα τα διεκδικήσουμε», είπε, προσθέτοντας ότι την περασμένη Παρασκευή, το κράτος ενεργοποίησε όρο της σύμβασης, βάσει του οποίου δικαιούται να διεκδικήσει και την άλλη εγγυητική.
«Έχουμε ενεργοποιήσει αυτή τη σύμβαση και η τρίτη εγγυητική είναι αντικείμενο διαδικασίας στο Δικαστήριο», είπε.
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, ο κ. Βεφεάδης είπε ότι θα κάνει την «αυτοκριτική» του, ούτως ώστε να εξεταστούν τα προβλήματα που υποστήριζε ότι αντιμετώπιζε η εταιρεία και να εξετάσει αν κάτι πρέπει να διορθωθεί «ούτως ώστε στην επόμενη διαδικασία να μην αντιμετωπίσουμε τα ίδια προβλήματα».
Τόνισε ωστόσο ότι η ανάδοχος εταιρεία προέβαλλε κάποιους ισχυρισμούς για προβλήματα που αντιμετώπιζε, για να προσθέσει ωστόσο ότι αν η εγγυητική ανανεωνόταν τα ζητήματα αυτά θα μπορούσαν να εξεταστούν από αρμόδιες επιτροπές που εξετάζουν θέματα δημοσίων έργων.
Προβλήματα από τις αρχές Ιανουαρίου
Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, το πρόβλημα ξεκίνησε από τέλος Ιανουαρίου όταν η εταιρεία δεν ανανέωσε την εγγυητική των €8 εκατ., ενώ οι αρχές είχαν αποστείλει τέσσερις προειδοποιητικές επιστολές χωρίς αποτέλεσμα. Υπενθυμισαν τη συνάντηση που έγινε μεταξύ της εταιρείας και του Προέδρου της Δημοκρατίας και την ανακοίνωση της εταιρείας ότι θα ανανέωνε την εγγυητική ανακοίνωση που, όπως, αναφέρθηκε, αποσύρθηκε στη συνέχεια.
Παράλληλα αναφέρθηκε ότι η μείωση της εγγυητικής στα €4,2 εκατ. δεν είχε γίνει αποδεκτή από το κράτος, αφού επρόκειτο για υπολογισμούς της εταιρείας που «δεν είχαν γίνει αποδεκτοί», με το κράτος να αποδέχεται όπως δοθεί η εγγυητική με την απαίτηση της εταιρείας να εξεταστεί σε Δικαστήριο Επίλυσης Διαφοράς, κάτι που επίσης δεν έγινε.
Οι ίδιες πηγές υπενθύμισαν ότι η εταιρεία ζητούσε την αλλαγή των φάσεων της σύμβασης, επιταχύνοντας πρώτα την κατασκευή και πώληση ακινήτων και μετά τα αναγκαία έργα υποδομής. Παρά το ότι τα έργα υποδομής ήταν το ουσιαστικό σκέλος του έργου, το κράτος είχε δηλώσει πρόθυμο να συζητήσει μέσω των αρμόδιων επιτροπών αφού όμως ανανεωθεί η εγγυητική κάτι που, όπως αναφέρθηκε, πάλι δεν έγινε.