Η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Δέσπω Μιχαηλίδου δημοσιοποίησε απόψεις επί του προτεινόμενου περί Ενιαίας Εκπαίδευσης (Δομές Υποστήριξης) Νόμου του 2021 και του αντίστοιχου προσχεδίου Κανονισμών και διατυπώνει τη θέση ότι το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού έχει την υποχρέωση να επαναξιολογήσει τη φιλοσοφία και το περιεχόμενο  της προτεινόμενης νομοθεσίας, ώστε να διασφαλιστεί η συμβατότητα της με τις πρόνοιες της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, της Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (ΣΔΑΑ),  και με τις προδιαγραφές που έθεσαν οι αρμόδιες Επιτροπές των Ηνωμένων Εθνών.
 
Η Επίτροπος διαπιστώνει ότι τα προσχέδια της νομοθεσίας που προωθεί το ΥΠΠΑΝ δεν συνιστούν εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, καθότι δεν εισάγουν ουσιαστικές διαρθρωτικές αλλαγές, παρά μόνο συντηρούν τη φιλοσοφία και τον πυρήνα των υφιστάμενων δομών, με άλλο ενδεχομένως όνομα ή ορολογία.
 
Κατά την Επίτροπο παραδόξως, ο Ευρωπαϊκός Φορέας που ανέλαβε τη συγγραφή των κειμένων, φαίνεται να μην ακολουθεί ή να παραβιάζει τις κατευθυντήριες εντολές και προδιαγραφές που έθεσε ως προϋπόθεση και ως τον ακρογωνιαίο λίθο της νέας νομοθεσίας.
 
Διευκρινίζει ότι τα έγγραφα ετοιμάστηκαν από τον Ευρωπαϊκό Φορέα για την Ειδική και Ενιαία Εκπαίδευση (Ευρωπαϊκός Φορέας), για λογαριασμό του Υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας (ΥΠΠΑΝ), στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης για την Ενιαία Εκπαίδευση.
 
Διατυπώνει τη θέση πως είναι ευδιάκριτο ότι, τα τελικά κείμενα, όπως διαμορφώθηκαν, δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα που καθόρισε ο ίδιος ο Φορέας που τα ετοίμασε. Επισημαίνεται δε ότι, το ΥΠΠΑΝ, παρότι ανέθεσε σε ανάδοχο Φορέα τη συγγραφή των κειμένων, εντούτοις δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη συμμόρφωσης με τα διεθνή πρότυπα.
             
Μεταξύ άλλων η Επίτροπος παρατηρεί πως ενώ γίνεται λόγος για ενιαία εκπαίδευση (inclusive education), στην πραγματικότητα, αυτό που κατοχυρώνεται με τον νέο Νόμο είναι μία «καλύτερη ένταξη» (integration) με παράλληλη διατήρηση του διαχωρισμού (segregation), αφού δεν αποκλείει ο προτεινόμενος Νόμος τη φοίτηση μερίδας παιδιών σε «Πολυδύναμους χώρους στήριξης», ούτε αποκλείει την πλήρη και μόνιμη φοίτηση συγκεκριμένων παιδιών σε Κέντρα Στήριξης της Ενιαίας Εκπαίδευσης (exclusion). Τούτο καταδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας την άρνηση ή την απουσία βούλησης ή τη διστακτικότητα συμμόρφωσης της αρμόδιας Αρχής ή τη μη κατανόηση της έννοιας της ενιαίας εκπαίδευσης, προσθέτει.
 
Διατυπώνει επίσης τη θέση ότι η εισαγωγή ενός νέου νομοθετικού πλαισίου για την Ενιαία Εκπαίδευση απαιτεί μια οριζόντια αναθεώρηση και προσαρμογή όλων των Νόμων και Κανονισμών που διέπουν  ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα, περιλαμβανομένων των Κανονισμών που διέπουν τη Δημοτική και τη Μέση Εκπαίδευση, καθώς επίσης των αναλυτικών προγραμμάτων, των μεθόδων διδασκαλίας, των δεικτών επιτυχίας και επάρκειας, των εργαλείων αξιολόγησης, του συστήματος ανάθεσης και πρόσληψης σχολικών συνοδών, του μηχανισμού διαχείρισης κονδυλίων και προϋπολογισμών, του τρόπου διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού εντός και μεταξύ των σχολικών μονάδων κ.λπ.
 
Αναφέρει ακόμα πως καθίσταται εξαιρετικά δύσκολο, έως αδύνατο, να εισαχθεί η Ενιαία Εκπαίδευση, κατά την έννοια πάντοτε της ΣΔΑΑ, αν δεν τροποποιηθεί παράλληλα και ταυτόχρονα ολόκληρο το εκπαιδευτικό πλαίσιο.
 
«Η υπόδειξη μου αυτή δεν φαίνεται να λήφθηκε υπόψη σε κανένα στάδιο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, ούτε δόθηκαν εξηγήσεις από την αρμόδια Αρχή για τους λόγους μη-συμμόρφωσης από το 2018 μέχρι σήμερα», επισημαίνει.
 
Σύμφωνα με την Επίτροπο, οποιαδήποτε νομοθετική πρόταση προωθηθεί για την Ενιαία Εκπαίδευση δεν μπορεί να αποτελείται από αποσπασματικές αναφορές και «εποικοδομητικές ασάφειες», αλλά πρέπει να περιλαμβάνει σαφείς ρυθμίσεις και διατάξεις για την αποτελεσματική και υποχρεωτική τους εφαρμογή, π.χ. ως προς τη διασφάλιση της αμεσότητας στην κάλυψη των ατομικών αναγκών των μαθητών, ως προς τον τρόπο που θα εφαρμόζεται η διαφοροποίηση διδασκαλίας και αξιολόγησης, ως προς τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της προτεινόμενης συνδιδασκαλίας, ως προς τα προσόντα των μελών που θα συγκροτούν τις επιστημονικές επιτροπές, ως προς τους μηχανισμούς και τα χρονοδιαγράμματα της πρώιμης διάγνωσης και παρέμβασης, ως προς το σύστημα λογοδοσίας και τους δείκτες πιστοποίησης ποιότητας κ.λπ.
 
Τονίζει δε ότι η απλή αναφορά σε καινοτόμες ιδέες, χωρίς μετρήσιμα κριτήρια εφαρμογής και χωρίς υποχρέωση συμμόρφωσης, δεν προσδίδει προστιθέμενη αξία στη χρησιμότητα και αποτελεσματικότητα ενός νομικού εργαλείου.
             
Η Επίτροπος αναφέρει ακόμα πως παρά το γεγονός ότι το Γραφείο της υπέβαλε αναλυτικά σχόλια σε όλα τα στάδια της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, εντούτοις, οι εν λόγω υποδείξεις δεν φαίνεται να λήφθηκαν σοβαρά υπόψη κατά τη σύνταξη της προτεινόμενης νομοθεσίας.
 
Αναφέρει πως οι παρατηρήσεις της υποβάλλονται για σκοπούς προβληματισμού και με την προοπτική αναθεώρησης του περιεχομένου της προτεινόμενης νομοθεσίας και σημειώνει πως θεωρεί επίσης σημαντικό, σε κάθε στάδιο αξιολόγησης των κειμένων που προωθούνται από το ΥΠΠΑΝ, να παραχωρείται σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη επαρκής χρόνος (τουλάχιστον 6-8 βδομάδες) για προσεκτική μελέτη και υποβολή εποικοδομητικών παρατηρήσεων.
 
«Ευελπιστώ ότι, το προτεινόμενο νομικό πλαίσιο θα τεθεί προς περαιτέρω συζήτηση και σε ορθές βάσεις, οι οποίες να συνάδουν με τις Αρχές της Σύμβασης και της ΣΔΑΑ και με το ενιαίο εκπαιδευτικό πλαίσιο όπως αυτό ορίζεται από τις αρμόδιες Επιτροπές των Ηνωμένων Εθνών που έχουν τοποθετηθεί εκτενώς επί του θέματος», σημειώνει η κ. Μιχαηλίδου.
 
Διευκρινίζει ότι, οι απόψεις της δεν είναι εξαντλητικές, αλλά ενδεικτικές και επιφυλάσσεται για υποβολή περαιτέρω απόψεων σε οποιοδήποτε μελλοντικό στάδιο της διαδικασίας.
 
Τέλος αναφέρει ότι η παρούσα θέση της διαβιβάζεται στον Υπουργό Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας, για ενέργειες στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του. Παράλληλα, κοινοποιείται στον Γενικό Διευθυντή του ΥΠΠΑΝ, για ενημέρωση, και στον Πρόεδρο και Μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παιδείας και Πολιτισμού και την Πρόεδρο και Μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ίσων Ευκαιριών μεταξύ Ανδρών και Γυναικών, για σκοπούς κοινοβουλευτικού ελέγχου. Κοινοποιείται, επίσης, στις Οργανώσεις που αποτάθηκαν στο Γραφείο της για απόψεις επί του θέματος.
 
Διαβάστε επίσης