Το έργο του Φρανκ Βέντεκιντ «Το Ξύπνημα της Άνοιξης» σκηνοθέτησε το 2012 ο Δημήτρης Λιγνάδης, ο οποίος εργάστηκε και για τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου.

 

Το Δεκέμβριο του 2012 ο σκηνοθέτης καταπιάστηκε με τα ζητήματα της εφηβείας σε σύγκρουση με το κατεστημένο, την οικογένεια, τη θρησκεία, το σχολείο και τις σωφρονιστικές μεθόδους. Ένα έργο σκληρό, γεμάτο εντάσεις και ανατροπές. ”Ζωές που ψάχνονται, ζωές που χάνονται, ζωές που εγκαταλείπονται. Προβλήματα, ανασφάλειες και ερωτηματικά πνίγουν τους μαθητές ενός επαρχιακού σχολείου που περνάνε στην εφηβική ηλικία χωρίς να υπάρχει κανείς να τους δώσει τις απαραίτητες απαντήσεις στο «ξύπνημα» των ονείρων τους και στην υπέρ-άφθονη ορμή που τους χαρίζει η ζωή”, όπως αναφερόταν χαρακτηριστικά στις ανακοινώσεις της περιόδου.

Λίγο πριν από την πρεμιέρα του έργου στη Λευκωσία, ο Δ. Λιγνάδης είχε παραχωρήσει συνέντευξη στην εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ, από την οποία ρωτήθηκε αν το θέατρο έχει και εμπορική πλευρά, αν είναι και μια επιχείρηση.

«Φυσικά είναι μια επιχείρηση. Είναι ένα σούπερ μάρκετ συναισθημάτων. Στο οποίο δουλεύουν μεν επιστήμονες, πνευματικοί άνθρωποι, αλλά δεν παύει να είναι σούπερ μάρκετ. Θέλω δύο κιλά λύπη, ενάμιση γραμμάριο χαρά…

Όλοι οι ηθοποιοί έχουν στη τσέπη τους στοκ. Είναι πολύ πιο κοντά στη λειτουργία ενός πορνικού επαγγέλματος παρά ενός μαγικού-ποιητικού όπως το φανταζόμαστε.

Όταν έχεις να δώσεις διπλή παράσταση, και ενώ εσύ παίζεις το ίδιο αλλά ο πελάτης είναι διαφορετικός, αυτό είναι πολύ κοντά σε μια διάσταση πορνική, και δεν το λέω με την κακή έννοια. Σέβομαι την πορνεία πάρα πολύ. Ο πελάτης πληρώνει για να του κάνεις ένα ψυχικό στριπτίζ, να πιστέψει για δύο ώρες ότι είσαι δικός του, ότι μόνο γι’ αυτόν υπάρχεις, και η αμοιβή σου είναι το χειροκρότημά του. Και μετά πρέπει να το επαναλάβεις. Κι αύριο, κι αύριο. Εκεί πρέπει να αναζητηθεί η μαγεία του θεάτρου. Όχι στο “έλα να κάνουμε μια παράσταση να ‘ρθουν κάτι φίλοι”. Ναι, πιστεύω ότι είναι μια επιχείρηση. Αλλά, όχι επιχείρηση χρημάτων. Είναι μια επιχείρηση ματαιοδοξίας. Αν δεν υπάρχει ματαιοδοξία, κανείς δεν μπορεί να γίνει ηθοποιός, κατά τη γνώμη μου. Ματαιοδοξία σημαίνει ότι κυνηγάω κάτι μάταιο, το χειροκρότημα. Αέρας είναι το χειροκρότημα. Δεν σου δίνει λεφτά να φτιάξεις σπίτια. Δεν σε ενδιαφέρουν τα σπίτια. Εγώ δεν ξέρω κανέναν ηθοποιό που όταν του πεις στα 40 ή στα 50 του “θα σε πληρώνω όσα θα έβγαζες αλλά δεν θα παίζεις”, θα δεχτεί. Θα σου πει “όχι, εγώ θέλω να παίζω, ακόμα και χωρίς λεφτά”.

Άρα, δεν είναι θέμα χρημάτων. Αλλά ματαιοδοξίας, κάποιοι θα έλεγαν και ανωμαλίας. Δεν μπορώ να ορίσω τι είναι ανωμαλία, γιατί πρώτα πρέπει να ορίσω τι είναι ομαλότητα».

Ο κος Λιγνάδης μίλησε για το θέατρο στην Κύπρο, ζητήματα που αφορούν τον τομέα του, καθώς και το θέμα αναγκαιότητας και χρησιμότητας της Τέχνης.
«Πολλοί θεωρούν για τις τέχνες ότι είναι θέμα λίγων, ότι είναι πολυτέλεια. Ότι αφορούν μόνο κάποιους διανοούμενους, κάποιες ευαίσθητες ψυχές και κάποιους γκέι. Δεν είναι όμως έτσι. Η τέχνη είναι για όλους. Γίνεται από λίγους αλλά για όλους. Αυτή την πολιτιστική αφύπνιση θα ήθελα στη Λευκωσία, την οποία σε μεγάλο βαθμό δεν βλέπω. Βλέπω αντίθετα έναν υλικό πολιτισμό να δομείται.

Δεν μιλάω ως πνευματικός Έλληνας, γιατί η χώρα μου έχει γίνει ένα κωλοχανείο αυτή τη στιγμή. Το λέω προς αποφυγή αυτού του κωλοχανείου. Η κρίση είναι η τελευταία ευκαιρία για την Ελλάδα να αναθεωρήσουμε κάποιες αξίες. Τελευταία όμως, δεν θα υπάρξει άλλη.

Προσωπικά θα ήθελα να ξυπνώ σε μια Ελλάδα που να ευημερεί μεν αλλά να μπορώ να λέω το σ’ αγαπώ ελληνικά.

Και όχι, για παράδειγμα, γερμανικά; Ναι. Κι ακόμη χειρότερα, να μην το λέω καθόλου».

Πηγή: ΕΡΤ

Διαβάστε επίσης:

Αποτροπιασμός στο πανελλήνιο: Μαρτυρίες σοκ «καίνε» τον Λιγνάδη

Δεύτερος ηθοποιός κατηγορείται για βιασμό: Διάψευση ότι βρίσκεται στην Κύπρο

Φρίκη απ΄τη γειτονιά του Λιγνάδη: «Ακούγαμε φωνές, νομίζαμε ήταν πρόβες»