Ποινή φυλάκισης 18 χρόνων επέβαλε το Δικαστήριο στον 42χρονο Hussein Farouh για τον φόνο της 31χρονης πρώην συζύγου του στην Πάφο στις 21 Ιανουαρίου 2020.
Ο κατηγορούμενος έχει βρεθεί ένοχος μετά από δική του παραδοχή στη κατηγορία της ανθρωποκτονίας για την οποία προβλεπόμενη από τον Νόμο ποινή είναι η δια βίου φυλάκιση. Όπως ανέφερε το Δικαστήριο , η αφαίρεση ζωής δεν αποτελεί απλά μια έκφραση αντικοινωνικής συμπεριφοράς αλλά πράξη καταστροφική για το κοινωνικό σύνολο και τα Δικαστήρια επιβάλλουν πάντοτε αυστηρές ποινές. Σκοπός είναι βέβαια, όπως αναφέρθηκε, η προστασία της κοινωνίας και η διασφάλιση της αποτροπής διάπραξης τέτοιου είδους εγκλημάτων. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί, είπε η Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου, είναι αν το γεγονός ότι το θύμα διατηρούσε σχέση με άλλο πρόσωπο και το ότι ο κατηγορούμενος τους είδε στο καναπέ του σπιτιού να φιλιούνται δικαιολογούν την προσωρινή απώλεια αυτοελέγχου του κατηγορούμενου.
Έχουμε εξετάσει σημειώνει το Δικαστήριο, με ιδιαίτερη προσοχή την θέση του συνηγόρου υπεράσπισης του 42χρονου δικηγόρου Κ. Δημητρίου, σε συσχετισμό με τα γεγονότα όπως έχουν τεθεί ενώπιον τους και δεν συμφωνούν με την θέση του. Το Δικαστήριο ανακοινώνοντας την απόφαση του είπε πως ακόμη και να υπήρξε συναισθηματική φόρτιση του κατηγορούμενου όταν το θύμα του είπε ότι αγαπά άλλο, παρά τη θέση του δικηγόρου του 42χρονου ότι η «ατιμία» της συζύγου φαίνεται να ήταν ανεκτή από τον κατηγορούμενο μέχρι την τελευταία φορά που «εκάμψαν τις ηθικές του αντιστάσεις» αυτή δεν δικαιολογεί την αντίδραση του να το κτυπήσει με μαχαίρι και να το εγκαταλείψει αιμόφυρτο στο σπίτι.
Το θύμα πέθανε από αιμορραγία και αυτό έχει την σημασία του γιατί έγκαιρη μεταφορά του στο νοσοκομείο πιθανό να είχε άλλη εξέλιξη για το θύμα. Ούτε όμως μπορούμε να δεχτούμε είπε η πρόεδρος του Κακουργιοδικείου Ρέα Λιμνατίτου, ότι «λόγοι τιμής» όπως τους χαρακτήρισε ο κ. Δημητρίου δικαιολογούν την πράξη του κατηγορούμενου, ούτε το γεγονός ότι το θύμα διατηρούσε σχέση με άλλο άντρα ενώ βρισκόταν σε διάσταση με τον κατηγορούμενο μπορεί στη σημερινή εποχή να αποτελεί «ατιμωτική ενέργεια» εκ μέρους του θύματος προς τον κατηγορούμενο.
Η συμπεριφορά και η πράξη του κατηγορούμενου είναι το αποτέλεσμα της ζήλειας του προς το θύμα και του εγωιστικού γεγονότος ότι δεν μπορούσε να δεχτεί ότι το θύμα δεν τον ήθελε και αγαπούσε κάποιο άλλο χωρίς να σκεφτεί ότι το θύμα ήταν η μητέρα των επτά παιδιών του. Δεν μπορούν να εξηγηθούν διαφορετικά τα απειλητικά μηνύματα του κατηγορούμενου προς το θύμα και η βία που ασκούσε προς αυτό όπως φαίνονται μέσα από τα γεγονότα είπε η κ. Λιμνατίτου . Ο κατηγορούμενος διέπραξε το αποτρόπαιο έγκλημα σε βάρος του θύματος ενώ βρισκόταν στο σπίτι τα ανήλικα παιδιά τους και το τραγικότερο είναι ότι η συμπεριφορά του κατηγορούμενου προς το θύμα αποκαλύφθηκε μέσα από την αθώα περιγραφή της εξάχρονης κόρης τους που είδε τα διαδραματιζόμενα.
Η Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου ανέφερε πως παρά τον ισχυρισμό του κατηγορούμενου ότι παρακαλούσε το θύμα και ήθελε να συνεχίσουν το γάμο τους δεν δίστασε να το εγκαταλείψει, μετά που το κτύπησε, αιμόφυρτο χωρίς ακόμη και εκείνη την στιγμή να ενδιαφερθεί για την κατάσταση του. Η συμπεριφορά του κατηγορούμενου όπως την περιγράφουμε πιο πάνω είπε, είναι απαράδεκτη και καταδικαστέα και δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την πράξη του. Το αδίκημα που διέπραξε ο κατηγορούμενος είναι από τα σοβαρότερα του ποινικού κώδικα είπε η κ. Λιμνατίτου, και σαν αποτέλεσμα η ποινή που το Δικαστήριο θα επιβάλει πρέπει να είναι τέτοια που να αντικατοπτρίζει αυτή την σοβαρότητα αλλά και να αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα όχι μόνο για τον ίδιο τον κατηγορούμενο αλλά και για άλλος επίδοξους δράστες.
Λήφθηκε επίσης υπόψη συνέχισε, το λευκό ποινικό μητρώο του κατηγορούμενου όπως και τις προσωπικές του περιστάσεις στο βαθμό βέβαια που αυτές μπορούν να ληφθούν υπόψη σε ένα τόσο σοβαρό αδίκημα αλλά δεν συμφωνούμε με την θέση του κ. Δημητρίου ότι υπήρξε συνεργασία με την Αστυνομία. Αντίθετα ο κατηγορούμενος αρνείτο την διάπραξη του αδικήματος.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, την σοβαρότητα του αδικήματος, τις συνθήκες διάπραξης του, την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικής ποινής αλλά και την παραδοχή και μεταμέλεια του κατηγορούμενου όπως και το λευκό του ποινικό μητρώο επιβάλλουμε στο κατηγορούμενο στην δεύτερη κατηγορία ποινή φυλάκισης 18 χρόνων και να ληφθεί υπόψη ο χρόνος κράτησης του από 7/2/2020, ανέφερε το Δικαστήριο .
Ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής Δικηγόρος της Δημοκρατίας Ανδρέας Χατζηκύρου παραθέτοντας τα γεγονότα της υπόθεσης με τα οποία συμφώνησε ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου δικηγόρος Κ. Δημητρίου ανέφερε πως ο κατηγορούμενος και το θύμα ήταν παντρεμένοι και μαζί απέκτησαν 7 παιδιά, τα δύο μεγαλύτερα ηλικίας 15 και 13 ½ χρονών, βρίσκονται στη Συρία και τα υπόλοιπα 5, ηλικίας από 3 μέχρι 12 χρονών, βρίσκονται στη Κύπρο. Μέχρι πρόσφατα, όλη η οικογένεια διέμενε σε ενοικιαζόμενη ανώγειο κατοικία στη Πάφο και το θύμα ασχολείτο με την φροντίδα των παιδιών της.
Τους τσακωμούς, θύματος και κατ/νου, είχαν ακούσει αρκετές φορές γείτονες .
Ο κ. Χατζηκύρου ανέφερε πως στις 20/1/20 και ώρα 1130, Λειτουργοί των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, μετέβησαν στην κατοικία του θύματος, με σκοπό να συνομιλήσουν μαζί της σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης της και να της παράσχουν σχετική βοήθεια όπου εντόπισαν την 31χρονη να βρίσκεται αναίσθητη, ξαπλωμένη ανάσκελα στο πάτωμα του σαλονιού, και είχε σημάδια αίματος στο στήθος της. Ειδοποίησαν αμέσως τηλεφωνικά την προϊστάμενη τους η οποία τηλεφώνησε στην Αστυνομία περί ώρα 1140 και κατάγγειλε το συμβάν.
Την σκηνή επισκέφθηκαν μέλη του ΤΑΕ που απέκλεισαν τη σκηνή και την έθεσαν υπό φρούρηση και επιλήφθηκαν των εξετάσεων.
Αναζητήθηκε ο κατηγορούμενος ο οποίος τελικά ανευρέθηκε στη Λεμεσό όπου κατοικούσε σε υποστατικό με ομοεθνείς του ενώ αναγνωρίστηκε από έναν εξ αυτών ,ενώ τα τρία του παιδιά τα άφησε μετά το φονικό στο σπίτι του αδερφού του, όπως ο ίδιος ανέφερε .
Εν των μεταξύ, στις 20/1/20, αμέσως μετά τον εντοπισμό του θύματος και την έναρξη των Αστυνομικών εξετάσεων προς διαλεύκανση των συνθηκών που της προκάλεσαν το θάνατο, τα πέντε παιδιά του θύματος, τέθηκαν υπό την προστασία των ΥΚΕ.
Την ίδια μέρα το απόγευμα, ένα από τα πέντε, ηλικίας 6 χρονών, ανέφερε στην Λειτουργό των ΥΚΕ, μέσω διερμηνέα, ότι ενώ κοιμόταν στο σπίτι της άκουσε φωνές και είδε τον παπά της να βάζει μαχαίρι στη μάμα της και η μάμα της βογκούσε και έκλεισε τα μάτια της. Ακολούθως, ο παπάς τους είπε να αφήσουν τη μάμα και να πάνε μαζί του. Τέλος, το παιδί ανέφερε ότι ο παπάς έπιασε κάτι κόκκινο από τη μάμα του και ταυτόχρονα με τα λεχθέντα το παιδί έδειξε με το χέρι του το στήθος του. Σημειωτέον ότι σε κάλαθο δίπλα από το θύμα, εντοπίστηκε μαχαίρι με αίματα της θανούσας. Την 21/1/20, λήφθηκε οπτικογραφημένη κατάθεση από το ίδιο παιδί, στη παρουσία Λειτουργού των ΥΚΕ, με τη βοήθεια διερμηνέως.
Σύμφωνα με κατάθεση φίλης του θύματος, το θύμα της είχε παραπονεθεί αρκετές φορές, ότι ο κατ/νος την ζήλευε και ήταν βίαιος και την χτυπούσε, επειδή πίστευε ότι είχε εραστή.