Κάλεσμα προς όσους εκφράστηκαν με «μισαλλοδοξία και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς να τερματίσουν άμεσα τις παρεμβάσεις τους» έκανε σε τοποθέτησή της η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, Δέσπω Μιχαηλίδου.
Αφορμή στάθηκε άρθρο μαθήτρια της Β ΄Λυκείου στη σχολική εφημερίδα σχολείου στη Λευκωσία με τίτλο «Θρησκευτικά στο σχολείο: Επιλογή η υποχρέωση;», το οποίο προκάλεσε την αντίδραση καθηγητών του μαθήματος των θρησκευτικών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με σχόλια όπως «ντροπή» και «αίσχος».
Δείτε το σχετικό άρθρο:
Στην τοποθέτησή της η κα Μιχαηλίδου αναφέρει μεταξύ άλλων πως, «υπό τις περιστάσεις θεωρώ την επίθεση με απαράδεκτους και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς προς το πρόσωπο της μαθήτριας και την ομάδα των εκπαιδευτικών, υπευθύνων της έκδοσης, ως προσπάθεια στέρησης του δικαιώματος του παιδιού στην ελευθερία έκφρασης και συμμετοχής, προσπάθεια χειραγώγησης και περιορισμού της ανάπτυξης της κριτικής του σκέψης. Εκφράσεις που χρησιμοποιήθηκαν, όπως «ντροπή» και «αίσχος», αποτελούν στοιχεία προσωπικής επίθεσης και όχι προσπάθεια για δημόσιο διάλογο ή κριτική των θέσεων της μαθήτριας. Καλώ λοιπόν όσους έχουν εκφραστεί με μισαλλοδοξία και με προσωπικούς, απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς να τερματίσουν άμεσα τις παρεμβάσεις τους».
Αυτούσια η τοποθέτηση της Επιτρόπου:
«H ελευθερία της έκφρασης συνιστά ένα από τα πιο ουσιώδη θεμέλια μιας δημοκρατικής κοινωνίας, μια από τις πρωταρχικές προϋποθέσεις για την πρόοδο της κοινωνίας και την ανάπτυξη της προσωπικότητας των επιμέρους ατόμων. Ποια είναι τα όρια της ελευθερίας λόγου, της ελευθερίας έκφρασης, της ελευθερίας διατύπωσης γνώμης και τι οφείλουν να ανέχονται οι διαφωνούντες με αυτήν
Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ) συνιστούν χρήσιμο εργαλείο, το οποίο μπορεί να θέσει τις βάσεις ενός δημόσιου διαλόγου. Παρόλο που παρακολουθώ, στο μέτρο του δυνατού, τις συζητήσεις που διεξάγονται στα ΜΚΔ, εντούτοις, επιλέγω να παραμένω ουδέτερη στα όρια που ορίζουν οι αρμοδιότητές μου, αφήνοντας τον δημόσιο διάλογο να εξελιχθεί. Ωστόσο, η περίπτωση στοχοποίησης παιδιού-μαθήτριας, η οποία εξέφρασε την άποψή της για το μάθημα των θρησκευτικών με δημοσίευση άρθρου της σε μαθητική εφημερίδα, δεν μπορεί να με αφήσει αδιάφορη.
Το δικαίωμα στη συμμετοχή, μία από τις τέσσερις Βασικές Αρχές της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, ορίζει πως, για να είναι ουσιαστική η εμπλοκή των παιδιών θα πρέπει να μην περιορίζεται σε μία συμβολική ή διακοσμητική εμπλοκή, αλλά να διεξάγεται με τρόπο που να παρέχει χώρο και χρόνο στα παιδιά για ανάληψη πρωτοβουλιών, για τη δημιουργία της ιδέας, τον σχεδιασμό και τη λήψη αποφάσεων για την υλοποίησή της, αλλά και την εφαρμογή αυτών των αποφάσεων σε κάθε στάδιο δράσης από τα ίδια τα παιδιά. Η άσκηση του δικαι ώματος αυτού μπορεί να περιοριστεί μόνο, όταν θίγεται η υπόληψη άλλων ατόμων ή προσβάλλονται δικαιώματά τους ή για τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας, της δημόσιας τάξης, υγείας και ηθών, όπως άλλωστε το Σύνταγμα ορίζει και το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Οι μαθητικές εφημερίδες αποτελούν ένα από τα κυριότερα εργαλεία, ίσως το κυριότερο μέσο έκφρασης, μέσα από τις οποίες το δικαίωμα στη συμμετοχή εφαρμόζεται στο σχολικό περιβάλλον. Ετοιμάζονται και εκδίδονται από τα σχολεία, αποτελούν μέσο έκφρασης των παιδιών, όπου μπορούν να αποτυπώσουν τους προβληματισμούς τους, να σχολιάσουν κριτικά την επικαιρότητα, αλλά και θέματα που άπτονται της κοινωνικής, οικονομικής, εθνικής και σχολικής πτυχής της ζωής παιδιών και ενηλίκων και να παρουσιάσουν τις δράσεις της σχολικής κοινότητας. Οι εκ παιδευτικοί, ως υπεύθυνοι έκδοσης, αποτελούν σημείο αναφοράς και στήριξης στις προσπάθειες των παιδιών, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίζουν τα παιδιά ως αντικείμενα με κατευθυνόμενη σκέψη και δεν ασκούν λογοκρισία επί του περιεχομένου των άρθρων των παιδιών, εκτός των ανωτέρω επιφυλάξεων.
Υπό τις περιστάσεις θεωρώ την επίθεση με απαράδεκτους και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς προς το πρόσωπο της μαθήτριας και την ομάδα των εκπαιδευτικών, υπευθύνων της έκδοσης, ως προσπάθεια στέρησης του δικαιώματος του παιδιού στην ελευθερία έκφρασης και συμμετοχής, προσπάθεια χειραγώγησης και περιορισμού της ανάπτυξης της κριτικής του σκέψης. Εκφράσεις που χρησιμοποιήθηκαν, όπως «ντροπή» και «αίσχος», αποτελούν στοιχεία προσωπικής επίθεσης και όχι προσπάθεια για δημόσιο διάλογο ή κριτική των θέσεων της μαθήτριας. Καλώ λοιπόν όσους έχουν εκφραστεί με μισαλλοδοξία και με προσωπικούς, απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς να τερματίσουν άμεσα τις παρεμβάσεις τους.
Η ελευθερία της έκφρασης δεν υπόκειται στις επιλογές και τις επιθυμίες ισχυρών κοινωνικών ομάδων, τις οποίες επιχειρούν να επιβάλουν απορρίπτοντας παράλληλα διαφορετικές απόψεις. Χωρίς αποδοχή στην έκφραση διαφορετικής άποψης, χωρίς διάλογο, χωρίς απόρριψη των φανατικών αντιδράσεων δεν υπάρχει δημοκρατία. Ας γίνει λοιπόν αντιληπτό ότι έτσι ενδυναμώνεται η δημοκρατική κοινωνία. Απαιτείται κλίμα συνεννόησης και σεβασμού των διισταμένων απόψεων.
Ας ενδυναμώσουμε λοιπόν τη φωνή των παιδιών αντί να επιχειρούμε να τα φιμώσουμε».