Νέα εγκληματολογική μελέτη αναφορικά με τους βιασμούς στην Κύπρο υποβλήθηκε σήμερα στο Υπουργείο Δικαιοσύνης & Δημοσίας Τάξεως. Τα πορίσματα της εν λόγω μελέτης ρίχνουν φως γύρω από τα αποτρόπαια αυτά εγκλήματα, τόσο σχετικά με τα στατιστικά τους μεγέθη στην Κύπρο, όσο και με ποιοτικά χαρακτηριστικά τους του σε σχέση με τις μεθόδους και τις συνθήκες τέλεσής τους. 

 

Την επιστημονική έρευνα, χρησιμοποιώντας πληθώρα διαθέσιμων πηγών, εκπόνησε ο Κύπριος Εγκληματολόγος Δρ Άγγελος Κωνσταντίνου, ο οποίος είναι Συνεργαζόμενο Εκπαιδευτικό Προσωπικό στο «Πρόγραμμα Αστυνομικών Σπουδών» του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου. Μεθοδολογικά, η έρευνα εστίασε στην εις βάθος ανάλυση υποθέσεων δικαστηρίου σε συνάρτηση με το αδίκημα του βιασμού.

Η έρευνα έχει λάβει χορηγία από τον Εθνικό Μηχανισμό για τα Δικαιώματα της Γυναίκας του ΥΔΔΤ της και την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου. Ο πλήρης τίτλος της είναι «Το Αδίκημα του Βιασμού στο Κυπριακό Συγκείμενο: Εγκληματολογική Χαρτογράφηση και Νομική/Νομολογιακή Ανάλυση». Είναι χωρισμένη σε δύο μέρη. Το πρώτο αφορά την εγκληματολογική χαρτογράφηση του βιασμού και επικεντρώνεται στην αποκρυστάλλωση των μεταβλητών που συνθέτουν το σύνολο των αδικημάτων του βιασμού στην Κύπρο και το δεύτερο αφορά τη νομική και νομολογιακή ανάλυση του αδικήματος του βιασμού. Με άλλα λόγια, εστιάζει στο σκεπτικό των δικαστηρίων κατά την εκδίκαση των υποθέσεων, στις επιβληθείσες ποινές και στη σύγκριση της νομοθεσίας/νομολογίας της Κύπρου με αυτές άλλων κρατών-μελών της ΕΕ.

Σύμφωνα με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (European Union Agency for Fundamental Rights), βάσει έρευνας με δείγμα 42.000 γυναίκες σε 28 Κράτη Μέλη (ΚΜ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), περίπου το 8% των γυναικών έχουν βιώσει σωματική ή/και σεξουαλική βία κατά το 2012 και, μία στις τρεις γυναίκες έχει βιώσει κάποια μορφή σωματικής ή/και σεξουαλικής επίθεσης από την ηλικία των 15. Επίσης, 1 στις 10 γυναίκες έχει βιώσει κάποια μορφή σεξουαλικής βίας από την ηλικία των 15 ετών και έπειτα, καθώς και 1 στις 20 γυναίκες έχει υποστεί βιασμό από την ηλικία των 15 και μετά.

Όπως αναφέρεται στην εισαγωγή της έρευνας, «η τέλεση του αδικήματος του βιασμού στην Κύπρο παρουσιάζει κατά την τελευταία δεκαετία (ετησίως) ελάχιστη/μέγιστη τιμή 14/38 αντιστοίχως και, παρότι συγκαταλέγεται στα πιο σοβαρά αδικήματα του ποινικού μας κώδικα, δεν έχει τύχει σημαίνουσας εγκληματολογικής και νομικής ανάλυσης. Τούτου δοθέντος, η έρευνα αυτή αποσκοπεί στην εγκληματολογική εξέταση των αδικημάτων του βιασμού στην Κύπρο σε βάθος χρόνου (τα τελευταία 20 έτη). Συγχρόνως, η έρευνα εστιάζει στη μελέτη του νομικού και νομολογιακού ρυθμιστικού πλαισίου του εν λόγω αδικήματος.»

Σύμφωνα με την Eurostat, κατά το έτος 2017, η Κύπρος κατείχε την έκτη πιο χαμηλή θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ, σε σχέση με τη συχνότητα του βιασμού. Με βάση τα στατιστικά που παραθέτει ο Δρ Κωνσταντίνου, η Κύπρος κατέγραψε 2.34 βιασμούς ανά 100,000 κατοίκους, σε αντιδιαστολή με την Ελλάδα (1.45/100,000) που κατέλαβε τη χαμηλότερη θέση και την Αγγλία/Ουαλία (92.08/100,000) που κατέλαβε την υψηλότερη.

Ωστόσο, επισημαίνει ο συγγραφέας, στις περιπτώσεις μικρών κρατών, όπου η συχνότητα βιασμών είναι σχετικά χαμηλή, ακόμη και μία μικρή διακύμανση μπορεί να οδηγήσει σε ουσιώδη αλλαγή σε σχέση με τη γενική κατάταξή της.

Όπως αποτυπώνεται στο πιο κάτω γράφημα της μελέτης, τα περιστατικά βιασμών στην Κύπρο κατά τη δεκαετία 2010-2019 παρουσίασαν μέση τιμή 23.6. Το 2011 καταγγέλθηκε ο μέγιστος αριθμός περιστατικών (38) ενώ το 2014 ο ελάχιστος (14). Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε το 2012 (-34.2%) και η μεγαλύτερη αύξηση το 2018 (47.4%). 

Όπως διαπιστώνει ο συγγραφέας από την εγκληματολογική χαρτογράφηση του εν λόγω αδικήματος, οι πλείστες των περιπτώσεων βιασμού που οδηγούνται στο δικαστήριο στην πατρίδα μας εμπεριέχουν το στοιχείο της βίας, σχεδόν κατά το ήμισυ περιλαμβάνουν πολλαπλές σεξουαλικές δράσεις και δεν είναι, παρά ένα πολύ μικρό ποσοστό, επαναλαμβανόμενες.

Πρόσθετα, αναφέρει ο Δρ Κωνσταντίνου, φαίνεται να παρουσιάζεται κάποια επικράτηση του αδικήματος κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Επίσης, κατά τις μεταμεσονύκτιες και αυγινές ώρες, καθώς και το Σάββατο και την Κυριακή η τέλεση του αδικήματος εμφανίζεται να είναι αυξημένη.

Οι νέες ολιγόωρες γνωριμίες μεταξύ εν δυνάμει δραστών και θυμάτων σε συνδυασμό με την κατανάλωση αλκοόλ ή και άλλων παράνομων ουσιών αυξάνουν τις πιθανότητες θυματοποίησης των γυναικών.

Παράλληλα, η μεταφορά θυμάτων σε απόμερες περιοχές είναι μια από τις επικρατέστερες κινήσεις των βιαστών. Συγχρόνως, ένας στους δύο βιασμούς περιλαμβάνει το αδίκημα της απαγωγής. Ο βιασμός, εν γένει, δεν συνιστά ομαδική εγκληματική δράση (γνωστή με τον εγκληματολογικό όρο «co-offending») αλλά ατομική («solo-offending) και, κατά κανόνα, 8 στους 10 δράστες δεν παραδέχονται την ενοχή τους.

Αν και τα περισσότερα συμβάντα βιασμού συνοδεύονται από χρήση βίας, σχεδόν ο μισός αριθμός θυμάτων (κατά τη στιγμή της καταγγελίας) δεν φέρει εμφανή σημάδια βίας (κακώσεις) στο σώμα του.

Όπως επισημαίνεται στην μελέτη, τα περισσότερα θύματα βιασμού προχωρούν αυτοβούλως στην καταγγελία του βιασμού τους συνήθως εντός των πρώτων 24 ωρών μετά το συμβάν. Αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι 3 στα 10 θύματα γίνονται αποδέκτες απειλών/πιέσεων για μη-καταγγελία ή απόσυρση της καταγγελίας για βιασμό.

Όσον αφορά την κυπριακή νομοθεσία σε σχέση με το αδίκημα του βιασμού, σε γενικές γραμμές, περιλαμβάνει στοιχεία που διαφυλάττουν τη σεξουαλική αυτονομία των θυμάτων.

Στο καταληκτικό του σχόλιο, ο Δρ Άγγελος Κωνσταντίνου σημειώνει πως «η μη απαίτηση απόδειξης αντίστασης από το θύμα και η ρητή προϋπόθεση ότι χωρίς συναίνεση η συνουσία καθίσταται παράνομη, ευθυγραμμίζουν τη νομοθεσία μας με νομοθεσίες άλλων κρατών που θεωρούνται ότι έχουν θεσπίσει θυματοκεντρικές προσεγγίσεις (π.χ. Αγγλία/Ουαλία, Βέλγιο, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο). Παρόλα αυτά, η εθνική μας νομοθεσία (και νομολογία), όπως επεξηγείται στο κείμενο, χρήζει επικαιροποίησης.»