Μια εντυπωσιακή ιστορία ελληνοτουρκικής συνεργασίας, από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 στην Καρπασία, φέρνει στο φως η μαρτυρία ενός Κύπριου ομογενή στην Αυστραλία. Σε συνέντευξή του, περιγράφει πως «έσπασε» η ανομβρία στα χωριά τους, Ριζοκάρπασο και Γαληνόπορνη, μετά που οι Τουρκοκύπριοι τους ζήτησαν να προσευχηθούν μαζί και να τελέσουν Ορθόδοξη στην αρχαία εκκλησία της Αγίας Άννας.
Στην προσευχή, ο χότζας γονάτισε μαζί με τους παπάδες για να παρακαλέσουν τον Θεό, την Παναγία, την Αγία Άννα και τον Απόστολο Ανδρέα να βρέξει, κάτι που έγινε αμέσως μετά το πέρας της συγκλονιστικής προσευχής.
Όπως γράφει η Stephanie Jacobs για τον «Νέο Κόσμο» της Αυστραλίας, το 2015, στα πλαίσια της διδακτορικής της διατριβής, πήρε συνέντευξη από τον Αντώνη Πιτράκκου, Ελληνοκύπριου από τη Λευκωσία που μετακόμισε σε νεαρή ηλικία στο Ριζοκάρπασο. Το χωριό είχε ένα πληθυσμό 3200 κατοίκων και λιγότεροι από 10 ήταν Μουσουλμάνοι και έτσι θεωρείτο ελληνικό χωριό. Περίπου 12 μίλια νοτιοδυτικά ήταν η Γαληνόπορνη, που θεωρείτο τουρκικό χωριό αφού είχε 600 Μουσουλμάνους και 15 Χριστιανούς.
Όμως, σύμφωνα με τον κύριο Αντώνη, ο πληθυσμός της Γαληνόπορνης μιλούσε μόνο την κυπριακή ελληνική διάλεκτο. «Αυτοί οι άνδρες και γυναίκες, μιλούν ελληνικά! Ακόμα και τις βραδυνές ώρες! Μέσα στο σπίτι! Δεν μπορείς να ακούσεις καθόλου τουρκικά.»
Οι ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το κυπριακό παρελθόν δημοσιεύονται σήμερα στην αγγλόφωνη έκδοση της ελληνικής εφημερίδας της Αυστραλίας «Νέος Κόσμος».
Ο κ. Πιτράκκου εξήγησε πως όταν οι Οθωμανοί ήρθαν στο χωριό τον 16ο αιώνα, μερικοί από τους άνδρες έκαναν τις Κυπριοπούλες γυναίκες τους, αλλά τα κορίτσια μιλούσαν μόνο κυπριακά ελληνικά. Έτσι, τα παιδιά τους έμαθαν ελληνικά. Ήταν μουσουλμάνοι, ακολουθώντας την θρησκεία του πατέρα τους και αλλά για πολλές γενέες μιλούσαν μόνο ελληνικά. Αυτό ήταν συχνό φαινόμενο στην Κύπρο και υπήρχαν πολλά «τουρκοκυπριακά χωριά» των οποίων ο μουσουλμανικός πληθυσμός δεν μιλούσε την κυπριακή τουρκική διάλεκτο καθόλου. Αυτό επιβεβαιώνεται τόσο από περιηγητές όσο και από επίσημες αναφορές της βρετανικής διοίκησης.
Στην Γαληνόπορνη υπήρχε η παλιά εκκλησία της Αγίας Άννας που χτίστηκε δίπλα από μια φυσική πηγή νερού, το ευλογημένο νερό της Αγίας Άννας. Με την μουσουλμανοποίηση του χωριού η εκκλησία έπεσε σε αχρησία, όμως το νερό συνέχισε να ρέει.
Η οικογένεια του Αντώνη είχε ζώα σε ένα κομμάτι γης κοντά στην Γαληνόπορνη. Θυμάται όταν το 1947, κατά τη διάρκεια μιας έντονης ξηρασίας, πήγαν για να δουν αν τα πρόβατα και οι κατσίκες ήταν καλά. Όταν πήγα εκεί, μια ομάδα ντόπιους τους προσέγγισαν με μια σημαντική έκκληση: «Όταν τους συναντήσαμε μας είπαν, στα ελληνικά, "Μητέρα Μαρία και Απόστολε Ανδρέα - πείτε τους εδώ στην Γαληνόπορνη πίνουμε το νερό της Αγίας Άννας. Το πίνουμε. Πίνουμε το νερό από την πηγή."»
Οι Μουσουλμάνοι της Γαληνόπορνης ζήτησαν από τους Χριστιανούς του Ριζοκαρπάσου να προσευχηθούν εκ μέρους τους και να πουν της Παναγίας και του Αποστόλου Ανδρέα ότι υποφέρουν και χρειάζονται βοήθεια, χρειάζονται βροχές. Είχαν ήδη προσευχηθεί με τον Τουρκοκύπριο χότζα, αλλά βροχές δεν ήλθαν. Ως Μουσουλμάνοι ήξεραν την ευλογημένη Παναγία, την μητέρα του Ιησού και την μητέρα της Άννα και συνειδητοποιούσαν ότι η μικρή εκκλησία και το νερό της έχουν ειδική δύναμη, γι' αυτό με πολλή σοβαρότητα και με προσευχητική διάθεση έπιναν το νερό από την πηγή. Παρά ταύτα, πάλι δεν ερχόταν βροχή. Διότι δεν ήξεραν τι άλλο να κάνουν οι ίδιοι, σκέφτηκαν ότι οι Χριστιανοί πρέπει να είναι πιο κοντά στην Αγία Άννα και στην Παναγία και βεβαίως στον Κύπριο Απόστολο Ανδρέα, του οποίου το Μοναστήρι ήταν μόνο 10 με 12 μίλια πιο πάνω, στην χερσόνη της Καρπασίας. Αν προσεύχονταν οι Χριστιανοί, σίγουρα οι Άγιοι και οι Παναγία θα τους άκουγαν.
Οι Χριστιανοί είχαν αναστατωθεί. Εξ' άλλου, ένιωθαν και αυτοί τις συνέπειες της ξηρασίας. Και αυτοί προσεύχονταν αλλά δεν υπήρχε όφελος αφού δεν έβρεχε. Τι άλλο έπρεπε να κάνουν; Και τότε ήρθε μια ιδέα...
Πίσω στο Ριζοκάρπασο, αναφέρει ο Αντώνης, «είπαμε στον ιερέας μας πως οι άνθρωποι από την Γαληνόπορνη έκλαιγαν και ήθελαν από μας να ζητήσουμε από την Μαρία και τον Απόστολο Ανδρέα να κάνουν να βρέξει». Ήδη το δοκίμασαν αυτό, αλλά τι θα γινόταν αν έπαιρναν τις εικόνες από την εκκλησία τους - και τις έπαιρναν κάτω από το βουνό στην εκκλησία της Αγίας Άννας στην Γαληνόπορνη και προσεύχονταν σε αυτό το αρχαίο μέρος; Ίσως αυτό χρειαζόταν τελικά.
Σε μερικές μέρες, το σχέδιο εφαρμόστηκε. Πολλοί Χριστιανοί ενώθηκαν με την πομπή των Τουρκοκυπρίων Μουσουλμάνων. Πήρε αρκετές ώρες να μεταφερθούν οι εικόνες από το Ριζοκάρπασο στην Γαληνόπορνη. Δύο παπάδες ήρθαν με ό,τι χρειαζόταν για να τελέσουν μια σωστή λειτουργία. Όταν κόντεψαν στην εκκλησία της Αγίας Άννας, οι χωρικοί της Γαληνόπορνης μαζεύτηκαν γύρω τους. Οι ιερείς φόρεσαν τα άμφιά τους και προετοίμασαν τα σκεύη και τα κεριά. Οι πολύτιμες εικόνες τοποθετήθηκαν με προσοχή και η ξεκίνησε η προσευχή. Χριστιανοί και μουσουλμάνοι γονάτισαν και προσευχήθηκαν καθώς έψαλλαν οι ιερείες. Ο Αντώνης θυμάται την συγκλονιστική σκηνή: «Ο χότζας, ο ιερέας των Τούρκων, ήταν κάτω γονατιστός. Ο Τούρκος χότζας, ήταν εκεί γονατιστός και προσευχόταν. Προσευχόταν με τους παπάδες μας!»
Οι Τουρκοκύπριοι της Γαληνόπορνης έφεραν μαζί τους ψωμί, νερό, ελιές και τυρί και μετά την λειτουργία το πρόσφεραν στους επισκέπτες τους. Όταν οι Χριστιανοί πήραν τις εικόνες τους για να φύγουν εν πομπή προς το Ριζοκάρπασο, «υπήρξε χαρά και ευχαριστία από τον λαό της Γαληνόπορνης διότι ήξεραν ότι θα βρέξει!». Πολλοί χωρικοί της Γαληνόπορνης συνόδευσαν τους Έλληνες και τους βοήθησαν να μεταφέρουν όλα όσα έφεραν και να τους δείξουν την φιλία και τον σεβασμό τους.
Και η ιστορία που ανέφερε ο κ. Αντώνης στην Stefania Jacobs καταλήγει με το θαύμα: «Ω, Στεφανία! Άκου και αυτό, όταν έφυγαν από το Ριζοκάρπασο για την Γαληνόπορνη, στα μισά του δρόμου έβλεπαν στον ουρανό και έβρεχε! Πολλή βροχή!»
Όπως αναφέρει η Jacobs, ο κ. Αντώνης μετανάστευσε στην Αυστραλία το 1948 σε ηλικία 22 χρονών. Μιλούσε καλά αγγλικά αλλά όταν έλεγε αυτή την ιστορία γλιστρούσε ξαφνικη στα ελληνικά κυπριακά. Ήταν πολύ βαθύ, βουτηγμένο σε πνευματική σημασία, για να εμπιστευτεί την αφήγησή του στα αγγλικά. Ήταν μια συγκινητική ιστορία για ένα θαύματα που ακολούθησε μια διαθρησκευτική προσευχή. Σύμφωνα με την Jacobs, «είναι μια ιστορία των παπάδων και του χότζα να γονατούν μαζί, οι Χριστιανοί και οι Μουσουλμάνοι να προσεύχονται μαζί και οι κοινές τους προσπάθειες να δίνουν αποτελέσματα τα οποία ούτε οι Χριστιανοί από μόνοι τους, ούτε οι Μουσουλμάνοι από μόνοι τους, δεν μπορούσαν να πετύχουν. Ο επίλογος - ίσως το πιο χαρακτηριστικό κομμάτι της ιστορίας - είναι το δεός με το οποίο ο Αντώνης έβλεπε τους Μουσουλμάνους της Γαληνόπορνης.»
Ο κ. Αντώνης αναφέρει ότι «οι Τούρκοι πίστευαν περισσότερο από εμάς. Δεν θα το σκεφτόσουν αυτό. Γιατί δεν έβρεξε όταν εμείς προσευχόμασταν γι' αυτό; Μόλις πήγαν να πιάσουν τις εικόνες για να τις πάρουν στην Αγία Άννα, και όταν πήραν τις εικόνες για να φύγουν, ξεκίνησε να βρέχει. Έβρεχε όλη μέρα και όλη νύχτα», είπε γελώντας. «Και επίσης και την επόμενη μέρα! Είναι γι' αυτό, σου το λέω, είχαν πιο πολύ εμπιστοσύνη και πίστη από εμάς. Γιατί, όταν εμείς προσευχόμασταν για βροχή, δεν έβρεχε; Όταν ήρθαν κάτω οι εικόνες, δεν χάσαμε ούτε μια μέρα βροχής. Ήταν πραγματικά βαριά βροχή, όχι ψιλόβροχο. Είναι γι' αυτό που λέω πως αυτοί οι άνθρωποι πίστευαν περισσότερο από εμάς. Όταν πήρα τις δύο εικόνες στην Γαληνόπορνη, όταν οι παπάδες είπαν τις προσευχές τους και έβλεπες τον χότζα να γονατά εκεί - διότι ο χότζας, αυτός πίστευε. Και όταν προσευχηθήκαμε δεν είχε βροχή αλλά όταν πήραμε τις εικόνες στην Γαληνόπορνη, ακριβώς εκείνη την ώρα, έβρεξε. Αλλά όχι απλώς βροχή, νεροποντή. Ο τόπος πλημμύρισε με νερό.»
Ο κ. Αντώνης και οι συγχωριανοί τους έγιναν μάρτυρες σε μια ισχυρή θρησκευτική εμπειρία. Μετά, κατανόησαν γιατί έσπασε η ανομβρία. Συλλογίστηκαν πως οι προσευχές των Χριστιανών στην παλιά εκκλησία της Αγίας Άννας ήταν η κρίσιμη πράξη. Θα μπορούσαν να πιστώσουν την επιτυχία στους εαυτούς τους. Όμως, ένιωσαν ότι η αφοσίωση των Μουσουλμάνων έγινε αισθητή από την Παναγία και τον Απόστολο Ανδρέα και πως οι ικεσίες τους εισακούστηκαν ενώ αυτές των Χριστιανών όχι. «Είναι γιαυτό που σου λέω πως είχαν περισσότερη εμπιστοσύνη και πίστη από εμάς».
Απ' ότι φαίνεται μετά θαυματουργή λήξη της ανομβρίας του 1947 η ιστορία μεταδόθηκε και η εκκλησία της Αγίας Άννας ανακαινίστηκε. Ο αρχαιολόγος Tuncer Bağışkan έγραψε το 2014 στην εφημερίδα «Yeni Düzen» για προσκηνύματα στην Γαληνόπορνη σε εποχές ξηρασίας, ακόμα και από την Πάφο. «Αρκετές φορές έλεγαν ότι η βροχή ξεκινούσε πριν την λήξη της προσευχής και πως αυτοί που πήγαιναν γίνονταν μούσκεμα.» Ακόμα και μετά που η μικρή εκκλησία καταστράφηκε ως επακόλουθο των συγκρούσεων του 1963, οι προσκηνυτές πήγαιναν να προσευχηθούν σε εποχές ξηρασίας.
Ένας κάτοικος της Γαληνόπορνης, ο İsmet Koldaş, ανέφερε στον Bağışkan ότι η μητέρα του πάντοτε πρόσφερε χαλλούμι, ψωμία, ελιές και νερό στους Ελληνοκύπριους προσκυνητές, ίσως αυτούς που ζούσαν ακόμη, μετά το 1974, στον Κορμακίτη ή στο Ριζοκάρπασο, που πήγαιναν να προσευχηθούν στην εκκλησία της Αγίας Άννας. Μερικοί από τους συγχωριανούς της δεν το ενέκριναν και η είδηση ότι τρατάτει τους Χριστιανούς έφτασαν στα αυτιά των Τουρκοκυπρίων πολιτικών.
Όταν ο «πρόεδρος» του αποσχιστικού καθεστώτος Rauf Denktaş επισκέφθηκε το χωριό, αναζήτησε την Τουρκοκύπρια γριά και την ρώτησε γιατί προσφέρει φαγητό στους Έλληνες. Του απάντησε «δεν είναι η φιλοξενία παράδοση των Τούρκων;» Ο «πρόεδρος» παραδέχτηκε πως είχε δίκαιο. Ο γιος της ένιωσε ότι οι προσβολή και η πρόκληση από τον ίδιο τον Ντενκτάς προκάλεσαν τον θάνατό της μετά από λίγο καιρό.
Περιστατικά όπως το πιο πάνω αναγνωρίζονται ως αποδείξεις των ειδικών δυνάμεων που έχει η Εκκλησία. Σε μετέπειτα ανομβρίες όταν θα επισκεφθεί κόσμος την Γαληνόπορνη από μακριά, οι Μουσουλμάνοι θα προσφέρουν την παραδοσιακή φιλοξενία για να συμβάλλουν στις συνθήκες που χρειάζονται για να απαντηθούν οι προσευχές τους.
Η Jacobs αναρωτήθηκε ποια ήταν επίσημη άποψη για το θαύμα και πως οι επίσκοποι, ο Αρχιεπίσκοπος, οι ιμάμηδες και το Μέγας Μουφτής ανταποκρίθηκαν στην είδηση, καθώς η ιστορία μεταδιδόταν στα τέλη της δεκαετίας του 1940.
Στο άρθρο του Bağışkan, που γράφτηκε το 2014, αφήνεται να νοηθεί πως μετά το 1974, όταν η ηλικιωμένη Τουρκάλα της Γαληνόπορνης κατηγορήθηκε για την φιλοξενία της προς τους Έλληνες, οι Μουσουλμάνοι σταμάτησαν να συμμετέχουν στις προσευχές για να βρέξει. Για την Αντώνη, που έζησε το θαύμα από πρώτο χέρι και που έφυγε από την Κύπρο τον επόμενο χρόνο, το αυθεντικό νόημα ήταν ατόφιο αλλά, γράφει η Jacobs, «η αυθεντική θαυματουργή, γενναιόδωρη εξήγηση του Αντώνη και των συγχωριανών του, συμπεριλαμβανομένων και των δύο ιερέων, δεν επιβίωσε σε ένα αστικό πλαίσιο και στην εξέταση και ανάλυση της θρησκευτικής ελίτ». Οι ανοχή και η οικειότητα μεταξύ των απλών ανθρώπων και των θρησευτικών ιεροτελεστιών τους φαίνονται αδιανόητα σήμερα, αναφέρει.
Ο κ. Αντώνης περιγράφει μια εποχή και μια περιοχή που οι Χριστιανοί Έλληνες και οι Μουσουλμάνοι Τούρκοι της Κύπρου γνώριζαν και συμπαθούσαν και σέβονταν ο ένας τον άλλον και οι ηγετικές φυσιογνωμίες, όπως οι παπάδες και ο χότζας, που ήταν έτοιμοι να δοκιμάσουν κάτι το διαφορετικό για να βοηθήσουν τις κοινότητές τους. «Οι θρησκευτικές διαχωριστικές γραμμές ήταν πιο πορώδεις και οι θρησκευτικοί ηγέτες στα μικρά χωριά ήταν πιο ανεχτικοί και φιλόξενοι - ίσως και πιο ανοιχτοί στα θαύματα - απ' ότι πολλοί σήμερα», σημειώνει η Jacobs.
70 τόσα χρόνια μετά, ο Αντώνης Πιτράκκου μιλά γι' αυτό το θαύμα με ικανοποίηση και ένα αίσθημα κατεπείγοντος με την πρόθεση να μεταφέρει την βαθιά σημασία του «σπασίματος» της ανομβρίας.
Διαβάστε επίσης: