Με το διάσημο κυπριακό έδεσμα της «σιεφταλιάς» επέλεξε να ασχοληθεί εν μέσω της πανδημίας του κορωνοίού ο αρθρογράφος της Χουριέτ Γιουσούφ Κανλι, αφιερώνοντας ένα ολόκληρο άρθρο με τίτλο «Το κυπριακό debate για το σιεφταλί»
Όπως σημειώνει όσοι δεν είναι τόσο εξοικειωμένοι με τον κυπριακό πολιτισμό μπορεί να μην το εκτιμούν, αλλά το κεμπάπ «Şeftali» έχει μια ιδιαίτερη θέση στον πολιτισμό του νησιού.
Σύμφωνα με τον Κanli, η ελληνοκυπριακή εκδοχή του είναι «σεφταλιά» και, σύμφωνα με έναν ισχυρισμό, εξελίχθηκε στα τουρκικά για να γίνει «Şeftali» ή «Peach».
«Υπάρχουν διάφοροι αστικοί μύθοι για το πώς εξελίχθηκε το όνομα του. Σύμφωνα με ένα, μαγειρεύτηκε για πρώτη φορά από έναν σεφ, τον Αλί, και έγκαιρα από το «κεμπάπ του Σεφ Αλί» έγινε το κεμπάπ «Şeftali», ισχυρίζεται.
Ακολούθως σημειώνει πως «ούτως ή άλλως, μαζί με το "Molohiya" ή το Mulukhiyah (εβραϊκή μολόχα) που εισήχθη από την Αίγυπτο αλλά μαγειρεύτηκε διαφορετικά, το κολοκάσι (Colocasia), ένα υπόλειμμα της βρετανικής αποικιοκρατίας, το λουβί το μαυρομάτικο, τα μπιζέλια, τα κολοκυθάκια, το πράσινο κρεμμύδι και τον κολιανδρο, τα κεφτεδάκια με πατάτες, το τουρσί σέλινο και το χαλούμι, το κεμπάπ Şeftali αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του τουρκοκυπριακού μαγειρικού πολιτισμού. Είναι πράγματι άσχετο με το πώς εξελίχθηκε το όνομα».
Ο αρθρογράφος διερωτάται μάλιστα αν μπορεί κάποιος να είναι Τουρκοκύπριος ή Ελληνοκύπριος εάν δεν τρώει «Şeftali ή Sheftalya» και απαντά πως αυτό είναι μια ανοησία
Ωστόσο, συνεχίζει, ορισμένοι Τουρκοκύπριοι πρέπει να έχουν βαρεθεί πολύ τα περιοριστικά μέτρα από τον κορωνοϊό.
«Υπάρχει μια συζήτηση που συνεχίζεται στη «Βόρεια Κύπρο» (όπως αποκαλεί το ψευδοκράτος) πώς και γιατί το Şeftali πρέπει να «σωθεί».
«Ορισμένοι ξενοδόχοι, τουριστικοί πράκτορες και ιδιοκτήτες καταστημάτων θρηνούν, για προφανείς λόγους, και αντιτίθενται σε μια τέτοια συζήτηση στην κοινωνία, τονίζοντας ότι τα προβλήματά τους δεν συζητήθηκαν τόσο με πάθος από την κοινωνία. Έχουν όντως δίκιο. Αλλά, για να είμαι ειλικρινής, ακόμη και αν μπορεί να ενέχει κίνδυνο για όσους έχουν χοληστερόλη, σε συνδυασμό με μια σαλάτα με λουβι μαυρομάτικο και βραστά κολοκυθάκια, λίγες κυπριακές τηγανητές πατάτες και μια φέτα φρέσκου ψωμιού χωριάτικης ζύμης, εάν παρασκευαστούν και μαγειρεμένο καλά, το Şeftali μπορεί να είναι μια έκρηξη γεύσης».
Ακολούθως ο Κanli, αναφέρεται στους διάφορους τρόπους μαγειρέματος της σιεφταλιάς σημειώνοντας πως προφανώς, τα προβλήματα των ξενοδόχων, των τουριστικών πρακτόρων, και των πολιτικών που προσπαθούν να βρουν χρηματοδότηση για όλους τους τομείς και τμήματα της κοινωνίας που απαιτούν υποστήριξη - είναι όλα σημαντικά. «Αλλά, αν επιστέψουμε σε μια «νέα κανονικότητα» χωρίς να λάβουμε υπόψη ένα πιθανό δεύτερο ή ακόμη και τρίτο κύμα πανδημίας, το τελικό κόστος μπορεί να είναι πολύ οδυνηρό. Έτσι, είναι πολύ καλύτερο να μιλάμε για αρτοποιείο ή πώς να μαγειρεύουμε ένα συγκεκριμένο κεμπάπ»
«Είναι τουλάχιστον πολύ πιο ασφαλές για τον γράφοντα να συζητήσει γιατί η TV Dialog αφαιρέθηκε από τον τουρκικό δορυφόρο», σημειώνει καταληκτικά.