Την ανησυχία μελών της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αλλά και εκπροσώπων φορέων που συμμετείχαν στη σημερινή της συνεδρίαση, προκάλεσαν τα στοιχεία που αναφέρθηκαν, σύμφωνα με τα οποία ένα στα πέντε παιδιά είναι θύμα κακοποίησης και ένα στα έξι παιδιά αντιμετωπίζει ψυχικά προβλήματα.

Ο εκπρόσωπος της ΟΕΛΜΕΚ, Χρήστος Τζιώρτας, που συμμετείχε στη συνεδρίαση της Επιτροπής, ανέφερε ότι τα φαινόμενα είναι εντονότερα μετά την περίοδο της πανδημίας, σημειώνοντας ότι περίπου 4000-4500 παιδιά είναι θύματα κακοποίησης. Ανέφερε, επίσης, ότι οι αριθμοί αυτοί αφορούν τις περιπτώσεις που καταγγέλλονται, προσθέτοντας ότι ο πραγματικός αριθμός των περιπτώσεων ενδεχομένως να είναι μεγαλύτερος.

Εξάλλου, όπως προκύπτει από στοιχεία της ΜΚΟ Hope for Children, το 30% των καταγγελιών για κακοποίηση παιδιών γίνονται στο σχολικό περιβάλλον, καθώς αυτό αποτελεί το πρώτο σημείο επαφής για ένα παιδί. Επίσης, η Παιδοψυχίατρος Ειρήνη Λόρδου, ανέφερε ότι σύμφωνα με τα στατιστικά που έχει στη διάθεσή της η Παιδοψυχιατρική Εταιρεία Κύπρου, ένα στα έξι παιδιά παρουσιάζει ψυχολογικά προβλήματα, σημειώνοντας ότι έχει παρατηρηθεί ραγδαία αύξηση στους αριθμούς αυτούς τα τελευταία χρόνια.

Τα στοιχεία παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο της συζήτησης για τη διαχείριση περιστατικών από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας (ΥΚΕ), με αφορμή την υπόθεση κακοποίησης πέντε παιδιών σε χωριό της Λάρνακας, η οποία ήρθε στη δημοσιότητα στις 28 Μαρτίου. Εισαγωγικά κατά τη συνεδρίαση η Πρόεδρος της Επιτροπής, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, ανέφερε ότι οι ΥΚΕ φαίνεται να «τρέχουν πίσω από τα γεγονότα». Η Υφυπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας Μαριλένα Ευαγγέλου ενημέρωσε τα μέλη της Επιτροπής ότι, σε σχέση με τις πρόσφατες καταγγελίες κακοποίησης παιδιών, ζητήθηκε αμέσως έκθεση γεγονότων και ακολούθησαν οδηγίες για τη διεξαγωγή διοικητικής έρευνας με χρόνο ολοκλήρωσης έναν μήνα.  

Διαβάστε επίσης: Κακοποίηση βρέφους: Αντίθετη η οικογένεια με την απόφαση ΓΕ - Ζητά επανεξέταση

Εξάλλου, η Επίτροπος για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού, Δέσπω Μιχαηλίδου – Λιβανίου, έκανε λόγο για διαχρονικές αδυναμίες, παραπέμποντας σε διαπιστώσεις της τέως Επιτρόπου, Λήδας Κουρσουμπά, σε έκθεσή της το 2017, και σημειώνοντας ότι οι αδυναμίες αυτές διαιωνίζονται.

Η κ. Μιχαηλίδου, είπε ότι για τη σωστή διαχείριση των περιστατικών που αφορούν παιδιά, πέρα από πλήρη στελέχωση των ΥΚΕ, χρειάζεται να εστιάσουν οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες στην πολυθεματική συνεργασία, ενώ αναφέρθηκε και στη σημασία πρωτοκόλλων συνεργασίας μεταξύ υπηρεσιών.

Επίσης, η κ. Μιχαηλίδου επεσήμανε και την ανάγκη για σωστή αναδιάρθρωση των ΥΚΕ, προκειμένου να δρουν κυρίως προληπτικά. «Εάν δεν ακούσουμε την ανάγκη αναθεώρησης, θα επανερχόμαστε κάθε φορά με τις ίδιες αστοχίες», είπε, σημειώνοντας ότι οι αστοχίες αφορούν κυρίως προγράμματα πρόληψης.

Η Επίτροπος επεσήμανε και το πρόβλημα υποστελέχωσης των ΥΚΕ, αναφέροντας ότι ο φόρτος εργασίας επηρεάζει τον χρόνο που μπορεί να αφιερώσει ένας λειτουργός για να δει τις ανάγκες κάθε περίπτωσης, να εξατομικεύσει τα δεδομένα και να προχωρήσει σε εισηγήσεις. Πρόσθεσε, ακόμα, ότι ο χρόνος που μπορεί να αφιερώσει ένας λειτουργός, επηρεάζει και το χτίσιμο εμπιστοσύνης με τα παιδιά, καθώς και τη δυνατότητά του να εξετάσει και άλλες ανάγκες, πέρα από τις συνθήκες διαβίωσης και διατροφής.

Από την πλευρά της η Υφυπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας, Μαριλένα Ευαγγέλου, ανέφερε ότι έχουν πρόσφατα προσληφθεί 15 λειτουργοί στις ΥΚΕ, αλλά και ότι επίκειται περαιτέρω ενίσχυση του προσωπικού μετά την απόφαση της Βουλής για αποπαγοποίηση των θέσεων στον δημόσιο τομέα, σημειώνοντας ότι θα ξεκινήσει ή και θα συνεχίσει διαδικασία πλήρωσης και άλλων θέσεων σε όλες τις βαθμίδες και τμήματα των ΥΚΕ.

Η κ. Ευαγγέλου αναφέρθηκε και στη διεξαγωγή διοικητικής έρευνας για τον χειρισμό της υπόθεσης των πέντε παιδιών στη Λάρνακα, λέγοντας ότι σκοπός της είναι να διαφανεί αν τηρήθηκαν οι διαδικασίες και ότι δεν μηδενίζεται με τον τρόπο αυτό ο ρόλος και το έργο των ΥΚΕ. Σημείωσε, ακόμα, ότι η ολοκλήρωση της έρευνας έχει χρονοδιάγραμμα ενός μήνα.

Πάντως, ο Γενικός Διευθυντής του Υφυπουργείου, Γιάννης Νικολαΐδης υπογράμμισε ότι η ενίσχυση των ΥΚΕ είναι σημαντικό να γίνει με στοχευμένο τρόπο. Γι’ αυτό, όπως είπε, έχει ήδη προκηρυχθεί διαγωνισμός για μελέτη που θα υποδείξει ποια θα είναι η σωστή στελέχωση, προκειμένου να δοθεί στήριξη σε συγκεκριμένους τομείς.

Η Υφυπουργός παρουσίασε, επίσης, στην Επιτροπή τις ενέργειες που γίνονται στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενου έργου για τον εκσυγχρονισμό και την αναδιάρθρωση των ΥΚΕ. Ανέφερε ότι από τον Απρίλιο του 2023 εφαρμόστηκε το πρόγραμμα του «Κοινωνικού Λειτουργού της Γειτονιάς». Είπε, ακόμα, ότι υλοποιείται η πρόσληψη συνοδών και μεντόρων για παιδιά, αλλά και η πρόσληψη επαγγελματιών εποπτών, που ενισχύουν το έργο των λειτουργών και αποφορτίζουν το προσωπικό πρώτης γραμμής.

Η κ. Ευαγγέλου σημείωσε, επίσης, ότι υλοποιείται η λειτουργία πολυθεματικών ομάδων για τη στενότερη συνεργασία των συναρμόδιων φορέων, όπως η Αστυνομία, οι Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, το Υπουργείο Παιδείας, ενώ ανακοίνωσε ότι προωθείται η ανάπτυξη εργαλείου αξιολόγησης και διαβάθμισης επικινδυνότητας, για την εξυπηρέτηση του συμφέροντός του παιδιού.

Εξάλλου, τη σημασία της πολυθεματικής προσέγγισης υπογράμμισε και η Μαρία Κυρατζή, Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, σημειώνοντας ότι αναμένεται εντός του 2025 να προκηρυχθεί μελέτη για την εφαρμογή της οριζόντιας παιδικής προστασίας με τη εμπλοκή των τεσσάρων Υπουργείων που συνδράμουν στα θέματα αυτά, δηλαδή των Υπουργείων Παιδείας, Υγείας, Δικαιοσύνης και του Υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας.

Στην ίδια κατεύθυνση, καταθέτοντας την επιστημονική ματιά στο ζήτημα, η Παιδοψυχολόγος Ειρήνη Λόρδου επιβεβαίωσε ότι η στελέχωση των ΥΚΕ από μόνη της δε θα αποτελέσει λύση και επεσήμανε ότι πρόβλημα αποτελεί και η έλλειψη κοινών εργαλείων ανάμεσα στα εμπλεκόμενα Υπουργεία, καθώς και η απουσία κοινής διαχείρισης των περιστατικών.

Η κ. Λόρδου ανέφερε ότι θα πρέπει να είναι συστημικός ο τρόπος διαχείρισης, εξηγώντας ότι κάτι τέτοιο απαιτεί τη δημιουργία διεπιστημονικού μοντέλου στήριξης ανά σχολική μονάδα με ενίσχυση του ρόλου του σχολικού ψυχολόγου, την καθιέρωση των κοινωνικών λειτουργών ανά σχολική μονάδα, την ενίσχυση των παρεμβάσεων από ΜΚΟ, καθώς και την εκπαίδευση προσωπικού πρώτης γραμμής (εκπαιδευτικών, ιατρικού και  νοσηλευτικού προσωπικού, κοινωνικών λειτουργών).

Στις δυσκολίες παρέμβασης των ΥΚΕ αναφέρθηκε και η Πρόεδρος της ΠΟΕΔ, Μύρια Βασιλείου, η οποία είπε ότι η περίπτωση των πέντε παιδιών στη Λάρνακα δεν είναι η πρώτη στην οποία ο ρόλος του σχολείου αποδείχθηκε καταλυτικός. Ανέφερε ότι οι εκπαιδευτικοί έχουν την επιμόρφωση και την κατάρτιση για να εντοπίσουν στοιχεία που υποδηλώνουν κακοποίηση, επεσήμανε όμως την ανάγκη να θεσμοθετηθεί ο ρόλος των κοινωνικών λειτουργών στις σχολικές μονάδες, προκειμένου είναι πιο άμεση η παρέμβαση.

«Έχουμε ήδη αργήσει με τους κοινωνικούς λειτουργούς στα σχολεία», ανέφερε ο Χρήστος Τζιώρτας εκ μέρους της ΟΕΛΜΕΚ, ο οποίος σημείωσε ότι, πέρα από ενίσχυση των ΥΚΕ, χρειάζεται και ενίσχυση των συμβουλευτικών υπηρεσιών που παρέχονται στα σχολεία, αλλά και καλύτερος συντονισμός των υπηρεσιών μεταξύ τους.

Πάντως, η εκπρόσωπος του Hope for Children, Άντρη Αγκαστινιώτη, σημείωσε ότι είναι πολύ ικανοποιητικό το γεγονός ότι τα παιδιά που πέφτουν θύματα κακοποίησης μπορούν να μιλούν στο σχολείο και ανέδειξε ως πολύ σημαντικό το γεγονός ότι οι δάσκαλοι καταφέρνουν να χτίζουν σχέσεις εμπιστοσύνης με τα παιδιά.

Η Πρόεδρος της Επιτροπής και Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, εξήρε τον ρόλο των εκπαιδευτικών, ενώ σε δηλώσεις της μετά τη συνεδρίαση ανέφερε ότι, αν και μέλη της Επιτροπής είχαν στοχοποιηθεί για την ψήφιση της νομοθεσίας για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, οι εκπαιδευτικές οργανώσεις ανέφεραν πως η υπόθεση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού στην προδημοτική, αποκαλύφθηκε στο πλαίσιο εφαρμογής του προγράμματος για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση.

«Ως κοινωνία θα πρέπει να κάνουμε βήματα μπροστά και ως Κυβερνήσεις και ως Υπουργεία και Υφυπουργεία, πρέπει να σκεφτόμαστε πρώτα τους πολίτες και όχι την επικοινωνιακή εικόνα μιας Κυβέρνησης», σημείωσε η κ. Χαραλαμπίδου, αναφέροντας ότι ακόμα κι αν οι πολιτικές για την προστασία ευάλωτων ομάδων απαιτούν κεφάλαια και δαπάνες, θα δημιουργήσουν μία κοινωνία σε υγιή θεμέλια.

Η κ. Χαραλαμπίδου εξέφρασε τη διαφωνία της για το ότι μόλις εντοπίστηκε η υπόθεση των πέντε παιδιών στη Λάρνακα, η Υφυπουργός «επιχείρησε να το περιθωριοποιήσει λέγοντας ότι είναι η υπόθεση στα δικαστήρια», όπως είπε, και πρόσθεσε ότι «αυτό που εκδικάζεται είναι η υπόθεση εναντίον των γονέων και όχι η διαχείριση από πλευράς ΥΚΕ, το οποίο είναι το θέμα που συζήτηση η Επιτροπή σήμερα».

Διαφωνία εξέφρασε, επίσης, με το γεγονός ότι η Υφυπουργός «καθυστέρησε πάρα πολύ να ανακοινώσει την διοικητική έρευνα, πράγμα το οποίο έγινε μετά από την δημόσια κατακραυγή, τη διάσταση που πήρε το θέμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, την αντίδραση από τους πολίτες».

Η κ. Χαραλαμπίδου συνέχισε λέγοντας ότι «δεν μπορούμε να παραβλέπουμε τίποτα» σε υποθέσεις που αφορούν παιδιά. Έθεσε το ερώτημα πως δεν έγινε αντιληπτή η περίπτωση της Λάρνακας, αφού εισήχθη ο κοινωνικός λειτουργός της γειτονιάς, καθώς και γιατί δεν έχουμε αρκετούς εκπαιδευτικούς ψυχολόγους που να λειτουργούν σε συνεργασία με τις ΥΚΕ.

Αναφέρθηκε, επίσης, στο γεγονός ότι το θέμα της υποστελέχωσης των ΥΚΕ επισημάνθηκε από την κ. Κουρσουμπά από το 2017 και, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου, είπε ότι πλέον δεν πείθει ως δικαιολογία και ότι θα έπρεπε να ήταν η προτεραιότητα η στελέχωση. Ακόμα, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου, είπε ότι θα ζητήσει την διοικητική έρευνα των ΥΚΕ, μόλις ολοκληρωθεί.

Πέρα από το ζήτημα το ευθυνών που μπορεί να υπάρχουν, ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Γιώργος Κουκουμάς, είπε κατά τη συνεδρίαση ότι πρέπει να εξεταστεί αν υπάρχουν και δομικά προβλήματα στις ΥΚΕ, σημειώνοντας ότι, αν όντως κάθε λειτουργός διαχειρίζεται 100 υποθέσεις, το αποτέλεσμα μπορεί να σχετίζεται και με τον φόρτο εργασίας του. Έθεσε, επίσης, το ζήτημα ακαδημαϊκής εξειδίκευσης λειτουργών και των σχεδίων υπηρεσίας, καθώς και ζήτημα επάρκειας πρωτοκόλλων χειρισμού υποθέσεων.

Η Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Φωτεινή Τσιρίδου, σε δηλώσεις της μετά τη συνεδρίαση, έκανε λόγο για τεράστιο κενό στην εκπαίδευση και στην έγκαιρη ανταπόκριση της πολιτείας. «Χρειάζονται πρωτοβουλίες, να αλλάξουν νοοτροπίες, δομές και καλύτερη συνεργασία μεταξύ του κράτους και της κοινωνίας των πολιτών, χρειάζεται ένα συστημικός τρόπος διαχείρισης και καλύτερος συντονισμός όλων των φορέων για να προστατεύσουμε τα παιδιά μας», είπε.

«Μπορεί να έγιναν πολλά τα τελευταία χρόνια όμως φαίνεται ότι ακόμα είμαστε πίσω», πρόσθεσε, ενώ σημείωσε ότι δεν μπορεί, ενώ η Κύπρος είναι πρώτη σε αριθμό και κόστος δημόσιων υπαλλήλων, οι αρμόδιες υπηρεσίες που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή για τα παιδιά που χρειάζονται προστασία είναι υποστελεχωμένες. Είπε, ακόμα, ότι κάθε σχολική μονάδα πρέπει να έχει εξειδικευμένο εκπαιδευτικό ψυχολόγο.

Ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χρίστος Σενέκης, με παρέμβασή του στη συνεδρίαση ανέφερε ότι η αντίδραση της Υφυπουργού στην υπόθεση της Λάρνακας είναι μέσα στα σωστά χρονικά πλαίσια και σημείωσε ότι μέσω της διοικητικής έρευνας μπορεί να διαφανούν αδυναμίες. Είπε, ακόμα, ότι η συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών ή ακόμα και με τις τοπικές αρχές μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη και αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών.

Πηγή: ΚΥΠΕ