Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) καταδίκασε την Κυπριακή Δημοκρατία σε σχέση με την υπόθεση κράτησης και έκδοσης του Ρώσου φυγόδικου Dzhandzhgav, για παραβίαση του Άρθρου 5§1 και 5§4 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), που αφορούν το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια και επιδίκασε αποζημιώσεις ύψους 18.800 ευρώ.

Η υπόθεση αφορούσε την κράτηση του Ρώσου φυγόδικου για σχεδόν τρία χρόνια, ο οποίος επρόκειτο να δικαστεί στη Ρωσία για το αδίκημα της απάτης σε ευρεία κλίμακα και, συγκεκριμένα, της κλοπής περιουσίας από άλλο πρόσωπο με μέσα απάτης και κατάχρηση εμπιστοσύνης, μεταξύ άλλων.

Σε ανακοίνωσή της, η Νομική Υπηρεσία αναφέρει ότι μελέτησε την απόφαση του ΕΔΔΑ, ημερομηνίας 27 Φεβρουαρίου 2025, σε σχέση με την υπόθεση κράτησης και έκδοσης Ρώσου φυγόδικου από τις κυπριακές Αρχές. Αντικείμενο της προσφυγής του αιτητή ενώπιον του ΕΔΔΑ, αποτέλεσε το διάταγμα κράτησης που είχε εκδοθεί εναντίον του από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, σε συνδυασμό με την κατ’ ισχυρισμό μη νομιμότητά του, κατά δήθεν παράβαση του δικαιώματος της ελευθερίας του αιτητή, όπως αυτό απορρέει από το Άρθρο 5§1 της ΕΣΔΑ. Συγκεκριμένα, ο αιτητής παραπονέθηκε για παράνομη και αυθαίρετη στέρηση της ελευθερίας του, σε δυσάρεστες/μη ικανοποιητικές συνθήκες κράτησης, για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα πέραν των προθεσμιών που προνοεί το εθνικό δίκαιο και για λόγους που δεν επιτρέπονται υπό την εξαίρεση του Άρθρου 5§1 (στ) της ΕΣΔΑ, όπως η πανδημία του κορωνοϊού.

Παραπονέθηκε, επίσης, και για παραβίαση του Άρθρου 5§4 της ΕΣΔΑ σε σχέση με τη διάρκεια της διαδικασίας της έφεσης, ισχυριζόμενος ότι αυτή δεν είχε διεξαχθεί με την απαιτούμενη ταχύτητα.

Σε σχέση με το πρώτο σκέλος του παραπόνου (Άρθρο 5§1), το ΕΔΔΑ αποδέχτηκε τους πλείστους ισχυρισμούς του αιτητή περί μη νομιμότητας της κράτησής του, με την εξαίρεση του ισχυρισμού περί μη ικανοποιητικών συνθηκών κράτησης εφόσον δεν είχε προσκομίσει επαρκής προς τούτο μαρτυρία.

Ως το ΕΔΔΑ παρατήρησε, ο αιτητής, για το μεγαλύτερο μέρος της κράτησης του (δύο χρόνια, πέντε μήνες και είκοσι έξι ημέρες), κρατείτο σε σχέση με δικαστικές διαδικασίες μέσω των οποίων αμφισβήτησε την κράτησή του, ενώ η διαδικασία έφεσης (habeas corpus) διήρκησε δύο χρόνια, δύο μήνες και δεκαπέντε ημέρες.

Το ΕΔΔΑ σημειώνει ότι παρά τη συμβολή του ίδιου του αιτητή στις διάφορες καθυστερήσεις της έφεσής του μέσω της καταχώρησης συνεχόμενων ενδιάμεσων αιτήσεων κατά οριακά καταχρηστικό τρόπο, εντούτοις το Δικαστήριο δεν μπορούσε να αγνοήσει τις παρατεταμένες περιόδους αδράνειας.

Σε σχέση, δε, με την περίοδο κράτησης του αιτητή (πέντε μήνες και είκοσι τρεις ημέρες), που ακολούθησε μετά την απόρριψη της έφεσής του από το Ανώτατο Δικαστήριο, το ΕΔΔΑ έκανε αναφορά σε προηγούμενη νομολογία του (Khokhlov v. Cyprus), επικρίνοντας την απόφαση των κυπριακών Αρχών να αναστείλουν την έκδοση του αιτητή μέχρι νεωτέρας, εν απουσία μιας ήδη συμφωνηθείσας ημερομηνίας παράδοσής του στις ρωσικές αρχές, ως η σχετική υποχρέωση που απορρέει από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως Φυγοδίκων (κυρωθείσα από τη Δημοκρατία με τον Νόμο 95/70).

Η εν λόγω απόφαση των κυπριακών Αρχών, σημειώνεται στην απόφαση, στέρησε στον αιτητή τις διαδικαστικές εγγυήσεις που ήταν γι’ αυτόν διαθέσιμες δυνάμει της ίδιας νομοθεσίας.

Αναφορικά με το δεύτερο σκέλος του παραπόνου (Άρθρο 5§4), το ΕΔΔΑ αποδέχτηκε το παράπονο του αιτητή σε σχέση με την καθυστέρηση και/ή έλλειψη της απαιτούμενης ταχύτητας στην εκδίκαση της έφεσής του, παρά το γεγονός ότι αναγνώρισε και το μερίδιο ευθύνης του ιδίου. 

Σε σχέση με το θέμα της δίκαιης ικανοποίησης, το ΕΔΔΑ επιδίκασε στον αιτητή τα ποσά των €15.000 και €3.800 για μη χρηματική ζημιά/ηθική βλάβη και δικαστικά έξοδα, αντίστοιχα.

Πηγή: ΚΥΠΕ