Χρειάζεται ολοκληρωμένη προσέγγιση των χαρισματικών παιδιών, ανέφερε η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, Δέσπω Μιχαηλίδου, σημειώνοντας παράλληλα ότι η κατάλληλη αναγνώριση των χαρισματικών παιδιών, καθώς και η ανάπτυξη κατάλληλων στρατηγικών και προγραμμάτων για την υποστήριξή τους, είναι ουσιαστικής σημασίας.

Σε χαιρετισμό της στο Συνέδριο Χαρισματικών Παιδιών, το οποίο διεξάγεται σήμερα στο Πολιτιστικό Κέντρο Στροβόλου, τον οποίο ανέγνωσε εκ μέρους της η Μάχη Λιούμπα, η κ. Μιχαηλίδου ανέφερε ότι το θέμα των χαρισματικών παιδιών «συνδυάζει την παιδαγωγική πρόκληση, την κοινωνική ευθύνη, αλλά και την ανάγκη για ενσυναίσθηση και κατανόηση των ιδιαίτερων αναγκών των παιδιών αυτών», υπογραμμίζοντας τη σημασία της ενίσχυσης του δικαιώματος κάθε παιδιού να αναπτύσσει το πλήρες δυναμικό του, ανεξαρτήτως των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών ή ικανοτήτων του. 

«Τα χαρισματικά παιδιά, λόγω των εξαιρετικών τους δυνατοτήτων, συχνά αντιμετωπίζουν προκλήσεις που σχετίζονται με την αναγνώριση και την υποστήριξή τους, καθώς και με τη συμπερίληψή τους σε εκπαιδευτικά περιβάλλοντα που τους επιτρέπουν να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο», τόνισε η κ. Μιχαηλίδου.

«Τα χαρισματικά παιδιά δεν είναι μόνο εκείνα που επιδεικνύουν ιδιαίτερη ακαδημαϊκή ικανότητα ή εξαιρετικές επιδόσεις σε συγκεκριμένους τομείς», εξήγησε, σημειώνοντας ότι «είναι παιδιά που συχνά παρουσιάζουν εξαιρετική συναισθηματική νοημοσύνη, δημιουργικότητα, και μια ανεπτυγμένη αίσθηση της δικαιοσύνης και του κόσμου γύρω τους». 

Αυτά τα παιδιά, όπως είπε, «μπορεί να διαπρέπουν σε τομείς όπως η μουσική, η τέχνη, η επιστήμη, ή ακόμη και οι κοινωνικές και ηθικές αξίες, όμως πολύ συχνά υποεκπροσωπούνται ή παρεξηγούνται στο σχολικό και κοινωνικό τους περιβάλλον». Η Δέσπω Μιχαηλίδου ανέφερε ότι αυτό οφείλεται στην έλλειψη κατάλληλης κατανόησης των αναγκών τους και, κυρίως, στην απουσία ενός ολοκληρωμένου και υποστηρικτικού συστήματος για την αξιοποίηση των χαρισμάτων τους.

Πολύ συχνά, επεσήμανε η Επίτροπος, τα χαρισματικά παιδιά μπορεί να βιώνουν την απομόνωση, την απογοήτευση ή ακόμη και την πίεση από το εκπαιδευτικό σύστημα ή τις οικογενειακές προσδοκίες. «Ορισμένα από αυτά τα παιδιά μπορεί να αισθάνονται ότι δεν ανταποκρίνονται πλήρως στις απαιτήσεις του σχολείου ή του κοινωνικού τους περιβάλλοντος, εφόσον δεν ταιριάζουν με τα συνηθισμένα πρότυπα μάθησης και συμπεριφοράς», πρόσθεσε. «Άλλα, αντίθετα, μπορεί να μην έχουν την κατάλληλη υποστήριξη για να αναπτύξουν το πλήρες δυναμικό τους και να καταλήξουν να εγκαταλείπουν ή να αδρανούν τις δεξιότητές τους», ανέφερε. 

«Γι' αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό να δημιουργήσουμε ένα υποστηρικτικό και ευέλικτο εκπαιδευτικό περιβάλλον που να επιτρέπει σε όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως των χαρακτηριστικών τους, να εξελιχθούν και να ευημερήσουν», τόνισε η κ. Μιχαηλίδου.

«Η κατάλληλη αναγνώριση των χαρισματικών παιδιών, καθώς και η ανάπτυξη κατάλληλων στρατηγικών και προγραμμάτων για την υποστήριξή τους, είναι ουσιαστικής σημασίας», είπε, υποδεικνύοντας παράλληλα ότι «το κράτος, το εκπαιδευτικό σύστημα και η ευρύτερη κοινωνία, οφείλει να εξασφαλίσει ότι τα παιδιά αυτά δεν θα νιώσουν περιθωριοποιημένα ή ανικανοποίητα από το εκπαιδευτικό σύστημα». Αντιθέτως, όπως είπε, «πρέπει να διασφαλίσουμε ότι θα έχουν την υποστήριξη και τις ευκαιρίες που τους επιτρέπουν να αναπτύξουν πλήρως τα ταλέντα τους και να συνεισφέρουν στη δημιουργία ενός πιο πλούσιου και εξελιγμένου κοινωνικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος».

Σε αυτή τη διαδικασία, σημείωσε η Επίτροπος, «ο ρόλος των εκπαιδευτικών, των γονέων και των επαγγελματιών που ασχολούνται με την ανάπτυξη των παιδιών είναι καθοριστικός». Ακόμη, επεσήμανε ότι «χρειάζεται να προσεγγίσουμε τα χαρισματικά παιδιά με μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που να συνδυάζει την ακαδημαϊκή ανάπτυξη με την κοινωνική και συναισθηματική τους ευημερία». «Η ενίσχυση της ενσυναίσθησης και της κατανόησης από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς μπορεί να κάνει τη διαφορά στην ανάπτυξή τους», τόνισε.

Πηγή: ΚΥΠΕ