Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας της Κύπρου δικαίωσε αιτητή ασύλου από το Ιράν, ο οποίος υποστήριξε ότι διώκεται λόγω της μεταστροφής του στον χριστιανισμό. Την υπόθεση χειρίστηκε το δικηγορικό γραφείο Γιώργος Κυπριανίδης.
Ειδικότερα, η υπόθεση αφορά έναν υπήκοο Ιράν, ο οποίος ζήτησε διεθνή προστασία στην Κύπρο, επικαλούμενος διώξεις λόγω της θρησκευτικής του μεταστροφής στον χριστιανισμό. Το αίτημα υποβλήθηκε επίσης εξ ονόματος της συζύγου του, η οποία απεβίωσε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Η αίτησή τους απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου με την αιτιολογία ότι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις του προσφυγικού καθεστώτος ή της συμπληρωματικής προστασίας. Η απόρριψη οδήγησε στην κατάθεση προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο Ιρανός στις 18/10/2018 υπέβαλε αίτηση για παροχή Διεθνούς Προστασίας, εξ ονόματος και της συζύγου του, αφού αφίχθηκαν παράνομα στις ελεύθερες περιοχές στις 14/10/2018, μετά την αναχώρηση τους στις 13/10/2018 από τη χώρα καταγωγής τους (Ιράν). Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια της προσφυγής η σύζυγος του Ιρανού, απεβίωσε.
Μετά από συνέντευξη από τον αρμόδιο Λειτουργό της Ευρωπαϊκού Οργανισμού για το Άσυλο αποφασίστηκε η απόρριψη της αίτησης τους. Στα πλαίσια της γραπτή του αγόρευσης ο συνήγορος των Ιρανών προώθησε ισχυρισμούς προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξεως λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, παραθέτοντας πληροφορίες από εξωτερικές πηγές για την κατάσταση που επικρατεί στο Ιράν, υποστηρίζοντας ότι δεν διενεργήθηκε ορθή αξιολόγηση της αίτησης τους και ότι έπρεπε να παρασχεθεί το ευεργέτημα της αμφιβολίας.
Παραπέμποντας σε γεγονότα που παρέθεσε ο Ιρανός κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων του αλλά και στοιχεία, ήτοι ότι o αιτητής έχει ασπαστεί τον χριστιανισμό καθώς και ότι ήταν θύμα βασανιστηρίων από τις ιρανικές αρχές λόγω της χριστιανικής του δράσης, αλλά και σε πρόσθετα στοιχεία, όπως ότι ο αδελφός του Ιρανού είναι ορθόδοξος ιερέας στην Αμερική αλλά και το γεγονός ότι η οικογένεια της αδελφής του έλαβε προσφυγικό καθεστώς λόγω μεταστροφής τους στο χριστιανισμό, τα οποία συνηγορούν υπέρ της μη διεξαγωγής του επαρκούς έρευνας. Τέλος, υποστηρίζει ότι τυχόν επιστροφή τους στο Ιράν θα οδηγούσε σε μεταχείριση αντίθετη με τα άρθρα 2 και 3 της ΕΣΔΑ.
Η άλλη πλευρά ανέφερε ότι η απόφαση ήταν καθόλα νόμιμη, λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης καθώς και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και προϊόν δέουσας έρευνας.
Μάλιστα, κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ημερομηνίας 14/11/2023, προέκυψαν νέα στοιχεία, ήτοι ότι η σύζυγος του Ιρανού κηδεύτηκε με χριστιανικό τρόπο, γεγονός το οποίο αναρτήθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και προς τούτο, ο συνήγορος του αιτήθηκε όπως προχωρήσει σε αίτηση προσαγωγής μαρτυρίας.
Ο αιτητής μεταξύ άλλων υποστήριξε ότι, λόγω της θρησκευτικής του μεταστροφής, αντιμετώπιζε σοβαρούς κινδύνους δίωξης στο Ιράν, περιλαμβανομένων βασανιστηρίων, απειλών και φυσικής κακοποίησης από κρατικούς παράγοντες και μέλη της κοινωνίας. Παρουσίασε διάφορα περιστατικά που αποδεικνύουν την καταπίεση που υπέστη, όπως επιθέσεις από πράκτορες, παρακολουθήσεις από τις αρχές και συλλήψεις κατά τη διάρκεια θρησκευτικών συναντήσεων. Αναφέρθηκε επίσης στη συμμετοχή του σε δραστηριότητες προώθησης της χριστιανικής πίστης, όπως η διανομή Βίβλων και η οργάνωση θρησκευτικών συναντήσεων.
Ειδικότερα, ανέφερε ένα περιστατικό, όπου ένα βράδυ ενώ βρισκόταν στην οικία του μαζί με τους γονείς του, τρία άτομα οπλισμένα, τον έβαλαν σε ένα αυτοκίνητο, του έδεσαν τα μάτια και άρχισαν να τον χτυπούν. Τον μετέφεραν σε ένα κτίριο, όπου συνέχισαν να τον χτυπούν και να τον βρίζουν, αποκαλώντας τον άπιστο και αποστάτη, απειλούσαν την οικογένεια και την αδελφή του. Μετά από λίγες ώρες τον άφησαν σε ένα δρόμο κοντά στην οικία του, τηλεφώνησε στον πατέρα του, ο οποίος τον παρέλαβε. Δήλωσε ότι μετά το περιστατικό, η ζωή του συνεχίστηκε κανονικά, και άρχισε με φίλους να μαζεύονται σε κατ’ οίκον εκκλησίες.
Δήλωσε ότι πολλοί μουσουλμάνοι ενδιαφέρονταν για τον Χριστιανισμό και την εκκλησία, αλλά δεν μπορούσαν να εμπιστευτούν κανέναν, και όσοι μουσουλμάνοι είχαν εκδηλώσει ενδιαφέρον για τον Χριστιανισμό τέθηκαν υπό παρακολούθηση. Ένα βράδυ, μαζεύτηκαν 3-4 άτομα στην οικία ενός φίλου του, και ενημερώθηκαν τηλεφωνικώς ότι η οικία ήταν περικυκλωμένη από αυτοκίνητα και πράκτορες με πολιτικά ρούχα και έκρυψαν το κρασί και τα βιβλία. Αφού άνοιξε η πύλη, εισέβαλαν με τη βία και τους συνέλαβαν όλους. Τους μετέφεραν και τους χτύπησαν όλους και όταν αντιλήφθηκαν ότι δεν επρόκειτο να αποκαλύψουν οτιδήποτε τους μετέφεραν σε όργανα επιβολής του νόμου. Παρέμειναν σε ένα σταθμό, παράνομα για περίοδο τριών ημερών και την τρίτη μέρα προσήλθαν σε Δικαστήριο, όπου τους επιβλήθηκε πρόστιμο.
Κατά τα φοιτητικά του χρόνια, ο Αιτητής δήλωσε ότι έδινε αντίγραφα της Βίβλου σε φίλους του, άκουγε χριστιανικές ψαλμωδίες στην οικία του. Αναφέρθηκε σε ένα περιστατικό, όπου μια ομάδα πρακτόρων εισέβαλε στην οικία του και άρχισαν να ψάχνουν τον ηλεκτρονικό του υπολογιστή για μηνύματα. Ο Αιτητής δήλωσε ότι συνέχισε να προβάλει τη χριστιανική πίστη και μέσω του αδελφού του, ο οποίος ήταν στην Αμερική, εισήγαγαν Βίβλους και ο ίδιος του παρέδιδε με μυστικό τρόπο σε ένα συγκεκριμένο πάρκο σε έμπιστους ανθρώπους. Δήλωσε ότι ελάμβανε πακέτα περίπου τρεις φορές το χρόνο και λόγω της ενασχόλησης του με τον τομέα του δικτύου μάρκετινγκ ήταν σε επαφή με περίπου 800 άτομα σε όλο το Ιράν και άρχισε να χρησιμοποιεί αυτό το δίκτυο για να δημοσιοποιεί τη χριστιανική πίστη και τη Βίβλο. Σε μια συνάντηση που πραγματοποίησε με 100 άτομα στη Τεχεράνη, τον άρπαξαν, τον μετέφεραν σε ένα Δικαστήριο και ήθελαν να ομολογήσει ότι γνώριζε κάποια άτομα, δεν το έκανε, άρχισαν να τον χτυπούν και του ζήτησαν να βγάλει τα ρούχα του.
Τον απείλησαν ότι θα βλάψουν τους γονείς του με αποτέλεσμα να παραδεχτεί ότι ήξερε το άτομο που ισχυρίζονταν ότι γνώριζε και ακολούθως τον άφησαν να φύγει.
Αναφέρθηκε σε ένα περιστατικό που συνέβη στο γραφείο που είχε στο Νότιο Ιράν, όπου είχε επαφή με την οικογένεια που διατηρούσε το γραφείο και παρείχε αντίγραφα της Βίβλου. Μια μέρα, ενώ βρισκόταν με τρία άτομα, άκουσαν θορύβους από πυροβολισμούς και χτυπήματα από μπαστούνια στην κεντρική πόρτα και έκρυψαν τις Βίβλους. Όταν κατάφεραν να εισβάλουν άρχισαν να τους χτυπούν και τους μετέφεραν σε τρία διαφορετικά αστυνομικά τμήματα, τους κράτησαν αλλά με την βοήθεια ενός συγγενή, τους άφησαν ελεύθερους. Ο Αιτητής επέστρεψε στην οικία του στη Τεχεράνη, όπου διαπίστωσε ότι διέρρηξαν την οικία του. Δήλωσε ότι αυτά τα περιστατικά τον οδήγησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του».
Η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το αίτημα του αιτητή, κρίνοντας ότι οι δηλώσεις του παρουσίαζαν ελλείψεις αξιοπιστίας. Σύμφωνα με την απόφαση της Υπηρεσίας, τα περιστατικά που περιέγραψε ο αιτητής δεν συνοδεύονταν από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ενώ οι δηλώσεις του θεωρήθηκαν γενικές και ασαφείς. Επιπλέον, η Υπηρεσία έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ο κίνδυνος σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στο Ιράν.
Το Δικαστήριο εξέτασε διεξοδικά τα νέα στοιχεία και έκρινε ότι οι δραστηριότητες του αιτητή στην Κύπρο αποτελούσαν προέκταση των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, τις οποίες είχε αναπτύξει από τη χώρα καταγωγής του.
Με βάση τη διεθνή και ευρωπαϊκή νομολογία, το Δικαστήριο υπογράμμισε τη σημασία της αξιολόγησης του φόβου δίωξης με βάση την προσωπική και θρησκευτική ταυτότητα του αιτητή. Αναγνώρισε ότι οι χριστιανοί που μεταστρέφονται από το Ισλάμ στο Ιράν αντιμετωπίζουν αυστηρές ποινές, περιλαμβανομένων βασανιστηρίων και θανάτου, λόγω της κατηγορίας της αποστασίας. Το Δικαστήριο κατέληξε ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου δεν έλαβε υπόψη κρίσιμα στοιχεία και δεν προέβη σε δέουσα έρευνα σχετικά με τη γνησιότητα των ισχυρισμών του αιτητή.
Στην απόφασή του, το Δικαστήριο αποδέχθηκε την προσφυγή του αιτητή, ακυρώνοντας την προηγούμενη απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου. Αναγνώρισε τον αιτητή ως δικαιούχο διεθνούς προστασίας, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τον κίνδυνο που διατρέχει λόγω της θρησκευτικής του ταυτότητας, όσο και τη συνέχιση των χριστιανικών του δραστηριοτήτων στην Κύπρο. Η απόφαση βασίστηκε στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των διεθνών κατευθυντήριων γραμμών για την προστασία προσφύγων.
Διαβάστε επίσης: Πίσω στο κελί οι Σύροι που ξυλοκόπησαν πελάτη νυχτερινού κέντρου στη Λευκωσία