Το Εφετείο εξέτασε την απόφαση του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας σχετικά με την κράτηση των οκτώ κατηγορουμένων από τη Συρία, οι οποίοι κατηγορούνται για πράξεις βίας σε περιστατικό που σημειώθηκε κοντά σε νυχτερινό της πρωτεύουσας. 

Συγκεκριμένα, το Εφετείο εξέτασε την απόφαση του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας σχετικά με την παραπομπή οκτώ προσώπων για κατηγορίες που περιλαμβάνουν: (i) πράξεις που σκοπεύουν στην πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, (ii) πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, (iii) συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, και (iv) ανησυχία. Η Αστυνομία υπέβαλε αίτημα για κράτηση όλων των κατηγορουμένων, επικαλούμενη τον κίνδυνο φυγοδικίας. Για τους τέσσερις από αυτούς (Κατηγορούμενους 1, 2, 7 και 8), υποστηρίχθηκε επίσης ότι υπήρχε κίνδυνος διάπραξης περαιτέρω αδικημάτων. Το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα, καθώς έκρινε ότι δεν τεκμηριώθηκε κανένας από τους κινδύνους αυτούς.

Στην απόφαση κατατέθηκαν τέσσερις λόγοι έφεσης, ένας για κάθε Εφεσίβλητο, με βασικό επιχείρημα τον κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων, στηριζόμενο στο ποινικό μητρώο των κατηγορουμένων και στα γεγονότα της υπόθεσης. 

Το περιστατικό σημειώθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2024, όταν γύρω στις 02:30 υπήρξε πληροφορία για τραυματισμό κοντά σε νυχτερινό κέντρο. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, περίπου 12 άτομα συριακής καταγωγής καταδίωξαν και επιτέθηκαν σε έναν θαμώνα, προκαλώντας του σοβαρούς τραυματισμούς, όπως πνευμοθώρακα, κατάγματα πλευρών και ιγμορείου. Τα κατηγορούμενα πρόσωπα αναγνωρίστηκαν μέσω κλειστών κυκλωμάτων παρακολούθησης.

Το ποινικό μητρώο των Εφεσιβλήτων παρουσίασε σημαντικά ευρήματα:

Εφεσίβλητος 1: Εκκρεμούσε υπόθεση για μεταφορά επιθετικών όπλων σε δημόσιο χώρο.

Εφεσίβλητος 2: Είχε πέντε προηγούμενες καταδίκες, κυρίως για κατοχή ελεγχόμενων ουσιών, ενώ εκκρεμούσαν υποθέσεις για κατοχή εκρηκτικών υλών, επιθετικών όπλων και άλλα αδικήματα.

Εφεσίβλητος 3: Εκκρεμούσαν υποθέσεις για κατοχή ελεγχόμενων φαρμάκων και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Εφεσίβλητος 4: Εκκρεμούσαν υποθέσεις για συμβιβασμό κακουργήματος, εμπρησμό οχήματος και απειλές.

Η απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου αμφισβητήθηκε λόγω της ερμηνείας του κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων. Σύμφωνα με τη νομολογία, ο κίνδυνος αυτός δεν απαιτεί συγκεκριμένη μαρτυρία, αλλά δημιουργία ισχυρής εντύπωσης βασισμένης σε στοιχεία όπως το ποινικό μητρώο, τα γεγονότα της υπόθεσης και άλλες περιστάσεις. Η έλλειψη μαρτυρίας που να τεκμηριώνει τέτοιο κίνδυνο δεν είναι απαραίτητη, αρκεί να δημιουργείται εντύπωση από τα δεδομένα.

Παρά τη διαφωνία του Εφετείου με την προσέγγιση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, δεν υπήρξε απόδειξη που να επιβεβαιώνει τον κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων από τους κατηγορούμενους, οπότε η απόφαση διατήρησε την αρχική κρίση. Η υπόθεση υπογραμμίζει τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην προστασία της κοινωνίας και την προάσπιση των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων.

Διαβάστε επίσης: Μαχαιρώματα έξω από κουρείο στη Λευκωσία- Στο νοσοκομείο ένα πρόσωπο

*Φωτογραφία αρχείου