«Μηναλλάγια» ή «μερομήνια» ονομάζεται η παραδοσιακή πρακτική πρόγνωσης του καιρού. Η ίδια η λέξη παραπέμπει ετυμολογικά στις εναλλαγές του καιρού, καθώς και σε συγκεκριμένες ημέρες κατά τις οποίες γίνονται μετεωρολογικές παρατηρήσεις που αφορούν ολόκληρο τον χρόνο.
Οι εμπειρικές γνώσεις που κληροδοτήθηκαν από γενιά σε γενιά αφορούν την παρατήρηση των καιρικών φαινομένων για 12 μέρες –εκ των οποίων κάθε μία αντιπροσωπεύει τον καιρό των επόμενων μηνών. Με τον τρόπο αυτό, οι γνώστες των μηναλλαγιών (όχι μόνο των προηγούμενων δεκαετιών αλλά και της σύγχρονης εποχής) έχουν στα χέρια τους ένα «εργαλείο» πρόγνωσης του καιρού. Πάντως η σύγχρονη επιστήμη της Μετεωρολογίας συναινεί στο ότι δεν υπάρχει κάτι επιστημονικό ως υπόβαθρο πίσω παρατήρηση και για τα μηναλλάγια.
Σε κάθε περίπτωση, η λαϊκή μετεωρολογία είναι πανάρχαια. Οι αρχαίοι Έλληνες, όπως φαίνεται και μέσα από τα ομηρικά έπη, παρακολουθούσαν διάφορα σημάδια της φύσης, τόσο από τον ζωικό κόσμο (π.χ. γεράκια, γλάρους, αράχνες) όσο και από τον φυτικό (π.χ. δέντρα, φυτά) για να προβλέψουν τον καιρό. Δεδομένου του γεγονότος ότι στις αρχαίες κοινωνίες η βάση της οικονομίας στηριζόταν σε πρωτογενείς τομείς, και κυρίως στη γεωργία και την κτηνοτροφία, δεν αποτελεί έκπληξη που πολλοί αρχαίοι λαοί ασχολήθηκαν με την πρακτική πρόγνωσης του καιρού.
Τα μηναλλάγια βασίζονται σε μετεωρολογικές παρατηρήσεις από την 3η μέχρι την 15η ημέρα του Αυγούστου, γι’ αυτό λέγεται και η λαϊκή φράση:
Άουστος, απάουστος τζαι πάλε τρεις (ή αρκές) τ’ Αούστου
Οι τρεις πρώτες μέρες του Αυγούστου θεωρούνται αποφράδες κι ονομάζονται κακαουσκιές. Επίσης, είναι αναμενόμενο -κατά την εμπειρική μεταβίβαση του πολιτιστικού στοιχείου με το «όχημα της παράδοσης»- να δημιουργήθηκαν παραλλαγές της πρακτικής. Για παράδειγμα, μερικοί μετρούν τα μηναλλάγια από την 1η μέχρι τη 12η μέρα του Αυγούστου, αντί από την 3η μέχρι τη 15η.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι ημέρες των παρατηρήσεων είναι πάντοτε 12 και η κάθε μία αντιστοιχεί σε έναν μήνα του χρόνου που ακολουθεί (αρχίζοντας, όπως λέχθηκε, από τον Αύγουστο). Δηλαδή, η πρώτη ημέρα των παρατηρήσεων αντιστοιχεί στον Αύγουστο, η δεύτερη στον Σεπτέμβριο, η τρίτη στον Οκτώβριο και ούτω καθεξής.
Εάν τώρα μία από τις ημέρες αυτές είναι συννεφιασμένη, τότε ο αντίστοιχος μήνας του χρόνου, θα είναι βροχερός και δροσερός. Εάν κάποια άλλη μέρα φυσά άνεμος, ο αντίστοιχος μήνας του επόμενου χρόνου θα έχει παγωνιές. Εάν άλλη μέρα ο ουρανός είναι ανέφελος, καθαρός και η θερμοκρασία είναι αρκετά υψηλή, ανάλογος θα είναι καιρικά και ο μήνας που αντιστοιχεί σ’ αυτήν, δηλαδή ξηρός και άνομβρος.
Επιπρόσθετα, για να καθοριστεί λεπτομερέστερα η πρόγνωση του καιρού για έναν μήνα, θα πρέπει να γίνονται παρατηρήσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας του Αυγούστου που αναλογεί στον μήνα εκείνον κατά τα μηναλλάγια. Μάλιστα, μερικοί χωρικοί με εμπειρικές γνώσεις, κάνουν προβλέψεις και τα βράδια, βάσει παρατήρησης των κινήσεων των αστεριών.
Σήμερα, οι φορείς και συνεχιστές των μηναλλαγιών είναι ως επί το πλείστον ερασιτέχνες μετεωρολόγοι, οι οποίοι κληρονόμησαν τις εμπειρικές γνώσεις των προγενεστέρων. Ουσιαστικά, η τεχνική πρόβλεψης του καιρού μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά μέσω της εμπειρικής οδού και της καλλιέργειας της αγάπης για τη φύση.
Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο πρόβλεπαν τον καιρό για τον επόμενο χρόνο, ήταν ο ακόλουθος: Το βράδυ της παραμονής της γιορτής του προφήτη Ηλία (19 προς 20 Ιουλίου) μάζευαν 12 φύλλα συκιάς και τα τοποθετούσαν κυκλικά σε ένα τσέστον (μεγάλο πανέρι), το καθένα δε αντιστοιχούσε προς ένα μήνα του χρόνου. Τα άφηναν σε ανοικτό χώρο όλο το βράδυ και την επόμενη μέρα, πολύ πρωί και οπωσδήποτε πριν ο ήλιος βγει, γίνονταν οι παρατηρήσεις κι ανάλογα προς τη νοτιά που είχε μαζέψει το κάθε φύλλο, καθοριζόταν ο καιρός κατά τον αντίστοιχο μήνα του επόμενου χρόνου. Ή ακόμη, τοποθετούσαν αλάτι στα φύλλα κι έκαναν προβλέψεις σύμφωνα προς το ποσοστό που αυτό διαλυόταν από την υγρασία.