Μετά την εκτενή παράθεση των γεγονότων που προηγήθηκαν της τρίτης θανατικής ανάκρισης, η δικαστής στην απόφασή της για τις αιτίες θανάτου του Θανάση Νικολάου σημείωσε μεταξύ άλλων ότι «το αποδεικτικό υλικό θα αντληθεί και θα αξιολογηθεί από τη μαρτυρία των Παθολογοανατόμων, Εμμανουήλ Αγαπητού και Δήμητρα Καραγιάννη και σε αυτή τη μαρτυρία θα βασιστώ για να εξάγω το τελικό μου πόρισμα».

Στη συνέχεια προέβη σε μια σύγκριση των πορισμάτων και μαρτυριών των δύο ειδικών, ώστε να φτάσει στο συμπέρασμα για τις αιτίες θανάτου του Θανάση Νικολάου. Ειδικότερα, για τον Αγαπητό αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «στην έκθεσή του κατέληξε σε συμπέρασμα «πιθανής κάκωσης γενόμενης εν ζωή».  Στη μαρτυρία του όμως δεν υποστήριξε την πιθανότητα η κάκωση να έγινε εν ζωή. Με εμφανώς αλλοιωμένη θέση, ο Αγαπητός στη μαρτυρία του πρόβαλε άλλες πιθανές εκδοχές οι οποίες δεν διατυπώνονται στην έκθεση του. Καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας, χρησιμοποιούσε τις φράσεις  «πιθανόν», «μπορεί», «ίσως», «δεν είναι σίγουρο» «δεν βεβαιώνω υπέρ αυτού…αλλά δεν το αποκλείω κιόλας», καταλήγοντας τελικά πως οι πιθανότητες το κάταγμα να έγινε εν ζωή ή μεταθάνατο να είναι ίσες. Χαρακτηριστική ήταν η απάντηση που έδωσε σε σχετική ερώτηση που του υποβλήθηκε στο τέλος της μαρτυρίας του, αν με βάση την έκθεση του είναι πιο πιθανόν η κάκωση να έγινε εν ζωή παρά μεταθάνατο: «Εγώ, κυρία Πρόεδρε, θα θεωρούσα ίσες πιθανότητες και λιγότερο πιθανότητα την εκ γενετής ανισομεγέθεια των μελών του ανθρώπινου σώματος».

Από την άλλη, για την Καραγιάννη ανέφερε ότι «η αλήθεια στην υπόθεση του Θανάση εφάνη από τα αδιάσειστα και αυταπόδεικτα στοιχεία που εντόπισε η κυρία Καραγιάννη και στη βάση αυτών κατέληξε στα ευρήματα της. Η επιστημονική γνωμοδότηση της καταγράφεται στην έκθεση που προσκόμισε στο Δικαστήριο την οποία υποστήριξε με γλαφυρότητα και διαύγεια επιστημονικού λόγου κατά την ακρόαση. Είναι δε χαρακτηριστική η αναφορά της ότι αξιολογώντας τα ευρήματα του υοειδούς οστού δεν διατυπώνει προσωπική γνώμη αλλά τα ευρήματα αυτά καθ᾽ εαυτά μιλούν από μόνα τους και στηρίζονται σε επιστημονική ανάλυση και βιβλιογραφία».

Σημείωσε δε ότι στη μαρτυρία της η Καραγιάννη με παραπομπές σε βιβλιογραφία τεκμηρίωσε τους λόγους που θεωρεί πως το έλλειμμα του αριστερού κέρατος του υοειδούς οστού του Θανάση αποδεικνύει κάκωση γενόμενη εν ζωή, με στραγγαλισμό. Η πιο πάνω κατάληξη της στηρίζεται στα ακόλουθα ευρήματα: Στο έλλειμμα στο αριστερό κέρας του υοειδούς οστού και στην ανώμαλη παρυφή που διαπιστώθηκε στο σημείο του ελλείμματος του υοειδούς οστού, όπως παρατηρήθηκε μακροσκοπικά και επιβεβαιώθηκε με τη μικροσκοπική εξέταση. Πρόσθετα, στήριξε το εύρημα της και στις αιμορραγικές διαποτίσεις στον τράχηλο, στις ασφυκτικές κηλίδες στους πνεύμονες, στις εκχυμώσεις στο λαιμό του Θανάση και στο δάγκωμα της γλώσσας όπως αυτά απεικονίζονται στις φωτογραφίες της νεκροτομής του Θανάση».

Αποδέχθηκε τη θέση της μάλιστα ότι «η ανώμαλη παρυφή που διαπιστώθηκε στο σημείο του ελλείμματος στο υοειδές οστό υποδηλώνει την άσκηση πίεσης, βίας και κάκωση. Και τούτο γιατί, όπως είπε όταν κάποιος ασκήσει πίεση ή βία σε ζώντα άνθρωπο, σπάζοντας το υοειδές οστό στο οποίο ακόμη κυκλοφορεί το αίμα, δημιουργείται ανώμαλη παρυφή λόγω της προσπάθειας που καταβάλλει ο άνθρωπος να αντιδράσει ή να αντισταθεί στο θάνατο. Αντιθέτως σε περίπτωση που το κάταγμα προκλήθηκε μεταθάνατο, το οστό θα έσπαζε κάθετα και το σημείο του ελλείμματος θα ήταν λείο, γιατί μετά το θάνατο σταματά η κυκλοφορία του αίματος. Ο άνθρωπος πεθαίνει και δεν αντιδρά, με αποτέλεσμα να μην δημιουργείται ανώμαλη παρυφή. Το δε κάταγμα όπως είπε η κυρία Καραγιάννη διαφάνηκε τουλάχιστον σε 12 πλακίδια στα οποία έγινε επίστρωση των ιστολογικών τομών από την κοπή του υοειδούς οστού. Επί τούτου του σημείου, η θέση του κύριου Αγαπητού, στη μαρτυρία του είναι πως η ανώμαλη παρυφή «μπορεί» να δημιουργηθεί και μεταθάνατο. Δεν τεκμηριώθηκε με οποιαδήποτε εξήγηση η πιο πάνω θέση».

Εντοπίζονται μάλιστα αντιφάσεις, με τον Αγαπητό να ακυρώνει ακόμα και όσα ισχυριζόταν η πλευρά της Εισαγγελίας. Σημειώνει ότι η θέση που εξέφρασε η Ξενοφώντος ότι η ασυμμετρία των δύο κεράτων μπορεί να οφείλεται σε «γενετική ανωμαλία», φυσική «ασυμμετρία» ή λόγω «της κατασκευής του οστού» όχι μόνο παρέμεινε μετέωρη με στοιχεία αοριστολογίας, αλλά απορρίφθηκε και από τον κύριο Αγαπητό στο τέλος της μαρτυρίας του. Αν και αρχικά ο κύριος Αγαπητός σε ερώτηση της εκπροσώπου του Γενικού Εισαγγελέα ανέφερε πως μπορεί η διαφορά στο μήκος των δύο κεράτων να οφείλεται σε ασυμμετρία όπως συμβαίνει με άλλα μέλη του σώματος μας, στο τέλος σε σχετική ερώτηση του Δικαστηρίου, απάντησε πως στην περίπτωση του Θανάση θεωρεί λιγότερο πιθανό η ασυμμετρία των δύο κεράτων να οφείλεται σε γενετική ανωμαλία.

Χαρακτήρισε δε καίρια την μαρτυρία της Καραγιάννη για το πώς δημιουργείται η ανώμαλη παρυφή. Ειδικότερα, τόνισε ότι «η ανώμαλη παρυφή δεν παρατηρείται ποτέ σε γενετική ανωμαλία. «Δεν υπάρχει παγκοσμίως βιβλιογραφία» που να υποστηρίζει κάτι τέτοιο πρόσθεσε η Καραγιάννη, επαναλαμβάνοντας πως η ανώμαλη παρυφή είναι εύρημα το οποίο συνδέεται με κάκωση εν ζωή και όχι με οποιαδήποτε γενετική ανωμαλία ή παραλλαγή».

Στην απόφαση προστίθεται ότι είναι «ορθή κατά τη γνώμη μου και η πλήρως τεκμηριωμένη θέση της κυρίας Καραγιάννη πως οι εκχυμώσεις που διαπίστωσε στο λαιμό του Θανάση καταδεικνύουν στραγγαλισμό. Και αυτό διότι στις  περιπτώσεις στραγγαλισμού διαπιστώνονται μελανόφαια σημάδια στο λαιμό λόγω της πίεσης που ασκείται από τα δάκτυλα του θύτη. Υπέδειξε μάλιστα στις φωτογραφίες της νεκροτομής τα σημεία όπου φαίνονται τα μελανόφαια σημάδια στον τράχηλο του Θανάση. Σημειώνω πως και ο κύριος Αγαπητός στη μαρτυρία του συμφώνησε πως όταν προκαλείται κάκωση ενώ ο άνθρωπος είναι ζωντανός, σχηματίζεται εκχύμωση την οποία χαρακτήρισε ως «κοκκινιά», «καστανόφαιη χροιά», σε αντίθεση με την περίπτωση μεταθανάτιου κατάγματος του υοειδούς οστού που δεν παρατηρείται αιμορραγική διήθηση. Όταν όμως υποδείχθησαν κατά την αντεξέταση στον κύριο Αγαπητό, οι ανωτέρω φωτογραφίες και ρωτήθηκε κατά πόσο η «καστανόφαιη χροιά» που διαπίστωσε είναι εκχυμώσεις, απάντησε πως «δεν μπορεί δια γυμνού οφθαλμού» να το επιβεβαιώσει και πως θα ήθελε να το δει «με μικροσκόπιο». Χαρακτηριστική ήταν η απάντηση του: «δεν βεβαιώνω υπέρ αυτού ότι είναι, αλλά δεν το αποκλείω κιόλας». Ενώ από τη μια ο κύριος Αγαπητός ζητούσε μικροσκόπιο για να επιβεβαιώσει κατά πόσο τα σημάδια που απεικονίζονταν στη φωτογραφία είναι εκχυμώσεις, στη συνέχεια της αντεξέτασης του, δέχτηκε πως οι εκχυμώσεις αυτές διαπιστώνονται μακροσκοπικά δηλαδή δια γυμνού οφθαλμού. Σε άλλο μέρος της μαρτυρίας του, χαρακτήρισε τα μελανόφαια σημάδια ως υπέρχρωση του δέρματος. Όπως χαρακτηριστικά είπε, η «υπέρχρωση» μπορεί να οφείλεται «σε πιθανή άσκηση βίας, αλλά μπορεί να σημαίνει και χίλιες άλλες καταστάσεις», όπως είναι δερματική νόσος. Δεν δικαιολόγησε όμως τούτη την απάντηση επιστημονικά. Από την άλλη, η κυρία Καραγιάννη σχολιάζοντας φωτογραφία όπου απεικονίζεται ο τράχηλος του Θανάση κατά τη νεκροψία, ανέφερε ότι το σημείο που υπέδειξε ο κύριος Αγαπητός ως υπέρχρωση, δεν είναι υπέρχρωση αλλά αιμορραγική διαπότιση. Και τούτο γιατί, υπέρχρωση εντοπίζεται στην εξωτερική στοιβάδα του δέρματος όταν παραδείγματος χάρην υπάρχει μια επιδερμική αλλοίωση, ένα τσίμπημα από κάποιο έντομο ή κνησμό. Εξήγησε δε ότι στην περίπτωση του Θανάση, εντοπίζονται μελανόφαιες αλλοιώσεις, οι οποίες όμως δεν βρίσκονται στην εξωτερική στοιβάδα αλλά στην εσωτερική (κάτω) στοιβάδα. Εξήγησε πως στην κάτω στοιβάδα υπάρχουν αγγεία, τα οποία όταν σπάσουν λόγω πίεσης, δημιουργούν διάχυση του αίματος σχηματίζοντας τη μελανόφαιη αλλοίωση, «το σημάδι της μελανιάς».

Η δικαστής αποδέχθηκε επίσης τη θέση της κυρίας Καραγιάννη ότι «ένα άλλο στοιχείο που καταδεικνύει πως το κάταγμα έγινε εν ζωή αποδεικνύεται από τις αιμορραγικές διαποτίσεις και ασφυκτικές κηλίδες που διαπίστωσε στους πνεύμονες του Θανάση. Όπως εξήγησε, οι αιμορραγικές αυτές διαποτίσεις εντοπίζονται στο πνευμονικό παρέγχυμα κατά την ασφυξία δηλαδή τα αγγεία στον πνεύμονα παθαίνουν αιμορραγία και σπάνε λόγω έλλειψης οξυγόνου. Οι αιμορραγικές διαποτίσεις αποτελούν «συχνότατο εύρημα» όπως ανέφερε, στις περιπτώσεις στραγγαλισμού και απαγχονισμού. Ο κύριος Αγαπητός, όταν του υποδείχθηκε η φωτογραφία συμφώνησε πως οι καστανόφαιες κηλίδες όπως τις χαρακτήρισε, μπορεί να είναι «αιμορραγικές διαποτίσεις». Τις απέδωσε όμως σε πιθανή «πνευμονική συμφόρηση» λόγω της συσσώρευσης μεγάλης ποσότητας αίματος χρονίζουσας, χωρίς να εξηγεί αυτή του τη γνώμη».

Και οι δύο Παθολογοανατόμοι, συμφώνησαν πως σε συγκεκριμένη φωτογραφία διαπιστώνεται δάγκωμα της γλώσσας από τον Θανάση. Ειδικότερα, στη φωτογραφία φαίνονται στη γλώσσα του Θανάση δύο αιματωμένα σημεία δεξιά και αριστερά. Η εξήγηση ωστόσο που δόθηκε από τους δύο εμπειρογνώμονες είναι διαφορετική. Η κυρία Καραγιάννη είπε πως «κατά την πράξη του στραγγαλισμού εκ των πραγμάτων αντιδραστικά το θύμα σφίγγει τα δόντια, για να μπορέσει να αντιρροπήσει την πίεση που νιώθει στην τραχηλική χώρα». Ο κύριος Αγαπητός ανέφερε ότι τα σημάδια που φαίνονται στη γλώσσα του Θανάση «ενδεχομένως»  να είναι «αλλοιώσεις εξ αντιτυπίας», που συμβαίνουν σε περίπτωση τροχαίου δυστυχήματος. Όπως χαρακτηριστικά είπε όταν κάποιος κτυπά με το μέτωπο στο τζάμι του αυτοκινήτου, το δέρμα στο μέτωπο παρουσιάζει βλάβη αλλά στο πίσω μέρος του εγκεφάλου σχηματίζεται θλάση η οποία μπορεί να είναι θανατηφόρα. Αποδέχομαι πάλι ως βάσιμη και ορθή την εξήγηση της κυρίας Καραγιάννη. Η θέση του κύριου Αγαπητού ότι αυτά τα αιματώματα στη γλώσσα του Θανάση προκλήθηκαν από αλλοιώσεις εξ’ αντιτυπίας συνεπεία παραδείγματος χάρην τροχαίου ατυχήματος δεν ευσταθεί.  Παραπέμπω στο σύνολο των γεγονότων της μεγάλης και πολύπλοκης αυτής υπόθεσης όπου δεν παρουσιάζεται κανένα στοιχεία που να καταδεικνύει ότι ο Θανάσης υπήρξε θύμα θανατηφόρου δυστυχήματος».

Πέραν των πιο πάνω, η Καραγιάννη εξήγησε εμπεριστατωμένα το μηχανισμό πρόκλησης θανάτου από στραγγαλισμό. Συγκεκριμένα στη δικαστική απόφαση αναφέρεται ότι η Καραγιάννη εξήγησε ότι «σε περίπτωση στραγγαλισμού, το θύμα δεν πεθαίνει από το σπάσιμο του κέρατος του υοειδούς οστού». Παρατίθεται αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από τη μαρτυρία της κυρίας Καραγιάννη: «Το κάταγμα του υοειδούς οστού είναι η απόδειξη της απόπειρας και κατ´επέκταση του θανάτου μετά τον στραγγαλισμό, συν τα υπόλοιπα ευρήματα», εξηγώντας ότι άνθρωπος πεθαίνει από την πίεση στις καρωτίδες και την απόφραξη των αεροφόρων οδών.  Διευκρινίζοντας είπε όταν ένας επιδιώκει να στραγγαλίσει άλλο πρόσωπο ασκεί πίεση στην τραχηλική χώρα. Το άκρο του υοειδούς οστού δέχεται τη μεγαλύτερη πίεση και σπάζει. Συνεχίζοντας, επί τούτου, είπε ότι κατά τη διάρκεια του στραγγαλισμού πιέζονται οι καρωτίδες δεξιά και αριστερά, κλείνουν οι αεροφόροι οδοί με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να πεθάνει από ασφυξία. Όπως αναφέρει το βιβλίο «Ιατροδικαστική» του Κουτσελλίνη (ανωτέρω), το κάταγμα του υοειδούς οστού αποτελεί το «χαρακτηριστικότερο ίσως εύρημα» στραγγαλισμού. Όπως περαιτέρω αναφέρεται στο βιβλίο, «το κάταγμα αφορά τα κέρατα του οστού και επέρχεται από τη σύνθλιψη του ανάμεσα στον αντίχειρα και το δείκτη. Όταν βρεθεί ένα τέτοιο κάταγμα στο υοειδές, ο στραγγαλισμός είναι βέβαιος, χωρίς όμως να αποκλείεται στην περίπτωση που δεν βρεθεί». Είναι για αυτόν το λόγο που θεωρεί η κυρία Καραγιάννη πως το πρόσωπο που στραγγάλισε τον Θανάση είναι αριστερόχειρας. Και τούτο διαπιστώνεται όπως εξηγεί από τη θέση που βρίσκεται το υοειδές οστό και τη μεγάλη πίεση που ασκεί ο αντίχειρας έναντι των άλλων δακτύλων.

Το εύρημα της κυρίας Καραγιάννη πως το κάταγμα του υοειδούς οστού έγινε εν ζωή, συνάδει και με αυτά που ανέφερε στη μαρτυρία της η Ελευθερία Χαριλάου, ανθρωπολόγος η οποία ενεργούσε εκ μέρους της Δημοκρατίας, κατά την εκταφή και εξέταση του σκελετικού οστού του Θανάση. Όπως είπε, το κάταγμα στο υοειδές οστό δεν περιλαμβανόταν στα περιθανάτια ή μεταθανάτια τραύματα και ως εκ τούτου η εξέταση από μέρους της, του υοειδούς οστού δεν ενέπιπτε στη δική της εμπειρογνωμοσύνη. Τούτο οδηγεί στο συμπέρασμα πως και η κυρία Ελευθερία Χαριλάου έκρινε ότι το κάταγμα στο υοειδές οστό ήταν προθανάτιο δηλαδή έγινε εν ζωή.

Ο Μενέλαος Αντωνίου στον οποίο ανατέθηκε η έρευνα μετά το πόρισμα των  Ιδιωτών Ποινικών Ανακριτών, καταθέτοντας στο Δικαστήριο είπε πως η έρευνα του κατέδειξε πως «δεν υπάρχει εγκληματική ενέργεια».

Η δικαστής αναφέρει στην απόφαση ότι «κατά τη γνώμη μου, έχει σημασία και η επιστολή που έστειλε η Εισαγγελία προς τον κύριο Αγαπητό, μετά τη λήψη της έκθεσης του. Διαβάζοντας με προσοχή αυτήν την επιστολή, φαίνεται εκ πρώτης όψεως, μεταξύ άλλων να τίθενται και επιστημονικά ερωτήματα. Διακρίνεται όμως από τη διατύπωση των ερωτημάτων προς τον κύριο Αγαπητό, η επιδίωξη της Εισαγγελίας για απόρριψη των ευρημάτων της κυρίας Καραγιάννη».

Η απόφαση

Αποδέχομαι χωρίς κανένα δισταγμό την επιστημονική άποψη που εξέφρασε στη γραπτή της έκθεση και που υποστήριξε στη μαρτυρία της η κυρία Καραγιάννη. Παρακολουθώντας την κυρία Καραγιάννη να καταθέτει και αξιολογώντας όσα είπε στη μαρτυρία της κρίνω πως είχα ενώπιον μου μια πλήρως καταρτισμένη στην ειδικότητα της μάρτυρα η οποία με εντιμότητα και αίσθημα καθήκοντος προς την επιστήμη της και προς το Δικαστήριο, εξέφρασε με σαφήνεια και γλαφυρότητα τις επιστημονικές της διαπιστώσεις αναφορικά με την παρούσα υπόθεση. Κρατώ ιδιαίτερα αυτό που η ίδια ανέφερε στη μαρτυρία της ότι δηλαδή δεν εκφράζει προσωπική άποψη καθότι τα πραγματικά ευρήματα όπως εκτίθενται στην παρούσα υπόθεση εξ αντικειμένου στηρίζονται σε σχετική βιβλιογραφία που παρέθεσε.

Το πόρισμα μου είναι πως ο Αθανάσιος Νικολάου (Α.Δ.Τ 792029), η σορός του οποίου ανευρέθη κάτω από το γεφύρι της Άλασσας, απεβίωσε στις 29/09/2005 από στραγγαλισμό συνεπεία εγκληματικής ενέργειας.

Τα υπόλοιπα γεγονότα της υπόθεσης όπως με λεπτομέρεια αναφέρονται στο κείμενο της απόφασης πλαισιώνουν σαν κορνίζα τα αίτια θανάτου».

Διαβάστε επίσης: 

Ανδριάνα: Το φως νίκησε το σκοτάδι - Επιτέλους, μπορώ να θρηνήσω το παιδί μου

Τελικό πόρισμα 3ης θανατικής ανάκρισης Θανάση: Απεβίωσε από στραγγαλισμό