Εκτενές δημοσίευμα για την πρωτοφανή υπόθεση συζυγοκτονίας στην Τρεμιθούσα φιλοξενεί η βρετανική εφημερίδα Guardian.

Σε δηλώσεις του στην Guardian ο Chris Jones, υπεύθυνος του ξενώνα στον οποίο διέμεναν ο Ντέιβιντ και η Τζάνις Χάντερ, αναφέρει: «Μακάρι να είχαμε ξεκινήσει όταν η Τζάνις Χάντερ ήταν τόσο άρρωστη. Θα μπορούσαν να ήταν όλα τόσο διαφορετικά αν είχαμε τη δυνατότητα να της προσφέρουμε φροντίδα και ανακούφιση από τον πόνο, καθώς και ψυχολογική υποστήριξη στον Ντέιβιντ».

Τέτοια ημέρα, ένα χρόνο πριν, ο Ντέιβιντ Χάντερ, ένας συνταξιούχος ανθρακωρύχος που διάμενε μόνιμα στην Τριμιθούσα, σκότωσε τη σύζυγό του, ισχυριζόμενος ότι τον είχε παρακαλέσει η ίδια να το πράξει.

Στην κατάθεσή του ο Χάντερ είπε στην αστυνομία ότι του πήρε περίπου 15 λεπτά για να «τη «σώσει», σκοτώνοντας την», δίνοντας τέλος στον αφόρητο σωματικό πόνο της 74χρονης, η οποία είχε διαγνωστεί χρόνια νωρίτερα με λευχαιμία. Στη συνέχεια προσπάθησε να αυτοκτονήσει καταπίνοντας χάπια και αλκοόλ, αφού έστειλε μήνυμα στον αδερφό του στο Ηνωμένο Βασίλειο για να πει τι είχε κάνει.

Την ώρα που οι Αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι οποίες ειδοποιήθηκαν μέσω της Ιντερπόλ, έφτασαν στον ξενώνα, ο Χάντερ ήταν κατάκοιτος στο πάτωμα και δίπλα του σε μια λευκή δερμάτινη καρέκλα βρισκόταν το άψυχο σώμα της αγαπημένης του Τζάνις.

Το δημοσίευμα αναφέρει ότι «για το ζευγάρι ήταν το τέλος μιας ονειρικής ζωής στο εξωτερικό. Σε μια γαλήνια νύχτα πριν από τα Χριστούγεννα, το ήσυχο χωριό είχε γίνει το σκηνικό μιας πρωτόγνωρης δολοφονίας, της οποίας οι συνέπειες είναι ακόμα αισθητές.

 Ένα χρόνο μετά, έγκλειστος στις Κεντρικές Φυλακές της Λευκωσίας και κατηγορούμενος για φόνο, ο Χάντερ δεν έχει ιδέα τι του επιφυλάσσει το μέλλον. Σε μια ορθόδοξη χριστιανική χώρα, όπου η ευθανασία όχι μόνο είναι ταμπού αλλά και εκτός νόμου, η υπόθεση έχει ξεπεράσει τα όρια του νόμου, αναγκάζοντας ένα σύστημα δικαιοσύνης να αντιμετωπίσει, για πρώτη φορά, την υποβοηθούμενη αυτοκτονία.

«Είναι ευαίσθητο θέμα», είπε στον Observer ο εισαγγελέας Ανδρέας Χατζηκύρου. «Δεν θέλουμε να στείλουμε λάθος μήνυμα. Δεν θέλουμε να [μεταφέρουμε] το μήνυμα ότι είναι δικαιολογημένο κάποιος να σκοτώσει το αγαπημένο του πρόσωπο επειδή είναι άρρωστο και πονάει».

Η δυσκολία του θέματος έγινε εμφανής στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου την περασμένη εβδομάδα, όταν ο Χατζηκύρου ζήτησε αναβολή –τη δεύτερη σε 10 ημέρες– επικαλούμενος την ανάγκη περαιτέρω μελέτης της δικογραφίας από τον Γενικό Εισαγγελέα της Κύπρου.

Συγκεκριμένα, την νέα ολιγοήμερη αναβολή ζήτησε ο Χατζηκύρου γιατί, όπως ανέφερε, οι προϊστάμενοί του στην Νομική Υπηρεσία έχουν ζητήσει πρόσθετο χρόνο προκειμένου να μελετήσουν το νέο κατηγορητήριο, αλλά και τα γεγονότα της υπόθεσης που έχουν συμφωνηθεί από τις δυο πλευρές. Και αυτό, συνέχισε, προκειμένου να διαφοροποιηθεί το κατηγορητήριο και ο 74χρονος να αλλάξει την απάντησή του, παραδεχόμενος την κατηγορία της ανθρωποκτονίας αντί του φόνου εκ προμελέτης που αντιμετωπίζει σήμερα.

 «Θέλω απλώς όλο αυτό να τελειώσει μια και καλή», μουρμούρισε κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας. «Έχουν υπάρξει τόσες φορές που σηκώθηκα στις 5 το πρωί για να κάνω το μακρύ ταξίδι εδώ κάτω με το βαν της [αστυνομίας]. Θέλω απλώς να μπορώ να κάνω σχέδια για τη ζωή μου, να συνεχίσω να ζω, να βρίσκομαι κοντά στο σημείο που είναι θαμμένη η γυναίκα μου».

Στις 20 Δεκεμβρίου, ο Χάντερ θα κάνει ξανά το ταξίδι για να βρεθεί ενώπιον του τριμελούς δικαστηρίου της Πάφου. Η νομική ομάδα του Βρετανού ελπίζει ότι θα είναι η τελευταία ακρόαση, με την αλλαγή της ένστασης να γίνεται δεκτή και να προβάλλονται επιχειρήματα ελαφρυντικών προτού ανακοινωθεί η ποινή σε μεταγενέστερη ημερομηνία.

«Δεν υπάρχει προηγούμενο για τέτοιου είδους υποθέσεις στην Κύπρο», λέει ο Michael Polak, του Justice Abroad. «Το δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει παρόμοιες υποθέσεις σε άλλες χώρες και αν το κάνει αυτό, που ελπίζουμε ότι θα γίνει, η ποινή με αναστολή θα είναι μια σοβαρή πιθανότητα».

Πάντως, ο Χάντερ είχε την υποστήριξη της κόρης του Lesley Cawthorne, η οποία περιέγραψε τον πατέρα της ως την «ενσάρκωση της αγάπης» σε έναν γάμο που κράτησε 56 χρόνια.

Πίσω στην Τάλα, ο Jones αναφέρει ότι «Μια πράξη αγάπης δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο όπως μια σκόπιμη πράξη βίας. Από ηθική άποψη, μπορεί να μην συμφωνώ με την ευθανασία, αλλά είναι πολύ σαφές ότι αυτό ήταν ακριβώς αυτό – μια πράξη αγάπης».

 Διαβάστε επίσης: Φόνος Τρεμιθούσας: Τροποποιείται το κατηγορητήριο - Θα παραδεχθεί ο 74χρονος