Για το ΑΚΕΛ το διακύβευμα που υπάρχει είναι ένα: είτε λύση ΔΔΟ είτε διχοτόμηση, δήλωσε την Παρασκευή ο ΓΓ του κόμματος, Στέφανος Στεφάνου, κάνοντας αναφορά σε χαμένες ευκαιρίες και λάθη της ε/κ πλευράς και παρουσιάζοντας την πρόταση τεσσάρων σημείων του ΑΚΕΛ για επανέναρξη των συνομιλιών.

Σε χαιρετισμό του στο συνέδριο του ΑΚΕΛ, με θέμα: «Κυπριακό: Ώρα μηδέν!», στο οποίο παρέστη και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, ο Στέφανος Στεφάνου είπε ότι από τη μέρα που η τουρκική πλευρά επίσημα πλέον επανέφερε ως στόχο τη λύση δύο κρατών απορρίπτοντας την ομοσπονδία, το διακύβευμα ΔΔΟ ή διχοτόμηση έγινε ακόμα πιο ξεκάθαρο. «Όποιοι πιστεύουν ότι αν επιδιώξουμε οποιαδήποτε άλλη λύση είναι δυνατόν να επιτευχθεί ο στόχος του τερματισμού της κατοχής και της επανένωσης, λυπάμαι που θα το πω, είναι εκτός πραγματικότητας», επεσήμανε.

Ο κ. Στεφάνου ανέφερε ότι υπήρξαν χαμένες ευκαιρίες, λάθη και λανθασμένοι υπολογισμοί στην πολιτική και στη διαχείριση του προβλήματος από μέρους της ελληνοκυπριακής πλευράς. Λάθη τα οποία διευκόλυναν ή και τροφοδότησαν την παρελκυστική και διχοτομική πολιτική της Τουρκίας, η οποία έχει τον παράγοντα του χρόνου με το μέρος της, με την έννοια ότι η παρέλευσή του παγιώνει τα διχοτομικά δεδομένα τόσο επί του εδάφους όσο και στις συνειδήσεις των ανθρώπων, πρόσθεσε. «Η ‘Ώρα Μηδέν’ όμως του Κυπριακού δεν προσφέρεται για εσωστρέφεια. Αντιθέτως, μας επιβάλλει να δούμε με καθαρή ματιά το μέλλον διορθώνοντας τυχόν λάθη του παρελθόντος», ανέφερε.

Ένα από αυτά τα λάθη, είπε ο ΓΓ του ΑΚΕΛ, ήταν η στάση της ε/κ πλευράς, και εν γένει της ΚΔ, απέναντι στην τ/κ κοινότητα. «Χρειάζεται πολιτικό θάρρος για να παραδεχτούμε ότι δεν της συμπαρασταθήκαμε όσο έπρεπε ώστε να της εμπνεύσουμε την εμπιστοσύνη αλλά και τη διάθεση για κοινό αγώνα που θα οδηγήσει στη λύση και την επανένωση. Ακόμα και σήμερα πολλές φορές αποφεύγουμε να βάζουμε στην εξίσωση των προσπαθειών για λύση τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας», ανέφερε.

Η υποτίμηση του τουρκοκυπριακού παράγοντα, είπε, είχε ξεκινήσει από την εποχή των αγώνων για αποτίναξη της αποικιοκρατίας. Από τις αρχές δε της δεκαετίας του ’60 και, ειδικά, μετά τις δικοινοτικές συγκρούσεις και την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από τη διοίκηση του κοινού δικοινοτικού κράτους, συνέχισε, αυτή η προσέγγιση είχε ενταθεί. «Αποφάσεις που τότε λήφθηκαν ερήμην των Τουρκοκυπρίων έστελναν το μήνυμα σ’ αυτούς ότι νιώθουμε ικανοποιημένοι που απαλλαχθήκαμε από τη συμμετοχή τους στη διαχείριση του κράτους και ότι δεν θέλουμε ανεξαρτησία αλλά ένωση με την Ελλάδα. Πολιτική την οποία ακολούθησε –δυστυχώς– η ελληνοκυπριακή ηγεσία επίσημα τουλάχιστον μέχρι το 1968. Και, ξανά δυστυχώς, η ενωτική ρητορική παρέμεινε μέχρι και το 1974», επεσήμανε.

Παρουσιάζοντας την πρόταση του ΑΚΕΛ μίλησε για τέσσερα σημεία με πρώτο τη συνεχή υπόμνηση προς όλες τις κατευθύνσεις ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά παραμένει συνεπής και αμετακίνητη στη συμφωνημένη βάση λύσης της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, όπως αυτή καθορίζεται από τα σχετικά ψηφίσματά του ΟΗΕ και όπως συγκεκριμενοποιήθηκε με τις σχετικές συγκλίσεις, περιλαμβανομένης της σύγκλισης για εκ περιτροπής προεδρία, διασταυρούμενη και σταθμισμένη ψήφο και λήψη όλων των αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου με τουλάχιστον μία θετική ψήφο από  Τουρκοκύπριο Υπουργό.

Αυτό επιβάλλεται, είπε, για δύο βασικούς λόγους: "πρώτο, γιατί η τουρκική πλευρά έχει επίσημα μετακινηθεί από τη συμφωνημένη βάση λύσης. Και δεύτερο, οι βολιδοσκοπήσεις του τέως Πρόεδρου Αναστασιάδη εντός κι εκτός Κύπρου για λύση δύο κρατών, σε συνδυασμό με την δαιμονοποίηση της πολιτικής ισότητας, έχει τραυματίσει την αξιοπιστία της ελληνοκυπριακής πλευράς σχετικά με την επιδιωκόμενη λύση", ανέφερε.

Δεύτερο σημείο της πρότασης του ΑΚΕΛ, συνέχισε, είναι, η επιμονή στην επανέναρξη των διαπραγματεύσεων από το σημείο που διακόπηκαν στο Κραν Μοντανά, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, σημειώνοντας ότι αυτή τη θέση διατύπωνε ο ΓΓ του ΟΗΕ για μερικά χρόνια προτείνοντάς την στα εμπλεκόμενα μέρη ως διέξοδο για συνέχιση των διαπραγματεύσεων.

Επίσης, συνέχισε, ευθαρσώς πρέπει να δηλώνουμε ότι είμαστε υπέρ της διαφύλαξης όλων των συγκλίσεων καθώς και της διαπραγμάτευσης στη βάση του Πλαισίου Γκουτέρες. Ως πλεονεκτήματα αυτής της θέσης, ανέφερε, παρακάμπτονται οι απαράδεκτες και απορριπτέες θέσεις της τουρκικής πλευράς για λύση δύο κρατών, για ισότιμο διεθνές καθεστώς και για κυριαρχική ισότητα, διαφυλάσσονται οι συγκλίσεις και συμφωνίες πάνω σε εξαιρετικής σημασίας ζητήματα, όπως αυτά της κυριαρχίας και της πολιτικής ισότητας. Οι διαπραγματεύσεις στη βάση του Πλαισίου Γκουτέρες, συνέχισε, διασφαλίζουν από μόνες τους ότι η διάρκειά τους δεν πρόκειται να πάρει σε μάκρος χρόνου.

«Με αυτό τον τρόπο, σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να επιτευχθεί στρατηγική συμφωνία που θα σηματοδοτήσει τον αναπόδραστο δρόμο προς τη συνολική λύση. Σημειώνω, επίσης, ότι το Πλαίσιο Γκουτέρες περιλαμβάνει όλες τις συγκλίσεις καθώς και την εξαιρετικά σημαντική θέση που διατύπωσε ο κ. Γκουτέρες για τα θέματα ασφάλειας και εγγυήσεων», επεσήμανε.

Τρίτο σημείο της πρότασης του ΑΚΕΛ, είπε ο κ. Στεφάνου, είναι η διαμόρφωση μιας ισχυρής θετικής ατζέντας προς την Τουρκία που να περιλαμβάνει θέματα που βρίσκονται ψηλά στις πολιτικές προτεραιότητες της Τουρκίας, χωρίς βεβαίως να παραβιάζονται οι κόκκινές μας γραμμές. Επανέλαβε δε την πρόταση του ΑΚΕΛ που κατέθεσε τον Δεκέμβριο του 2020 με επίκεντρο τα θέματα της ενέργειας.

Το τέταρτο σημείο αφορά την εφαρμογή μονομερών μέτρων από μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας προς όφελος της τουρκοκυπριακής κοινότητας για την επίλυση προβλημάτων ή κάλυψη αναγκών στην ΚΔ, την ενίσχυση των σχέσεων τους με την ΕΕ μέσω της ΚΔ και στην επίλυση προβλημάτων καθημερινότητάς τους. Τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση είναι προς την σωστή κατεύθυνση αλλά είναι ανεπαρκή και πρέπει να εμπλουτιστούν, πρόσθεσε.

Ο κ. Στεφάνου είπε ότι η ανάληψη ουσιαστικών πρωτοβουλιών είναι ευθύνη του Προέδρου της Δημοκρατίας και εν γένει της Κυβέρνησής του, που χειρίζονται το Κυπριακό. Πρωτοβουλίες, πρόσθεσε, χρειάζεται να αναληφθούν και προς την κατεύθυνση της κοινωνίας, της οποίας ένα μεγάλο μέρος της, εξαιτίας κυρίως της στασιμότητας, αφέθηκε στην απαισιοδοξία και τον συμβιβασμό με το στάτους κβο.

«Είναι ευθύνη της Κυβέρνησης έμπρακτα να υποδεικνύει τους κινδύνους από τη ντε φάκτο κατάσταση και να αναδεικνύει την ανάγκη για λύση. Όχι γενικά και αόριστα, αλλά συγκεκριμένα, αφού η βάση λύσης στην οποία έχουμε συμφωνήσει είναι συγκεκριμένη. Το Κυπριακό δεν σηκώνει, δεν αντέχει άλλες μικροπολιτικές και εκλογικές σκοπιμότητες. Το Κυπριακό δεν προσφέρεται για παιχνίδια επικοινωνίας, ούτε για ρητορική εσωτερικής κατανάλωσης. Γιατί από το Κυπριακό εξαρτάται η ζωή μας και η ζωή δεν σηκώνει αναβολή», κατέληξε ο ΓΓ του ΑΚΕΛ.

Πηγή; ΚΥΠΕ