Για  τις πρώτες αισθητές επιπτώσεις του κορωνοϊού στηνΤουρκική  οικονομία, την τουρκική λίρα αλλά και τις εμπορικές συναλλαγές με την Ευρώπη μίλησε στην «Πρώτη Εκπομπή» του Ράδιο Πρώτo (35:28)   ο Επίκουρος Καθηγητής στη Διεθνή Επιχειρηματικότητα, Διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος ΜΒΑ και μέλος του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου UCLan Cyprus, Δρ. Παναγιώτης Κοντάκος, ο οποίος προέβει και σε εκτίμηση για την δύσκολη επόμενη μέρα του Ερντογάν.  

 

Αρχικά ο Δρ Κοντάκος εξήγησε ότι η παγκόσμια αναστάτωση από την πανδημία του κορονοϊού προκαλεί εκ νέου πίεση στην ήδη επιβαρυμένη τουρκική οικονομία, η οποία εδώ και καιρό παλινδρομεί αγωνιώντας να ισορροπήσει μεταξύ εγχώριων και περιφερειακών εντάσεων.

«Για να χρησιμοποιήσω μια φράση στο πρακτορείο Reuters την περασμένη εβδομάδα της Selva Demiralp,  Διευθύντριας στο Koc University-TUSIAD Economic Research Forum:

"Δυστυχώς, η Τουρκία χρησιμοποίησε όλα τα πυρομαχικά της το περασμένο έτος για να τονώσει την ανάπτυξη και δεν διακράτησε για τις βροχερές μέρες".», εξήγησε.

Τόνισε ότι οικονομικός αντίκτυπος για την Τουρκία θα είναι πιθανότατα πιο αισθητός στη μείωση του εξωτερικού εμπορίου και των εσόδων από τον τουρισμό, που είχαν αποτελέσει σανίδα σωτηρίας το περασμένο έτος.

Επιπλέον επεσήμανε ότι  τουριστικός τομέας της Τουρκίας, ο οποίος αντιπροσωπεύει περίπου το 13% του ΑΕΠ και κατατάσσεται παγκοσμίως ως ο 6ος μεγαλύτερος τουριστικός προορισμός - με ρεκόρ 52 εκατ. επισκεπτών την περασμένη χρονιά, αναμένεται, όπως και κάθε τουριστική οικονομία το 2020, να δεχθεί ισχυρό πλήγμα από την πανδημία του κορονoϊού.

«Η τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε προχθές ένα πρόγραμμα υποστήριξης 100 δισ. λιρών (ήτοι περίπου $15 δισ.), φορολογικών επιδοτήσεων και δανειακών ρυθμίσεων, τα οποία ωστόσο θεωρούνται από Τούρκους οικονομολόγους ανεπαρκή για να περιορίσουν τις αναμενόμενες εκτεταμένες αρνητικές επιπτώσεις της νέας ξαφνικής κρίσης.

Τα γνωστά μας CDS, που αντικατοπτρίζουν το ασφάλιστρο κινδύνου τις χώρας, εκτινάχθηκαν σε νέα ιστορικά υψηλά επίπεδα πάνω από τις 590 μονάδες βάσης στις 19 Μαρτίου (από 267 μ.β. τον Ιανουάριο), ξεπερνώντας μέσα σε μία εβδομάδα ακόμα και τα αντίστοιχα της προηγούμενης κρίσης του Ιουλίου 2018.

Υπάρχει μάλιστα έντονη φημολογία ότι τα κρούσματα του κορονοϊού αναμένεται να αυξηθούν ραγδαία τις επόμενες μέρες, επίσης ανάμεσα σε καταυλισμούς μεταναστών στην Τουρκία».

Ενδεικτικά,  ανέφερε το αμερικανικό δίκτυο NBC και η εφημερίδα Jerusalem Post  που αναφέρονται  στις πρόσφατες δηλώσεις του Τούρκου πρεσβευτή στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τις οποίες η αποφυγή της διάδοσης του κορονοϊού σε στρατόπεδα προσφύγων είναι «mission impossible».

Κληθείς να σχολιάσει τις προεκτάσεις της εξάπλωσης την πανδημίας στην τουρκική λίρα, ο Δρ Κοντάκος σημείωσε ότι την τρέχουσα περίοδο διάφοροι παράγοντες επιδρούν στην έντονη διακύμανση που παρατηρείται στην συναλλαγματική ισοτιμία της λίρας.

«Πέραν των προφανών συνεπειών του κορονοϊού, σημαντική επίπτωση έχουν η πρόσφατη τάση ενίσχυσης διεθνώς του δολαρίου, οι κερδοσκοπικές πιέσεις που ασκούνται καθώς και οι προσπάθειες ελέγχου της λίρας από την κυβέρνηση.

Τα χρήματα που η κεντρική τράπεζα έχει ξοδέψει (προ COVID-19) με παρεμβάσεις μέσω κρατικών τραπεζών για τη στήριξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας εκτιμώνται σε $32 δισ., ποσό που δεν έχει επισήμως αμφισβητηθεί μέχρι στιγμής », είπε.

«Η διοίκηση της οικονομίας παρεμβαίνει στις τιμές συναλλάγματος επειδή δεν κατάφερε να αντιστρέψει την έξοδο προς σκληρά νομίσματα εν μέσω μιας σειράς περικοπών των βασικών επιτοκίων που η κεντρική τράπεζα έχει πραγματοποιήσει από πέρυσι όταν περιήλθε υπό αυστηρό κυβερνητικό έλεγχο, παρά τον πληθωρισμό που εμφανίζει εκ νέου ανοδικές τάσεις.

Ενδεικτικά, η ισοτιμία του δολαρίου, που μετρά τον παλμό της Τουρκικής οικονομίας, ανήλθε περίπου σε 6,6 τουρκικές λίρες στις 19 Μαρτίου, έχοντας διασπάσει και πάλι το ψυχολογικό όριο των 6 λιρών με την υποτίμηση να συνεχίζεται εκ νέου από την αρχή του έτους κατά 10%.

Και βεβαίως όταν ασκείται πίεση στην τουρκική λίρα, αυτό αμέσως επιβαρύνει την πιστοληπτική ικανότητα του ιδιωτικού τομέα και τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις της χώρας. Αυτά δεν είναι καλά νέα για τη χώρα, αλλά ούτε και για Ευρωπαίους που έχουν σημαντική επενδυτική έκθεση στην Τουρκία»

Μεταξύ άλλων ο Δρ Κοντάκος είπε πως τα σημαντικά εξωτερικά δάνεια και οι ξένες επενδύσεις που παραδοσιακά έχει δεχθεί η Τουρκία από δυτικές χώρες, αποτελούν μέχρι ένα σημείο ανάχωμα στην ανεξέλεγκτη υποτίμηση της τουρκικής λίρας και καθιστούν ευνοϊκότερες τις δηλώσεις ξένων αξιωματούχων όταν αναφέρονται στην Τουρκία.

Εξήγησε ότι σύμφωνα με στοιχεία της κεντρικής τράπεζας, το ενεργητικό των επενδυμένων ξένων περιουσιακών στοιχείων στην Τουρκία ανέρχεται σε $600 δισ. Γερμανικές, βρετανικές, ελβετικές, ολλανδικές και λουξεμβουργιανές τράπεζες αντιπροσωπεύουν τους μισούς δανειστές.

«Το απόθεμα των άμεσων ξένων επενδύσεων, ανέρχεται σε $166 δισ., από τις οποίες εκτιμάται ότι ποσοστό περίπου 77% ανήκουν σε ευρωπαϊκές εταιρείες, κυρίως ολλανδικές, γερμανικές και βρετανικές», είπε.

«Η ING Groep, η μεγαλύτερη ολλανδική τράπεζα, η HSBC, η μεγαλύτερη τράπεζα της Ευρώπης, και η ιταλική UniCredit έχουν όλες προσφάτως (προ COVID-19) ανακοινώσει την πρόθεσή τους να εγκαταλείψουν την Τουρκία, κυρίως λόγω της αύξησης των συναλλαγματικών κινδύνων και της οικονομική αστάθειας.

Εν ολίγοις, η Ευρώπη αποτελεί την κύρια πηγή προέλευσης των ξένων άμεσων επενδύσεων και του ήμισυ των εξωτερικών δανείων από τα οποία επωφελείται η Τουρκία.

Ταυτόχρονα, η Τουρκία αποτελεί για τους Ευρωπαίους σημαντικό εμπορικό εταίρο», είπε.

Ως εκ τούτου, σημείωσε, η οικονομική αναταραχή στην Τουρκία αποτελεί πηγή έντονης ανησυχίας για πολλούς Ευρωπαίους, είτε πρόκειται για επενδυτές, πιστωτές ή εμπόρους και εν δυνάμει «αχίλλειο πτέρνα» της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Τέλος, κληθείς να κάνει μια εκτίμηση της επόμενης μέρας, είπε πως η κυβέρνηση Ερντογάν αναμένεται να γίνει αποδέκτης αφόρητης πίεσης στο εσωτερικό το επόμενο διάστημα.

«Ο πρώην σύμμαχος και υπουργός οικονομικών Αλί Μπαμπακάν εγκαινίασε την περασμένη εβδομάδα αντίπαλο κόμμα επικρίνοντας τον πρόεδρο της Τουρκίας για «λανθασμένη» οικονομική διαχείριση.

Η σχετικά μεγάλη αναμονή στην επίσημη αναγνώριση του πρώτου κρούσματος του κορονoϊού αποτέλεσε επίσης αφορμή για το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης να κατηγορήσει εκ νέου την κυβέρνηση για αδιαφάνεια στη διαχείριση της κρίσης».

Επίσης, όπως εξήγησε ο  Δρ Κοντάκος,  δεδομένης της στενότητας δημοσιονομικών ελιγμών, θα πρέπει να αναμένουμε πάγωμα σε οποιαδήποτε έργα υποδομών για το επόμενο διάστημα (π.χ. το πολιτικά πολυδιαφημισμένο κανάλι σύζευξης της θάλασσας του Μαρμαρά και της Μαύρης θάλασσας), τα οποία στο παρελθόν είχαν αποτελέσει συνήθη κυβερνητική τακτική αποπροσανατολισμού στα αδιέξοδα της οικονομίας.

«Ενδεικτικά την περασμένη εβδομάδα αναβλήθησαν επ’ αορίστου οι συζητήσεις για την αναχρηματοδότηση ενός δανείου ύψους $2,3 δισ. από κινεζικές τράπεζες (Industrial & Commercial Bank of China και Bank of China) για την ολοκλήρωση εργασιών στην τρίτη γέφυρα στο Βόσπορο.

                                                                                                 Η εξέλιξη της διαχείρισης των 5 εκατ. προσφύγων και μεταναστών στη χώρα, για την συσσώρευση των οποίων έχει κατηγορηθεί στο παρελθόν η κυβέρνηση, σε συνδυασμό με την πανδημία, περιπλέκει τις κοινωνικές διαστάσεις της κρίσης.

Τέλος, θα πρέπει να αναμένεται οικονομική συμφόρηση και αναβίωση του φαντάσματος του πληθωρισμού στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, κυρίως λόγω των επιπτώσεων της υποτίμησης της τουρκικής λίρας. Είναι αξιοσημείωτο ότι ήδη οι τιμές στον τομέα υγείας αυξάνονταν με ετήσιο ρυθμό της τάξης του 22% στα τέλη Φεβρουαρίου», είπε.