Γεγονός θα είναι, περισσότερο από τριάμισι χρόνια μετά από το δημοψήφισμα του Ιουνίου του 2016, στις 11 τη νύχτα, τοπική ώρα την 31η Ιανουαρίου η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ.
Το Brexit θα γίνει με βάση τη Συμφωνία Αποχώρησης στην οποία κατέληξαν ο Μπόρις Τζόνσον και οι διαπραγματευτές των Βρυξελλών, συμφωνία που καλύπτει το ζήτημα των δικαιωμάτων των Ευρωπαίων κατοίκων του Ηνωμένου Βασιλείου, το χρηματικό πόσο που θα πρέπει να καταβάλει το Λονδίνο έναντι ειλημμένων υποχρεώσεων και το θέμα της ρύθμισης των συνόρων μεταξύ Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και Βόρειας Ιρλανδίας.
Η Συμφωνία Αποχώρησης περιλαμβάνεται στο σχετικό νομοσχέδιο, που εγκρίθηκε οριστικά στις 22 Ιανουαρίου από το βρετανικό κοινοβούλιο και στις 29 του μήνα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Αμέσως μετά από τη στιγμή του Brexit τίθεται σε εφαρμογή η συμφωνηθείσα μεταβατική περίοδος, η οποία θα λήξει στις 31 Δεκεμβρίου 2020. Η ημερομηνία λήξης δεν έχει αλλάξει παρά το γεγονός ότι τελικά χρειάστηκαν δέκα μήνες περισσότεροι για το Brexit σε σχέση με την 29η Μαρτίου 2019 που είχε οριστεί αρχικά ως ημερομηνία εξόδου (κατόπιν της έναρξης της διαδικασίας εξόδου υπό το Άρθρο 50 από την Τερέζα Μέι).
Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν δέκα μήνες λιγότεροι στη διάθεση Λονδίνου και Βρυξελλών να καταλήξουν σε μία συμφωνία για τη μελλοντική εμπορική και όχι μόνο σχέση τους. Για την ακρίβεια το διάστημα αυτό είναι ακόμα λιγότερο, καθώς οι διαπραγματεύσεις δεν αναμένεται να αρχίσουν πριν από το Μάρτιο και θα απαιτηθούν και κάποιοι μήνες στο τέλος του έτους για να δοθεί η έγκριση στη νέα σχέση και από τα 27 εθνικά κοινοβούλια.
Η συμφωνία δίνει δικαίωμα παράτασης της μεταβατικής περιόδου κατά ένα ή δύο έτη, εφόσον το Λονδίνο το αποφασίσει έως το τέλος Ιουνίου, αλλά το νομοσχέδιο περί της Συμφωνίας Αποχώρησης καθιστά παράνομη μια τέτοια απόφαση, σε μια προσπάθεια του πρωθυπουργού Τζόνσον να δείξει ότι είναι αποφασισμένος να τελειώνει μια ώρα αρχύτερα με την ΕΕ.
Από την 1η Φεβρουαρίου θεωρητικά τίποτα ουσιαστικό δεν αλλάζει στη σχέση Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ, καθώς η χώρα παραμένει μέλος της τελωνειακής ένωσης και της ενιαίας αγοράς. Οι όποιες αλλαγές θα καθορίζονται από τη συμφωνία για τη μελλοντική σχέση και παραπέμπονται για την 1η Ιανουαρίου 2021.
«Οι μεγάλες αλλαγές όντως παραπέμπονται για μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου. Οι Ευρωπαίοι δε θα πρέπει να ανησυχούν κατά τη μεταβατική περίοδο. Τα δικαιώματά τους έχουν κατοχυρωθεί. Θα πρέπει να είναι όμως σε μία σχετική εγρήγορση, θα πρέπει δηλαδή να υποβάλουν τη σχετική αίτηση για την απόκτηση του ‘settled’ ή ‘pre-settled’ στάτους, ούτως ώστε να κατοχυρωθούν τα δικαιώματά τους παραμονής στη Μεγάλη Βρετανία και μετά από την έξοδο από την ΕΕ», δηλώνει ο καθηγητής Δημήτριος Γιαννουλόπουλος, πρόεδρος του Νομικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Goldsmith’s του Λονδίνου και ιδρυτής και διευθυντής της δεξαμενής σκέψης ‘Britain in Europe’.
Κάποιες λεπτομέρειες, ωστόσο, εξακολουθούν να προξενούν ανησυχία.
«Ένα θέμα που απασχολεί ιδιαίτερα τους Ευρωπαίους πολίτες στο Ηνωμένο Βασίλειο αυτή τη στιγμή είναι η έλλειψη κάποιου εγγράφου που να πιστοποιεί το δικαίωμά τους να παραμείνουν στη χώρα και μετά το Brexit. Ναι μεν αυτό μπορεί να γίνει μέσω εξακρίβωσης σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων, αλλά γενικότερα οι Ευρωπαίοι θα ήθελαν να έχουν κάτι απτό στα χέρια τους να επιδεικνύουν όταν βρίσκονται στο αεροδρόμιο ή όταν μιλούν σε κάποιον πιθανό μελλοντικό εργοδότη», προσθέτει ο κ. Γιαννουλόπουλος.
Υπάρχουν πάντως κάποιες διατάξεις της Συμφωνίας Αποχώρησης που συνιστούν άμεσες αλλαγές στη σχέση των δύο πλευρών ήδη από τη μεταβατική περίοδο.
Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα εκπροσωπείται πλέον στους πολιτικούς κοινοτικούς θεσμούς, δηλαδή οι σύνοδοι κορυφής και τα επιμέρους συμβούλια θα γίνονται χωρίς τον Μπόρις Τζόνσον και τους υπουργούς του, δε θα υπάρχει Βρετανός επίτροπος ούτε Βρετανοί ευρωβουλευτές. Η χώρα, ωστόσο, θα δεσμεύεται από τους νέους νόμους της ΕΕ και από τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Θα παραμείνει δε έως το τέλος του τρέχοντος έτους μέλος των οικονομικών θεσμών και των διευθετήσεων συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας. Δηλαδή θα αντιμετωπίζεται ως πλήρες μέλος της ενιαίας αγοράς και της τελωνειακής ένωσης, τόσο από την ΕΕ όσο και από τις τρίτες χώρες και θα συνεχίσει να έχει πλήρη πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων ασφαλείας και στους μηχανισμούς της Europol.
Μια άλλη διαφοροποίηση είναι ότι ορισμένες χώρες-μέλη όπως η Γερμανία και η Αυστρία δεν μπορούν να εκδίδουν κατηγορούμενους σε τρίτες χώρες υπό το Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης, άρα δε θα εκδίδουν υπόπτους στο Ηνωμένο Βασίλειο με βάση την υπάρχουσα διευθέτηση.
Το Λονδίνο δικαιούται να διατηρήσει τις εξαιρέσεις που έχει από διάφορους τομείς πολιτικής της ΕΕ, καθώς και να μην υιοθετεί αλλαγές στην εξωτερική πολιτική της ΕΕ.
Επίσης, όπως έχει επισημάνει ο γνωστός σχολιαστής της διαδικασίας του Brexit, καθηγητής Θεμάτων ΕΕ, Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δικαίου Διεθνούς Εμπορίου στο Πανεπιστήμιο του Έσεξ Στίβεν Πιρς, οι κοινοτικοί κάτοικοι του Ηνωμένου Βασιλείου και αντιστοίχως οι Βρετανοί που ζουν σε χώρες-μέλη της ΕΕ ενδεχομένως να μην μπορούν να ψηφίσουν στις τοπικές εκλογές της χώρας διαμονής τους όπως γινόταν μέχρι τώρα. Για να διατηρηθεί το δικαίωμα αυτό πρέπει να υπάρξει αμοιβαία συναίνεση, καθώς η Συμφωνία Αποχώρησης δεν διατηρεί αυτομάτως το δικαίωμα.
Το δικαίωμα ελεύθερης μετακίνησης πάντως παραμένει κανονικά σε ισχύ για αυτούς τους 11 μήνες, με δεδηλωμένη την απόφαση της κυβέρνησης Τζόνσον να λήξει την Πρωτοχρονιά του 2021.
Πρέπει, τέλος, να σημειωθεί ότι ακόμα και σε περίπτωση που δεν προκύψει συμφωνία για τη μελλοντική σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ ως το τέλος της μεταβατικής περιόδου, η Συμφωνία Αποχώρησης θα συνεχίσει να ισχύει, δηλαδή τα όσα έχουν συμφωνηθεί για τα δικαιώματα των Ευρωπαίων κατοίκων στο Ηνωμένο Βασίλειο, τις οικονομικές υποχρεώσεις του Λονδίνου έναντι της Ένωσης και τις διευθετήσεις για τα σύνορα στην Ιρλανδία.