Η σχέση μεταξύ του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και του Πάπα Φραγκίσκου αποτέλεσε ένα από τα πιο θερμά κεφάλαια στις σχέσεις μεταξύ της Ορθόδοξης και της Καθολικής Εκκλησίας.
Όταν τον Μάρτιο του 2013 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος έσπευδε στη Ρώμη για να παρευρεθεί στην ενθρόνιση του νέου Πάπα, κανείς δεν περίμενε πως αυτή η ιστορική κίνηση –η πρώτη του είδους από Οικουμενικό Πατριάρχη μετά το σχίσμα του 1054– θα μετουσιωνόταν σε έναν πολυετή δεσμό φιλίας, σεβασμού και συνεργασίας. Η παρουσία του Βαρθολομαίου εκεί δεν ήταν απλώς τυπική ή πρωτοκόλλου. Ήταν η εναρκτήρια πράξη μιας σχέσης που δεν έμεινε στις χειραψίες, αλλά εξελίχθηκε σε μία από τις σημαντικότερες πνευματικές και συμβολικές θρησκευτικές συμμαχίες των καιρών μας.
Η στενή προσωπική σχέση μεταξύ του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και του Πάπα Φραγκίσκου απέκτησε γρήγορα τον χαρακτήρα μιας αδελφικής συμπόρευσης. Από το 2014 και τη συμβολική επίσκεψη του Πάπα στην Κωνσταντινούπολη, όπου έσκυψε για να λάβει την ευλογία του Πατριάρχη, υπογραμμίζοντας την επιθυμία για ενότητα μεταξύ των δύο Εκκλησιών, έως την κοινή τους παρουσία στα Ιεροσόλυμα την ίδια χρονιά για την επέτειο της ιστορικής συνάντησης Παύλου ΣΤ΄ – Αθηναγόρα, τα βήματά τους ήταν βήματα συγκατάβασης, θάρρους και κοινής επιθυμίας: να αποκατασταθεί η ευχαριστιακή κοινωνία ή άλλως το «Κοινό Ποτήριο».
Η μεταξύ τους σχέση λειτούργησε παράλληλα ως πνευματικός φάρος, καθώς στο διάλογο για την ενότητα των Εκκλησιών οι δύο αυτοί προκαθήμενοι έδιναν το στίγμα, που επηρέαζε καθοριστικά το σύνολο του Ορθόδοξου και Καθολικού κόσμου.
Διαβάστε ακόμη: Ιταλία: Ολοκληρώθηκε η προσέλευση των πιστών στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου
Συνεργασία που υπερέβη το θεολογικό και άγγιξε το ανθρώπινο
Οι δύο ηγέτες διατηρούσαν τακτική επικοινωνία, ανταλλάσσοντας επισκέψεις και μηνύματα κατά τις εορτές των πολιούχων, Αγίου Πέτρου και Παύλου για τη Ρώμη και Αγίου Ανδρέα για την Κωνσταντινούπολη. Αυτές οι ανταλλαγές υπογράμμιζαν τη δέσμευσή τους για συνεχή διάλογο και συνεργασία.
Ο Πατριάρχης και ο Πάπας ένωσαν επίσης τη φωνή τους σε μείζονα κοινωνικά ζητήματα, όπως το προσφυγικό/μεταναστευτικό. Η επίσκεψή τους στη Μόρια το 2016 ήταν μια στιγμή οικουμενικής ευθύνης, που πέρασε ισχυρό μήνυμα στην παγκόσμια κοινότητα. Εκεί δεν μίλησαν ως θεολόγοι, αλλά ως ποιμένες που θρηνούν για τον ανθρώπινο πόνο.
Συμμετείχαν μαζί σε διαθρησκειακές συναντήσεις, από την Ασίζη ως το Ντουμπάι, με έμφαση στη συνύπαρξη και την ενότητα των Εκκλησιών. Και δεν παρέλειψαν να προβούν ακόμη και σε πρακτικά βήματα συνεργασίας η μία εκκλησία με την άλλη. Πρόσφατο παράδειγμα, η παραχώρηση του καθολικού ναού Σάντα Μαρία προς στην Ορθόδοξη κοινότητα για τη στέγαση της Μητρόπολης Σμύρνης, κατόπιν αιτήματος του Πατριάρχη προς τον Φραγκίσκο.
Κοινή προστασίας της Κτίσεως
Η κοινή περιβαλλοντική τους ευαισθησία αποτέλεσε έναν ακόμα ισχυρό κρίκο στην αλυσίδα των κοινών δράσεων. Ο Βαρθολομαίος ήδη από τη δεκαετία του 1990 έχει καθιερωθεί ως ο «Πράσινος Πατριάρχης», εστιάζοντας στην περιβαλλοντική θεολογία. Ο Πάπας Φραγκίσκος εμπνεύστηκε και εξέδωσε την παπική εγκύκλιο Laudato Si’, αφιερωμένη στην προστασία της Κτίσης.
Οι δύο θρησκευτικοί ηγέτες δεν είδαν την οικολογία ως «κοσμική ανησυχία», αλλά ως πυρήνα της πίστης, που αφορά το σεβασμό προς το δημιούργημα του Θεού.
Η προσδοκία της Νίκαιας και το ανεκπλήρωτο όνειρο του κοινού Ποτηρίου
Ένα από τα μεγάλα οράματα αυτής της πνευματικής φιλίας ήταν να συνεορτάσουν μαζί την 1.700ή επέτειο της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια το Μάιο του 2025. Ήταν επιθυμία εκπεφρασμένη και από τους δύο. Μια συμβολική κίνηση, που θα μπορούσε να αποτελέσει το κορυφαίο μήνυμα ενότητας.
Επίσης, οι δύο μεγαλύτεροι θρησκευτικοί ηγέτες της Χριστιανοσύνης είχαν εκφράσει την κοινή τους επιθυμία να επιστρέψουν οι δύο Εκκλησίες σε έναν μόνιμο, κοινό εορτασμό του Πάσχα.
Ο θάνατος του Πάπα Φραγκίσκου αφήνει ανοιχτά πολλά από τα κεφάλαια, αλλά δεν ακυρώνει την πορεία, όπως ανέφεραν στο SigmaLive πηγές του Οικ. Πατριαρχείου.
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος συνεργάστηκε στενά και με τους τρεις τελευταίους Πάπες, αλλά ξεχώρισε τη σχέση του με τον Φραγκίσκο, τον οποίο χαρακτήριζε «πιστό φίλο, συνοδοιπόρο και συμπαραστάτη» του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Οι δύο προκαθήμενοι είχαν επανειλημμένα εκφράσει τη βούλησή τους να επουλωθούν τα τραύματα του παρελθόντος και να εργαστούν με συνέπεια για την αποκατάσταση της πλήρους ενότητας των Εκκλησιών — μιας ενότητας που, στη θεολογική της πληρότητα, σηματοδοτείται από τη συμμετοχή στο «Κοινό Ποτήριο». Αυτός υπήρξε ο διαρκής και βαθύς στόχος του διαλόγου μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών, μεταξύ Βαρθολομαίου-Φραγκίσκου.