Σε μια ένδειξη αγωνίας αλλά και πολιτικού ελέγχου της πληροφορίας, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διέταξε τη σύνταξη ειδικής έκθεσης για τον σεισμό στην Κωνσταντινούπολη, ζητώντας από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες να συμβουλευτούν όχι μόνο Τούρκους επιστήμονες, αλλά και ειδικούς από το εξωτερικό.
Η κατεύθυνση που έδωσε: να ερευνηθεί αν ο πρόσφατος σεισμός ήταν προάγγελος του μεγάλου σεισμού που περιμένουν οι γεωλόγοι. Το γεγονός ότι από τη συνάντηση απουσίαζαν εκπρόσωποι του Μητροπολιτικού Δήμου Κωνσταντινούπολης, ρίχνει φως και στο πολιτικό υπόβαθρο αυτής της «σεισμικής» κινητικότητας.
Η πρόσφατη συνάντηση με την AFAD (Διεύθυνση Αντιμετώπισης Καταστροφών και Εκτάκτων Καταστάσεων) για τον σεισμό στην Κωνσταντινούπολη, που συγκλήθηκε χωρίς την παρουσία εκπροσώπων του Μητροπολιτικού Δήμου, δηλαδή χωρίς τον Εκρέμ Ιμάμογλου και τους επιτελείς του, έθεσε στο τραπέζι τις ανησυχίες για την ετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού.
Σύμφωνα με πληροφορίες από αξιωματούχο του κυβερνώνοντος κόμματος, που συμμετείχε στη διαδικασία – και που έχει επίσης δράσει ως εθελοντής σε αποστολές έρευνας και διάσωσης – ο Τούρκος πρόεδρος έλαβε ενημέρωση από υπουργούς και την υπηρεσία AFAD και μετά έδωσε σαφείς οδηγίες:
«Μιλήστε με ειδικούς σεισμούς, συμπεριλάβετε διαφορετικές απόψεις. Ρωτήστε ειδικούς στο εξωτερικό ποιο σενάριο είναι το πιο πιθανό», φέρεται να είπε.
Η δεύτερη οδηγία του Ερντογάν είναι να συνταχθεί έκθεση και να παρουσιαστεί στα μέλη του Συμβουλίου Πολιτικής Καταστροφών που είναι συνδεδεμένο με την τουρκική προεδρία και όχι σε αυτόν προσωπικά.
Η κυρίαρχη άποψη στο προεδρικό μέγαρο: «Ο κύριος σεισμός δεν έχει έρθει ακόμη»
Οι πληροφορίες που διέρρευσαν αποκαλύπτουν ότι η κοινή πεποίθηση που κυριαρχεί στο συμβούλιο του κράτους, την τουρκικό προεδρία είναι ότι «ο κύριος σεισμός δεν έχει συμβεί ακόμη».
«Ποιος θα μας σώσει;»
Ο δημόσιος διάλογος στην Τουρκία μετά τον σεισμό έχει πάρει φωτιά. Οι τίτλοι πολλών αντιπολιτευόμενων κυρίως εφημερίδων μιλούν για «έλλειψη προετοιμασίας», «ανικανότητα», «έλλειψη εποπτείας». Όλοι περιμένουν «μια λύση να έρθει» και το ζητούμενο παραμένει: είναι το κράτος έτοιμο για τον «μεγάλο σεισμό» ή θα αιφνιδιαστεί ξανά;