Ήταν ακριβώς ένας μήνας πριν από τις γερμανικές εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου που ο Φρίντριχ Μερτς εκμυστηρεύτηκε σε μια ομάδα μελών του κόμματός του ότι είχε λάβει μια ιστορική απόφαση. Μόλις μία ημέρα πριν είχε πραγματοποιηθεί η επίθεση στη μικρή πόλη Ασάφενμπουργκ της Φρανκονίας όταν ένας 28χρονος Αφγανός, αιτών άσυλο, επιτέθηκε με μαχαίρι σε περαστικούς σε δημόσιο πάρκο. Ο απολογισμός ήταν δύο νεκροί μετανάστες, ανάμεσά τους ένα παιδί μόλις 2 ετών, και τρεις βαριά τραυματίες.
Εκείνη την ημέρα, ο Μερτς - ο επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας μετά την νίκη του στις χθεσινές εκλογές - εκμυστηρεύθηκε στους συναδέλφους του σε μια ιδιωτική συνομιλία που είχαν ότι οι επιθέσεις ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Τις προηγούμενες εβδομάδες η δημόσια υποστήριξη στο κόμμα του είχε αρχίσει να υποχωρεί – και η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) έβλεπε τα ποσοστά της να ανεβαίνουν σε πρωτοφανή επίπεδα. Όμως τώρα ο Μερτς φαινόταν πιο αποφασιστικός από ποτέ. Μέσα σε λίγες μόνο ώρες από την επίθεση είχε αποφασίσει να ακολουθήσει μια πιο ριζοσπαστική πορεία που θα άλλαζε τις τελευταίες εβδομάδες της προεκλογικής εκστρατείας, και θα τον ωθούσε στη νίκη.
«Ο [Μερτς] είναι κάποιος που μπορεί να συγκινηθεί συναισθηματικά», δήλωσε στο Politico ο Serap Güler, ένας συντηρητικός βουλευτής. «Αυτή η επίθεση, ειδικά επειδή χάθηκε ένα παιδί, τον χτύπησε πραγματικά μέχρι το μεδούλι».
Διαβάστε επίσης: Εκλογές Γερμανία: Τι σημαίνει η νίκη Μερτς για την Ευρώπη
Ο Μερτς από καιρό πίστευε ότι η συντηρητική του Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) έπρεπε να υιοθετήσει μια πιο σκληρή γραμμή για τη μετανάστευση - αλλά η σοκαριστική φύση της επίθεσης, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη υποστήριξη στο AfD, τον έπεισε ότι ήταν τώρα ή ποτέ η ώρα για να δράσει.
«Δεν με νοιάζει ποιος θα ακολουθήσει αυτό το μονοπάτι πολιτικά», είπε στους δημοσιογράφους την επόμενη μέρα της επίθεσης, υπονοώντας την κριτική που ήξερε ότι θα δεχόταν. Επέλεξε να φορέσει ένα μαύρο κοστούμι και γραβάτα σε ένα νηφάλιο μπλε φόντο.
Στη νυχτερινή συνομιλία με μέλη της συμμαχίας του CDU, τους μίλησε για τη νέα στρατηγική του, τόσο ιστορική και ριζοσπαστική όσο και αμφιλεγόμενη. Όσοι άκουγαν έδιναν προσοχή σε κάθε λέξη, περιγράφει σε αναλυτικό του ρεπορτάζ το Politico. Νόμιζαν ότι ακουγόταν συναισθηματικός και ταραγμένος. Τον ένα μήνα που είχε απομείνει πριν από τις εκλογές, τους είπε ο Μερτς ότι θα προωθούσε σκληρές προτάσεις για τη μετανάστευση στο κοινοβούλιο και δεν θα αποθαρρυνόταν ακόμα κι αν αυτό σήμαινε, για πρώτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας, να στηριχθεί σε ψήφους της ακροδεξιάς.
Οι δηλώσεις του αυτές προκάλεσαν σεισμό. Ορισμένοι ήλπιζαν ότι προβάλλοντας δυναμικότητα μπροστά στην τραγωδία που είχε συγκλνίσει τη χώρα θα έκοβε τη φόρα στους αντιπάλους του. Αλλά ο κίνδυνος να αποτύχει και ο ίδιος ήταν επίσης τεράστιος αφού ήξερε ότι ορισμένοι κεντρώοι ψηφοφόροι θα μπορούσαν να είναι τόσο τρομοκρατημένοι που ίσως επέστρεφαν σε άλλα κυριάρχα κόμματα ενώ γνώριζε επίσης ότι η κίνησή του αυτή θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί από κάποιους ότι αφαιρεί το στίγμα από το AfD.
Στο επίκεντρο η μετανάστευση
Η απόφαση αυτή του Μερτς άλλαξε εντελώς την πορεία της προεκλογικής εκστρατείας. Κυριολεκτικά εν μία νυκτί, όλη η προσοχή των κομμάτων στράφηκε στο θέμα της μετανάστευσης εξαφανίζοντας άλλα σημαντικά θέματα που ταλάνιζαν τους πολίτες και που αναμενόταν να κυριαρχήσουν στις προεκλογικές συζητήσεις: όπως πώς να αναζωογονηθεί η οικονομία της χώρας, πώς να εκσυγχρονιστεί ο στρατός ή πώς να χειριστεί κανείς τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία.
Χθες, η συμμαχία CDU/CSU του Μερτς κέρδισε τελικά το στίχημα και ήρθε πρώτη με σχεδόν 29% των ψήφων. Μόνο λίγες ψήφοι εμπόδισαν τη νεοσύστατη Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) να εισέλθει στο κοινοβούλιο, κάτι που θα έκανε πιο σκληρό τον σταθερό συνασπισμό. Ωστόσο, με το AfD στη δεύτερη θέση με ποσοστό λίγο περισσότερο από 20%, διπλασιάζοντας ουσιαστικά το ρεκόρ που κατέγραψε το 2021, ήταν μια μικτή βραδιά για το νέο καγκελάριο υπογραμμίζοντας τις δύσκολες στιγμές που έρχονται.
Όμως η αλλαγή της τακτικής του Μερτς δεν ήταν μόνο συναισθηματική μετά την επίθεση στην πόλη Ασάφενμπουργκ.Συντηρητικοί πολιτικοί εκμυστηρεύτηκαν στο Politico ότι ήταν επίσης μέρος μιας υπολογισμένης προσπάθειας για να ξανακερδηθούν οι ψηφοφόροι που είχαν αυτομολήσει προς την ακροδεξιά.
Επίσης, δεν ήταν μόνο η επίθεση στο Ασάφενμπουργκ που είχε συγκλονίσει την Γερμανία. Είχε προηγηθεί το μακελειό στη χριστουγεννιάτικη αγορά στο Μαγδεμβούργο τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν ένας Σαουδάραβας έπεσε πάνω σε πλήθος σκοτώνοντας έξι ανθρώπους και τραυματίζοντας άλλους 300 ενώ επιθέσεις είχαν σημειωθεί επίσης και σε άλλες πόλεις.
Τις ημέρες μετά το Ασάφενμπουργκ, ένας βουλευτής από τη συντηρητική συμμαχία του Μερτς είπε στο Politico ότι το κόμμα παρακολουθούσε με απογοήτευση τις δημοσκοπήσεις καθώς από το 35% που συγκέντρωνε στις αρχές Δεκεμβρίου είχε πέσεις στο 28% στα τέλη Ιανουαρίου.
Καθώς οι προτάσεις του έφτασαν στο βήμα του γερμανικού κοινοβουλίου την τελευταία εβδομάδα του Ιανουαρίου, ο Μερτς έμοιαζε να περπατά σε τεντωμένο σκοινί. Αν και επέμεινε ότι το κόμμα του δεν θα συμμετείχε ποτέ σε συνασπισμό με το AfD, υποστήριξε ωστόσο ότι η κατάσταση απαιτεί άμεση δράση.
«Ναι, μπορεί το AfD για πρώτη φορά να επιτρέψει την ψήφιση ενός απαραίτητου νόμου», είπε ο Μερτς κατά τη διάρκεια της συζήτησης στο βήμα του κοινοβουλίου. Αλλά «είμαστε αντιμέτωποι με την επιλογή να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε αβοήθητοι καθώς άνθρωποι στη χώρα μας απειλούνται, τραυματίζονται και δολοφονούνται» ή «να σηκωθούμε και να κάνουμε ό,τι είναι αναμφισβήτητα απαραίτητο σε αυτό το θέμα».
Γι' αυτό, παρά τις άμεσες αντιδράσεις που δέχτηκε στα μέσα ενημέρωσης και από αριστερά κόμματα, το CDU ευθυγραμμίστηκε σχεδόν ομόφωνα πίσω από τον Μερτς. Ακόμη και η σπάνια δημόσια κριτική από την πρώην καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, η οποία είπε ότι θεωρούσε την απόφαση του Μερτς «λάθος», δεν ήταν τόσο έντονη ώστε να να κλονίσει το εσωτερικό του κόμματος.
Το mainstreaming της ακροδεξιάς
Το AfD από την πλευρά του παρακολούθησε με αγαλλίαση τη συζήτηση για το Ασάφενμπουργκ. Τελικά είχε τα κυρίαρχα κόμματα εκεί που τα ήθελε: να μιλούν για αυτό και για τη μετανάστευση.
«Αν υπήρξε μια σημαντική στιγμή της προεκλογικής εκστρατείας, τότε θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι το γεγονός ότι οι αφηγήσεις των ανταγωνιστών μας έχουν καταρρεύσει από την πραγματικότητα», δήλωσε βουλευτής του AfD. «Πολλά από τα πράγματα που λέγαμε στο κόμμα μας από την αρχή… ξαφνικά αποδείχθηκαν σωστά».
Υπό την ηγεσία της Άλις Βάιντελ, το AfD είχε ήδη κάνει μεγάλα βήματα προς την κατεύθυνση της εδραίωσης της θέσης του στη γερμανική πολιτική. Αυτή η αυξανόμενη κυριαρχία της συζήτησης στο εσωτερικό συνέπεσε με την αυξανόμενη αποδοχή στο εξωτερικό.
Μετά την ενθουσιώδη επικύρωση του κόμματος από τον Ίλον Μασκ στα τέλη του περασμένου έτους, υψηλόβαθμα μέλη του AfD παρευρέθηκαν στην ορκωμοσία του Τραμπ στην Ουάσινγκτον σε ένδειξη ότι η κυβέρνησή του προσπαθούσε ενεργά να ενισχύσει τη γερμανική ακροδεξιά.
«Η σχέση μας με τους ξένους φίλους μας, τόσο με τους ευρωπαίους γείτονές μας όσο και με τις ΗΠΑ, καθώς και με την Κίνα και τη Ρωσία, δεν ήταν ποτέ τόσο κακή», δήλωσε η Βάιντελ στις αρχές Φεβρουαρίου. «Ως η δεύτερη ισχυρότερη δύναμη στη Γερμανία, θα είναι επίσης πρωταρχικό μου καθήκον να βοηθήσω να το διορθώσω».
Έπειτα ήρθε η συνάντηση με τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν ο οποίος κατά τη συνάντησή του με την Βάιντελ είπε: «Το AfD δεν είναι ένα κόμμα που καλοσωρίζεται από τους πρωθυπουργούς σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες - αλλά είναι καιρός να το αλλάξουμε αυτό».
Η αντίδραση
Αλλά κόμματα θεώρησαν την προθυμία του Μερτς να περάσει νομοθεσία με τη βοήθεια του AfD ως άμεση αντίφαση με όσα είχε υποσχεθεί τον περασμένο Νοέμβριο.
Οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι, που ήταν μαζί στην κυβέρνηση από το 2021, συνειδητοποίησαν ότι αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει και τις ίδιες, ξεκινώντας επίθεση κατά του Μερτς ότι δεν μπορεί κάποιος να τον εμπιστευτεί. Ωστόσο, η όποια επίθεση ήταν βραχύβια. Εντός του SPD, η θέση του Σολτς ήταν τόσο εύθραυστη που μερικά μέλη σκέφτηκαν να τον αντικαταστήσουν με τον πιο δημοφιλή συνάδελφό του, τον υπουργό Άμυνας Μπόρις Πιστόριους.
Οι Πράσινοι, τύπωσαν νέες αφίσες κατά την εκστρατεία που απεικόνιζαν τον ηγέτη των Πρασίνων Ρόμπερτ Χάμπεκ ως την πιο αξιόπιστη εναλλακτική επιλογή.
Αλλά προς έκπληξη και των δύο κομμάτων, ο πραγματικός νικητής ήταν τελικά η 36χρονη νεαρή ηγέτης Χάιντι Ράιχινεκ. Η Αριστερά (Die Linke) σημείωσε άνοδο τις τελευταίες ημέρες, συγκεντρώνοντας σχεδόν το 9% των ψήφων – ένας απολογισμός με τον οποίο είναι ευχαριστημένοι.
Αυτό ήταν ιδιαίτερα απογοητευτικό για τους Πράσινους, οι οποίοι στο παρελθόν ήταν η προτιμώμενη επιλογή των νέων, προοδευτικών ψηφοφόρων.
Αμερικανική γροθιά
Και ενώ η Γερμανία προετοιμαζόταν για τις εκλογές και τα γερμανικά κόμματα ήταν όλα επικεντρωμένα στο ζήτημα της μετανάστευσης, η νέα κυβέρνηση στην Ουάσιγκτον δια στόματος του αντιπροέδρου της Τζέι Ντι Βανς αποδοκίμασε τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Σε μια καυστική ομιλία ο Βανς αναφερόμενος σε μια ακόμη θανατηφόρα επίθεση που έλαβε χώρα στο Μόναχο νωρίτερα εκείνη την ημέρα, κατήγγειλε τους ευρωπαίους ηγέτες ότι άνοιξαν «την πύλη σε εκατομμύρια ανεξέλεγκτους μετανάστες».
Η ομιλία ήρθε μετά την ανακοίνωση του Τραμπ ότι σχεδίαζε να ξεκινήσει ειρηνευτικές συνομιλίες με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντιμίρ Πούτιν και μάλιστα με παραχωρήσεις προς τη Μόσχα.
Παρά τη σοβαρότητα αυτών των εξελίξεων και τις πιθανές επιπτώσεις τους για τη Γερμανία, η εξωτερική πολιτική φαινόταν σαν μεταγενέστερη σκέψη στην πορεία της εκστρατείας. Μόλις την τελευταία μέρα της προεκλογικής εκστρατείας, η εξωτερική πολιτική βρέθηκε στην κορυφή της ατζέντας των υποψηφίων.
Ο Μερτς προειδοποίησε δύο ημέρες πριν από τις εκλογές ότι η Ευρώπη δεν μπορούσε πλέον να βασίζεται στην αμερικανική προστασία.
«Μπορούμε πραγματικά να επιτύχουμε την ανεξαρτησία από τις ΗΠΑ», είπε λίγο μετά τη διακήρυξη της νίκης το βράδυ της Κυριακής. Μετά τις δηλώσεις Τραμπ, «είναι σαφές ότι οι Αμερικανοί, τουλάχιστον αυτό το τμήμα των Αμερικανών, αυτή η κυβέρνηση, αδιαφορούν σε μεγάλο βαθμό για τη μοίρα της Ευρώπης».
Μετά το στοίχημα που έβαλε ο Μερτς με αφορμή την επίθεση στο Ασάφενμπουργκ η μετανάστευση έγινε το ζήτημα που έδωσε ώθηση στην εκστρατεία. Αλλά η νέα κυβέρνηση θα δυσκολευτεί να αγνοήσει τους γεωπολιτικούς σεισμούς την ώρα που όλοι τους αγνοούσαν και κοιτούσαν αλλού.
Πηγή: skai.gr