Η κοινή αντίληψη στις Ηνωμένες Πολιτείες ότι οι σύμμαχοί τους δεν συμβάλλουν αρκετά στην παγκόσμια ασφάλεια δεν ευσταθεί, σύμφωνα με ανάλυση δεδομένων από το Rand. Ο δείκτης του 2% του ΑΕΠ που έχει οριστεί ως στόχος για τις αμυντικές δαπάνες των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, ενώ έχει κάποια πολιτική σημασία, δεν αντικατοπτρίζει πλήρως τη συνεισφορά κάθε χώρας στην ασφάλεια.
Το πρόβλημα με το 2%
O υπολογισμός του 2% δεν αποτυπώνει τη συνολική αμυντική ικανότητα ενός κράτους. Ένα κράτος μπορεί να ξοδεύει το 2% του ΑΕΠ του για παρωχημένο εξοπλισμό, ενώ ένα άλλο που ξοδεύει λιγότερο, να διαθέτει προηγμένα συστήματα και καλά εκπαιδευμένο στρατό.
Συμβολή στις παγκόσμιες συμμαχίες
Σύμφωνα με την ανάλυση, η συνεισφορά των ΗΠΑ στις παγκόσμιες συμμαχίες έχει μειωθεί από 53% μετά τον Ψυχρό Πόλεμο στο 39% το 2023. Οι υπόλοιπες χώρες του ΝΑΤΟ καλύπτουν σχεδόν το ίδιο ποσοστό (38%), με τις ασιατικές χώρες να συνεισφέρουν 13% και χώρες της Μέσης Ανατολής και της Νότιας Αμερικής το υπόλοιπο 10%.
Αξιολόγηση βάσει δυνατοτήτων
Μια νέα μέθοδος μέτρησης λαμβάνει υπόψη τις συνολικές δυνατότητες (όπως εξοπλισμό, ειρηνευτικές αποστολές και κυρώσεις) αντί μόνο των δαπανών. Με αυτή τη μέθοδο, 19 χώρες εκπλήρωσαν το μερίδιό τους στις συνολικές ανάγκες άμυνας το 2023. Οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πολωνία, η Ολλανδία και η Νότια Κορέα ήταν κορυφαίοι συνεισφέροντες.
Κυρώσεις και μη στρατιωτική συνεισφορά
Ο ρόλος των κυρώσεων, όπως αυτές κατά της Ρωσίας, θεωρείται κρίσιμος. Για παράδειγμα, η Ισπανία, παρά τις χαμηλές στρατιωτικές δαπάνες, υπέστη μεγάλες απώλειες σε εξαγωγές λόγω της επιβολής κυρώσεων.
Αντί για πίεση στις χώρες να επιτύχουν το στόχο του 2%, η νέα μέθοδος δείχνει ποιες χώρες μπορούν να συνεισφέρουν σε συγκεκριμένες ανάγκες, όπως drones ή αεροσκάφη ανεφοδιασμού.
Επομένως, το ποσοστό του 2% είναι ένας ατελής δείκτης που συχνά παραπλανά. Η ουσία βρίσκεται στη συνολική συνεισφορά κάθε χώρας στην ασφάλεια, είτε μέσω στρατιωτικών μέσων είτε μέσω άλλων κρίσιμων δράσεων όπως οι κυρώσεις.