Το τουρκικό Συμβούλιο Επικρατείας συνήλθε και ολοκλήρωσε την συνεδρίασή του αποφασίζοντας αν η Αγία Σοφία μπορεί να μετατραπεί σε τέμενος, μεταδίδουν τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης. Όλοι γνωρίζουν ότι η τελευταία λειτουργία στην Αγιά Σοφιά έγινε την Τρίτη 29 Μαΐου 1453 και μετά η Πόλη αλώθηκε από τους Οθωμανούς. Κι όμως, το 1919, κάποιος τολμηρός παπάς από το Ρέθυμνο, ο Λευτέρης Νουφράκης, κατάφερε να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα και να τη λειτουργήσει, αψηφώντας την τουρκική απειλή...

To 29 Μαΐου 1453, η Βασιλεύουσα των Ελλήνων, Κωνσταντινούπολη, πέφτει στα χέρια των Οθωμανών Τούρκων του Μωάμεθ, ο οποίος από τις 6 Απριλίου, έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και ξεκίνησε την πολιορκία. Έκτοτε σίγασαν τα τετρακόσια σήμαντρα και οι εξήντα δυο καμπάνες στο Μέγα Μοναστήρι. Κι όμως… Η τελευταία Θεία Λειτουργία στην Αγιά Σοφιά δεν είναι αυτή που έγινε λίγο πριν από την Άλωση, αλλά έγινε από τον στρατιωτικό ιερέα από το Ρέθυμνο, τον Λευτέρη Νουφράκη.

Η σύλληψη της ιδέας

Συγκεκριμένα, στις 2 Ιανουαρίου 1919 ξεκινά από το Λιμάνι της Καβάλας η 2η και 13η Μεραρχία του Α’ Σώματος Στρατού για την Ουκρανία. Πρώτη στάση η Κωνσταντινούπολη. Μέσα στο πλοίο, ένας στρατιωτικός γιατρός - ιερέας, που έχει διακριθεί και ως πολεμιστής, ο Ελευθέριος Νουφράκης είναι ανήσυχος. Του έχει καρφωθεί στο μυαλό να λειτουργήσει στην Αγία Σοφία, που τότε λειτουργεί ως τζαμί. Την ιδέα του τη μοιράζεται με τον ταξίαρχο Αμβρόσιο Φραντζή, τον ταγματάρχη Κώστα Λιαρομάτη, τον λοχαγό Σταματίου και τον υπολοχαγό Νικολάου. Στην αρχή τον παίρνουν για τρελό, στη συνέχεια, όμως, συναρπάζονται από την ιδέα του. Όταν το πλοίο του αγκυροβολεί στην Πόλη, βρίσκουν έναν Έλληνα βαρκάρη, τον Κοσμά, του οποίου εξηγούν το σχέδιό τους κι αυτός προθυμοποιείται να τους οδηγήσει από τον πιο σύντομο δρόμο στον προορισμό τους.

Οι Τούρκοι αιφνιδιάζονται

Το ημερολόγιο στην Κωνσταντινούπολη και στην Αθήνα έγραφε 6 Ιανουαρίου. Η ομάδα των Ελλήνων φθάνει στον Ναό. Ο Λιαρομάτης θα ήταν ψάλτης και ο Νικολάου νεωκόρος. Ο Τούρκος φρουρός αιφνιδιάζεται, αλλά ο ταξίαρχος Φραντζής του ρίχνει ένα άγριο βλέμμα και τον υποχρεώνει χωρίς δεύτερη κουβέντα να παραμερίσει. Όλα εξελίσσονται ομαλά και η λειτουργία αρχίζει. Κάποιοι Τούρκοι που πάνε να προσκυνήσουν στο τζαμί αιφνιδιάζονται, αλλά δεν αντιδρούν. Για πρώτη φορά, μετά από 466 χρόνια, από τις 29 Μαΐου 1453, ακούγονται και πάλι Εκκλησιαστικοί Ύμνοι στα Ελληνικά!

Η απόδραση

Όσο περνά η ώρα, ο κόσμος γίνεται περισσότερος. Η διάθεση αλλάζει, αλλά οι Τούρκοι γίνονται απειλητικοί. Φθάνουν και κάποιοι Ελληνες κάτοικοι της Πόλης, που βάζουν τα κλάματα για τα όσα ζουν. Η λειτουργία ολοκληρώνεται χωρίς απρόοπτα. Αυτά θα υπήρχαν εάν δεν έφθαναν Τούρκοι αστυφύλακες που οδηγούν εκτός ναού τους παράτολμους Έλληνες. Ουσιαστικά δημιουργούν κλοιό ασφαλείας και τους προστατεύουν από τις άγριες, πλέον, διαθέσεις του πλήθους. Ο βαρκάρης, ο Κοσμάς, τους περιμένει και τους οδηγεί μέσα από στενά που αυτός ξέρει στη βάρκα του κι από εκεί στο πλοίο.

Η στάση του Βενιζέλου

Η τουρκική αστυνομία δεν αναφερόταν στις Αρχές της Πόλης, αλλά στη συμμαχική αποστολή που είχε την ευθύνη της τάξης. Όμως οι Τούρκοι έκαναν τα σχετικά διαβήματα διαμαρτυρίας στις ελληνικές αρχές. Ο Βενιζέλος επισήμως αποδοκίμασε την ενέργεια. Λέγεται, όμως, ότι ζήτησε να μεταβιβάσουν ιδιωτικά τα συγχαρητήρια στον πατριώτη και συνονόματό του παπά.

Πέθανε ήρωας και πικραμένος

Η ιστορία ξεχάστηκε μέσα στη θύελλα που ακολούθησε. Αυτό που έμεινε όμως, ήταν η αγάπη του παράτολμου παπά για την πατρίδα. Ο Λευτέρης Νουφράκης, μετά την ήττα του στρατού στη Ρωσία, πήρε μέρος στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Συμμετείχε και στις μάχες. Τραυματίστηκε μάλιστα και χρειάστηκε να νοσηλευτεί στη Σμύρνη για αρκετό διάστημα. Όμως δεν σταμάτησε εκεί. Ακόμα και το 1940, λίγο πριν πατήσει τα 70, πήγε εθελοντής στα βουνά της Αλβανίας. Επαθε κρυοπαγήματα, μεταφέρθηκε στην Αθήνα μετά την κατάρρευση και πέθανε στις 5 Αυγούστου 1941 γεμάτος πίκρα.

Διαβάστε ολόκληρες τις λεπτομέρειες όπως καταγράφονται στο απόσπασμα από το άρθρο του Ανδρέα Κυριάκου στο περιοδικό «Τα Πάτρια» σελ. 4-5, 57-61, 1996.