Η χημική βιομηχανία απέκρυπτε επί δεκαετίας όσα γνώριζε για την επικινδυνότητα των ουσιών PFAS που χρησιμοποιεί σε πληθώρα προϊόντων, διαπιστώνει μελέτη που εξέτασε εσωτερικά έγγραφα.
Οι PFAS, ή υπερφθοριωμένες αλκυλιωμένες ενώσεις, είναι μια ομάδα χιλιάδων βιομηχανικών χημικών που χρησιμοποιούνται εδώ και δεκαετίες σε αντικολλητικά σκεύη, αδιάβροχα ρούχα, αντιπυρικές μονώσεις, κόλλες, ακόμα και συσκευασίες προϊόντων.
Συχνά ονομάζονται «παντοτινά χημικά» επειδή δεν διασπώνται στο περιβάλλον και ανιχνεύονται πλέον στο έδαφος, στον υδροφόρο ορίζοντα, στο νερό της βροχής, ακόμα και στον οργανισμό των περισσότερων ανθρώπων.
Καρκίνος, διατάραξη των ορμονικών επιπέδων, αναπτυξιακές διαταραχές σε παιδιά και προβλήματα γονιμότητας είναι μερικές από πιθανές παρενέργειες αυτών των ουσιών, αν και μέχρι σήμερα δεν έχει αποδειχθεί αιτιακή σχέση.
Η νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο Annals of Global Health εξετάζει έγγραφα των αμερικανικών εταιρειών DuPont και 3M, των μεγαλύτερων παραγωγών PFAS, έγγραφα που απέκτησε διά της νομικής οδού ο δικηγόρος Ρόμπερτ Μπίλοτ, ο οποίος κέρδισε αγωγή κατά της DuPont και ενέπνευσε την ταινία «Σκοτεινά Νερά» του 2019.
«Τα έγγραφα αποκαλύπτουν σαφείς ενδείξεις ότι η χημική βιομηχανία γνώριζε για τους κινδύνους των PFAS αλλά δεν ενημέρωσε το κοινό, τις ρυθμιστικές αρχές, ακόμα και τους ίδιους τους εργαζομένους της» σχολίασε η Τρέισι Γούντραφ, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Ντιέγκο και πρώην σύμβουλος πολιτικής στην αμερικανική Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας.
Ελάχιστα ήταν δημοσίως γνωστά για την τοξικότητα των PFAS τα πρώτα 50 χρόνια χρήσης τους, παρά το γεγονός ότι «η βιομηχανία είχε στη διάθεσή της πολλές μελέτες που έδειχναν ανεπιθύμητες επιδράσεις στην υγεία τουλάχιστον 21 χρόνια πριν αναφερθούν δημόσια», γράφουν οι ερευνητές.
Η DuPont είχε ενδείξεις για την τοξικότητα των PFAS από μελέτες σε πειραματόζωα και εργαζομένους, δεν τις δημοσίευσε όμως στον επιστημονικό Τύπο ούτε τις γνωστοποίησε στην Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας.
Όλα τα σχετικά έγγραφα είχαν την ένδειξη «εμπιστευτικό» και σε κάποιες περιπτώσεις στελέχη της εταιρείας ζητούσαν την καταστροφή τους.
Μεταξύ άλλων ευρημάτων:
- Το 1961, εσωτερική έκθεση ανέφερε ότι το Teflon, εφεύρεση της DuPont, έχει την ιδιότητα «να αυξάνει το μέγεθος του ήπατος αρουραίων σε χαμηλές δόσεις». Συνιστούσε «εξαιρετικά μεγάλη προσοχή» στον χειρισμό του αντικολλητικού υλικού και αποφυγή κάθε επαφής με το δέρμα.
- Σύμφωνα με εσωτερικό υπόμνημα του 1980, εργαστήριο που χρηματοδοτούταν από την DuPont ανέφερε ότι μία PFAS με την ονομασία C8 είναι «άκρως τοξική όταν εισπνέεται και μέτρια τοξική όταν καταπίνεται». Σε έκθεση του 1979, το ίδιο εργαστήριο ανέφερε ότι σκύλοι που εκτέθηκαν σε μία και μόνο δόση PFAS «πέθαναν δύο ημέρες μετά την κατάποση».
- Το 1980, η DuPont και η 3Μ πληροφορήθηκαν ότι δύο από τις οκτώ έγκυες γυναίκες που εργάζονταν στην παραγωγή του C8 γέννησαν παιδιά με συγγενείς ανωμαλίες. Η εταιρεία δεν δημοσίευσε τα δεδομένα, ούτε ενημέρωσε το προσωπικό της, υποστήριξε όμως σε υπόμνημά της το επόμενο έτος ότι «δεν έχουμε υπόψη μας ενδείξεις συγγενών ανωμαλιών που προκαλούνται από το C8».
Παρά την πληθώρα ανησυχητικών ευρημάτων, η DuPont διαβεβαίωνε τους υπαλλήλους της το 1980 ότι το C8 «έχει χαμηλή τοξικότητα, όπως το επιτραπέζιο αλάτι».
Το 1991, η εταιρεία εξέδωσε δελτίο Τύπου ως απάντηση σε αναφορές για μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα κοντά σε εργοστάσιό της, υποστηρίζοντας ότι «το C8 δεν έχει γνωστές τοξικές ή επιβλαβείς δράσεις στον άνθρωπο στα επίπεδα που ανιχνεύτηκαν».
Οι κίνδυνοι των PFAS απέκτησαν μεγαλύτερη δημοσιότητα έπειτα από αγωγές που υποβλήθηκαν το 1998 και το 2002, οπότε η DuPont έστειλε email στην Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας με το οποίο έλεγε: «Θέλουμε η Υπηρεσία να προβεί σύντομα (ακόμα και αύριο το πρωί) σε ανακοίνωση που θα λέει τα εξής: Ότι τα καταναλωτικά προϊόντα που πωλούνται με την επωνυμία Teflon είναι ασφαλή και μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν γνωστές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία που προκαλούνται από το PFOA», ή περφθοροκτανοϊκό οξύ, ουσία που κατατάσσεται στις PFAS.
Το 2003, η Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας επέβαλε πρόστιμο 16,45 εκατ. δολαρίων στην DuPont για την απόκρυψη των ευρημάτων της, ποσό που ωχριά σε σχέση με τα έσοδα 1 δισ. δολαρίων από προϊόντα με PFOA και C8 το 2005.
«Καθώς πολλές χώρες προχωρούν σε νομικές και νομοθετικές ενέργειας για περιορισμό της παραγωγής PFAS, ελπίζουμε ότι θα έχουν τη συνδρομή της χρονικής αλληλουχίας ενδείξεων που παρουσιάζεται σε αυτή τη μελέτη» σχολίασε η δρ Γούντραφ.
Τα ευρήματα «αποκαλύπτουν σοβαρές αποτυχίες στον τρόπο με τον οποίο οι ΗΠΑ επιβάλλουν ρυθμιστικά μέτρα σε επιβλαβή χημικά» κατέληξε.
Πηγή: In.gr