Έχουμε «κλείσει» περίπου δύο μήνες από τότε που υπεγράφη η διακρατική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου μα τα σημάδια στασιμότητας που επιδεικνύει το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης των δύο χωρών και τα πολλαπλά «ανοιχτά» μέτωπα δεν το «αφήνουν» να προχωρήσει δυναμικά.
Το απέδειξε άλλωστε για ακόμα μια φορά η προχθεσινή τηλεδιάσκεψη μεταξύ ΑΔΜΗΕ και Κομισιόν, η οποία και δεν οδήγησε πάλι σε συγκεκριμένα αποτελέσματα, με τα ρυθμιστικά ζητήματα να εξακολουθούν να υφίστανται. Αν προσθέσουμε σε αυτά και τις εκκρεμότητες αναφορικά με τη χρηματοδότηση του έργου, την ολοκλήρωση της διευθέτησης της μετοχικής σύνδεσης αλλά και τις έρευνες βυθού στα διεθνή χωρικά ύδατα, «μαζεύονται» πολλοί τελικά οι παράγοντες που καθυστερούν το mega έργο.
Το τοπίο φαίνεται να «θολώνει» ακόμα περισσότερο η στάση των Κυπρίων απέναντι στην ελληνική πλευρά, καθώς η Λευκωσία εξακολουθεί να μην εγκρίνει τις δαπάνες του ΑΔΜΗΕ, αναγνωρίζοντας μόνο τα 12 εκατομμύρια ευρώ, από τα συνολικά 48 που έχει δαπανήσει ο ΑΔΜΗΕ για την εξαγορά του έργου. Με τη σειρά του, ο Διαχειριστής σκοπεύει να διαβιβάσει στην Κομισιόν το συγκεκριμένο ζήτημα, σε μια προσπάθεια να βγει τελικά «λευκός καπνός».
Μέσα σε όλο αυτό το αλαλούμ, η κυπριακή Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕΚ) δεν αποδέχεται ούτε τις λειτουργικές δαπάνες που έχει πραγματοποιήσει ο ΑΔΜΗΕ, οι οποίες «αγγίζουν» τα 9 εκατ. ευρώ, δυσχεραίνοντας ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Η ΡΑΕΚ ζητά τώρα περισσότερες διευκρινίσεις για τα κόστη προκειμένου να εγκρίνει τις λειτουργικές δαπάνες και προτίθεται τις επόμενες μέρες να του αποστείλει αναλυτικό ερωτηματολόγιο στον ΑΔΜΗΕ με τις διαπραγματεύσεις να συνεχίζονται. Επιπλέον, να σημειωθεί ότι η ηγεσία της ΡΑΕΚ βρίσκεται σε φάση μετάβασης με αλλαγές προσώπων στις θέσεις-κλειδιά.
Ένα ακόμα βασικό ερωτηματικό που προκύπτει από την κυπριακή πλευρά σχετίζεται με τη μετοχική τους είσοδο στο project. Υπενθυμίζεται ότι έως τα τέλη του έτους, αναμένουμε τη θετική, όπως έχει δεσμευθεί, σε πολιτικό επίπεδο, απόφαση να μετέχει με 100 εκατ. ευρώ, τα οποία θα προέλθουν από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, στο μετοχικό κεφάλαιο του φορέα υλοποίησης, παίρνοντας το 30% των μετοχών. Το ζήτημα αυτό όμως εξακολουθεί να εκκρεμεί με το κυπριακό υπουργείο Ενέργειας, βέβαια, να έχει παραλάβει από τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης τα προκαταρκτικά συμπεράσματα της μελέτης κόστους-οφέλους για το έργο. Αν έχουμε θετική εξέλιξη από την αξιολόγηση, τότε θα ανοίξει ο δρόμος για να συμμετέχει στο έργο το κυπριακό δημόσιο με 100 εκατ. ευρώ.
Οι προκλητικές δηλώσεις της Τουρκίας
Στο μεταξύ, ψηλά στην ατζέντα του Κ. Μητσοτάκη και του Νίκου Χριστοδουλίδη ήταν το θέμα της ηλεκτρικής διασύνδεσης κατά τη χθεσινή τους συνάντηση στο πλαίσιο της 2ης Διακυβερνητικής Συνόδου στη Λευκωσία και με τη συμμετοχή των υπουργών Ενέργειας Θόδωρου Σκυλακάκη και Γιώργου Παπαναστασίου.
Ο Κ. Μητσοτάκης χαρακτήρισε στις δηλώσεις του το έργο ως «ένα έργο στρατηγικής σημασίας, το οποίο θα άρει την ενεργειακή απομόνωση της Μεγαλονήσου κι ένα έργο το οποίο απολαμβάνει και ισχυρής ευρωπαϊκής στήριξης».
Η προσήλωση των δύο κυβερνήσεων στο mega project περνάει και ένα ξεκάθαρο μήνυμα στην Άγκυρα, ο ρόλος της οποίας διακυβεύει τις διαδικασίες των ερευνών βυθού στο Αιγαίο.
Μάλιστα, η Άγκυρα ανέβασε τους τόνους κατά της Ελλάδας εξαπολύοντας επίθεση κατά της Αθήνας με απειλές και προειδοποιήσεις κάνοντας μάλιστα και αναφορές που παραπέμπουν εμμέσως και στο θέμα της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας Κύπρου.
Ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, Γιασάρ Γκιουλέρ, σε δηλώσεις στο τουρκικό κοινοβούλιο με αφορμή το περιστατικό της Κάσου, υποστήριξε πως η Τουρκία έχει επιβάλει τη θέση της και ότι «κανένα έργο δεν γίνεται χωρίς την έγκρισή της». Υποστήριξε ακόμα ότι η Ελλάδα παραβίασε το πρωτόκολλο της Βέρνης και επιχειρεί να πραγματοποιήσει ερευνητικές δραστηριότητες στο Αιγαίο οι οποίες απαντήθηκαν από την Άγκυρα.
Τόνισε πως «η Ελλάδα με τετελεσμένα γεγονότα προσπαθεί να καταχραστεί τις προβληματικές περιοχές στο Αιγαίο και πως η Τουρκία δίνει τις απαντήσεις σε αυτές τις ενέργειες και τονίζει πως οι διαφορές θα πρέπει να επιλύονται μεταξύ των χωρών σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο».
Απάντηση στις νέες προκλητικές δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Άμυνας δίνουν πηγές του ελληνικού υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι:
«Η Ελλάδα παραμένει προσηλωμένη στο Διεθνές Δίκαιο, όπως και στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, έχοντας μάλιστα υπογράψει τη σχετική διεθνή σύμβαση (UNCLOS).
Θέσεις οι οποίες αντίκεινται στο Διεθνές Δίκαιο δεν συμβάλλουν στην εμπέδωση κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και στη βελτίωση των διμερών σχέσεων.
Σε κάθε περίπτωση οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις αποτελούν εγγυητή της εθνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας, όπως αυτά καθορίζονται από τους κανόνες της διεθνούς έννομης τάξης».
Πηγή: Liberal.gr