Αποτελεί υποχρέωση της Κυβέρνησης η διατήρηση της μνήμης των κατεχομένων, είπε η Υφυπουργός Πολιτισμού, Δρ Βασιλική Κασσιανίδου, στον χαιρετισμό της στο 20ό ετήσιο Συνέδριο του Economist, την Παρασκευή στη Λευκωσία.

«Η διατήρηση της μνήμης των κατεχομένων εδαφών μας, αποτελεί κορυφαία πράξη εθνικής ευθύνης και υποχρέωσης της Κυβέρνησης αλλά και κάθε ενός από εμάς ξεχωριστά», τόνισε, προσθέτοντας ότι «αν και το Υφυπουργείο Πολιτισμού ιδρύθηκε μόλις το 2022 τα επιμέρους Τμήματα από το οποίο απαρτίζεται, δηλαδή το Τμήμα Αρχαιοτήτων, το Τμήμα Σύγχρονου Πολιτισμού, τέως Πολιτιστικές Υπηρεσίες, και η Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας διαχρονικά συνέβαλαν με τον δικό τους τρόπο στη διατήρηση της μνήμης των κατεχόμενων εδαφών μας αλλά και της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς».

Μιλώντας για τις δραστηριότητες που διοργάνωσε φέτος το Υφυπουργείο Πολιτισμού με αφορμή την επέτειο των 50 χρόνων από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, η κ. Κασσιανίδου αναφέρθηκε στο Συμμετοχικό Έργο Τέχνης «ΝΗΜΑΤΑ», που εστίασε στις πορείες των προσφύγων από την πόλη/χωριό καταγωγής τους (πριν το 1974), στην πόλη ή χωριό που βρέθηκαν να κατοικούν σήμερα λόγω της εισβολής, καθώς και στην έκθεση-αφιέρωμα στο έργο του ναΐφ ζωγράφου Μιχαήλ Κάσσιαλου, η οποία παρουσιάστηκε στο Μουσείο Κώστα Αργυρού. 

Η Υφυπουργός Πολιτισμού αναφέρθηκε επίσης στην παραγωγή του ντοκιμαντέρ «Skammata» από το Τμήμα Αρχαιοτήτων, το οποίο σκηνοθέτησε η Δανάη Στυλιανού, καθώς και στην έκθεση υδατογραφιών με τίτλο «In the same Place» της Κατερίνας Ατταλίδου. 

Εν συνεχεία, τόνισε ότι «ίσως η πιο σημαντική και κρίσιμη δράση του Τμήματος Αρχαιοτήτων διαχρονικά είναι οι προσπάθειες που κάνει για τον επαναπατρισμό αρχαιολογικών και εκκλησιαστικών αντικειμένων που λεηλατήθηκαν και διακινήθηκαν παράνομα ως αποτέλεσμα της εισβολής του 1974». Είπε ακόμη ότι σημαντική βοήθεια στην επίτευξη των επαναπατρισμών προσφέρουν τα ερευνητικά προγράμματα του Τμήματος, μέσα από τα οποία ψηφιοποιούνται τα αρχεία του αλλά και τα ευρήματα από ανασκαφές στις κατεχόμενες περιοχές που φυλάσσονται στις αποθήκες του Κυπριακού Μουσείου. 

«Παράλληλα και ταυτόχρονα το Τμήμα συνεργάζεται με τη Δικοινοτική Επιτροπή για την Πολιτιστική Κληρονομιά, η οποία έχει αναλάβει το δύσκολο έργο της αποκατάστασης θρησκευτικών κυρίως μνημείων στα κατεχόμενα», πρόσθεσε.

Περαιτέρω, σημείωσε ότι το Υφυπουργείο Πολιτισμού στηρίζει τις δράσεις της Υπηρεσίας Κυπριακής Χειροτεχνίας, οι οποίες έχουν ως στόχο τη μετάδοση των παραδοσιακών τεχνικών χειροτεχνίας στην επόμενη γενιά, μέσω εκπαιδευτικών προγραμμάτων. «Η Υπηρεσία άλλωστε προσέφερε στέγη σε πολλούς παραδοσιακούς τεχνίτες μετά την εισβολή και συνέβαλε τα μέγιστα στην καταγραφή της τέχνης τους», τόνισε.

Ακολούθως, η κ. Κασσιανίδου αναφέρθηκε στον ρόλο της Κυπριακής Εθνικής Επιτροπής της UNESCO, η οποία συνεργάζεται με κοινότητες και φορείς για την εγγραφή στοιχείων της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου στον Εθνικό Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς αλλά και στον διεθνή Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο για τη Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας. Σημείωσε ότι πολλά από αυτά τα στοιχεία συνδέονται με χωριά και κοινότητες της κατεχόμενης Κύπρου.

«Βιβλία, ποιήματα, μουσικές συνθέσεις, τραγούδια, ζωγραφικοί πίνακες αλλά και όλα τα μνημεία που έχουν στηθεί τα τελευταία πενήντα χρόνια, όλα μαζί συμβάλλουν στην διατήρηση της μνήμης», υπογράμμισε η Υφυπουργός Πολιτισμού. «Συμβάλλουν επίσης στην παρηγοριά και στην επούλωση των πληγών ενώ βοηθούν στη συμφιλίωση και σύνδεση όλων των Κυπρίων μέσα από την καλλιτεχνική δημιουργία και την κοινή πολιτιστική ταυτότητα», επεσήμανε.

Από την πλευρά της η Διευθύντρια του Ιδρύματος Αναστάσιος Γ. Λεβέντης, Λουκία Λοΐζου Χατζηγαβριήλ, επεσήμανε ότι «αυτό που θα πρέπει να κυριαρχήσει στο πολιτιστικό τοπίο το 2024 και στα χρόνια που θα ακολουθήσουν είναι η αναγνώριση της πλούσιας και συχνά τραυματικής ιστορίας της Κύπρου, που κάνει απαραίτητη τη διατήρηση τόσο της απτής, χειροπιαστής, κληρονομιάς μας, της υλικής, αλλά και της άυλης». 

Σύμφωνα με ανακοίνωση των διοργανωτών του συνεδρίου, η κ. Χατζηγαβριήλ σημείωσε ότι η Γενική Συνέλευση της UNESCO στο Παρίσι το 2020 «αναγνώρισε πως οι πολιτιστικοί δεσμοί παραμένουν αυτοί που θωρακίζουν κάθε κοινωνία ώστε να ανταποκριθεί και να ανακάμψει σε περιόδους κρίσης».

Πηγή: ΚΥΠΕ