11.11.2024
Τίτος Χριστοδούλου
Tα κατσικάκια κύματα του Αιγαίου
Πειστική φαίνεται η ετυμολογία της λέξης Aιγαίον από το αιξ (κατσίκα), παράγωγο του ομηρικού ρήματος αΐσσω (πηδώ).
Από τα αρχαιότερα εξημερωμένα ζώα η αίγα είναι αυτό που κατ' εξοχήν αναρριχάται, σκαρφαλώνει στους βράχους πηδώντας. Οι αρχαίοι Έλληνες συνεκδοχικά συνήθιζαν να αποκαλούν «αίγες» και τα κύματα, προφανώς επειδή κι αυτά… πηδούν όταν η θάλασσα είναι αγριεμένη.
Ο παραδοξογράφος Αρτεμίδωρος ο Δαλδιανός από την Έφεσο (2ος αι. μ.Χ.) είναι σαφής, όταν γράφει: «…τα μεγάλα κύματα αίγας εν τη συνηθεία λέγομεν… και το φοβερώτατον πέλαγος Αιγαίον λέγεται» («Ονειροκριτικόν» II, 12).
Με παρόμοια συνεκδοχή σημερινοί νησιώτες του Αιγαίου αποκαλούν «πρόβατα» τα μεγάλα κύματα, ακριβώς όπως οι Γάλλοι («moutons»), ενώ οι Άγγλοι τα αποκαλούν «άσπρα άλογα» (white horses).
Τι πιο ταιριαστό όνομα θα μπορούσε, λοιπόν, να δοθεί σε μια θάλασσα σχεδόν μονίμως φουρτουνιασμένη, γεμάτη «αίγες», παρά αυτό που την περιγράφει; Προφανώς για τον ίδιο λόγο η ακτή, όπου καταλήγουν πηδώντας «οι αίγες της αλός» (τα θαλάσσια κύματα), ονομάστηκε αιγιαλός (σημ. γιαλός).
έμαθον δ᾽ εὐρυπόροι-
ο θαλάσσας πολιαι-
νομένας πνεύματι λάβρῳ
ἐσορᾶν πόντιον ἄλσος,
πίσυνοι λεπτοδόμοις πεί-
σμασι λα-
οπόροις τε μαχαναῖς.
(Αισχύλου Πέρσες)
"Και έχουν μάθει να βλέπουν τον περίγυρο του θαλάσσιου βάθους, όταν η πλατιά θάλασσα μαυρίζει να αφρίζει κάτω από την μάνητα της καταιγίδας, εμπιστευόμενοι τα λεπτά δουλεμένα καλώδια και τις μηχανές τους που μεταφέρουν τον στρατό τους"
Ή, όπως το μεταφράζει Gilbert Murray:-
'We have turned us to the sea, and no fear is in our mind;
With our bridges cable-woven we have climbed from steep to steep;
We have seen the waves whiten in the fury of the wind,
We have faced the holy places of the deep.'