Όταν το σκέφτομαι εκ των υστέρων, δεν συγχωρώ τον εαυτό μου που ενώ βρισκόμουν στο Λονδίνο για δύο χρόνια το 2007-2009, δεν «κατάφερα» να βρω χρόνο να επισκεφθώ το Μουσείο του Σίγκμουντ Φρόιντ στο Hampstead, το σπίτι όπου έμενε με την οικογένειά του τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής του, που περιλαμβάνει και το περίφημο ψυχαναλυτικό ντιβάνι του.

Δεν επισκέφθηκα ούτε το κρεματόριο στο Golders Green, μια συνοικία με μεγάλο εβραϊκό, αλλά και ελληνοκυπριακό πληθυσμό, στο Δήμο του Barnet στο βόρειο Λονδίνο, πολύ κοντά στο σπίτι όπου έμενα και όπου φυλάσσεται η τέφρα του Φρόιντ, μέσα σε μια αρχαία ελληνική υδρία, μαζί με την τέφρα της συζύγου του Μάρθας.

Και βέβαια με απασχολεί η αποτέφρωση του Φρόιντ, γιατί χθες 23 Σεπτεμβρίου ήταν η επέτειος του θανάτου του το 1939 στη βρετανική πρωτεύουσα, από καρκίνο της γνάθου, που τον ταλαιπώρησε με αφόρητους πόνους τους τελευταίους μήνες της ζωής του.

Με απασχολεί για πολλά τώρα χρόνια η ζωή και το έργο του μεγαλοφυούς και επίμονου εβραίου νευροφυσιολόγου και ψυχίατρου της Βιένης, που έφερε στον κόσμο την ψυχανάλυση και άνοιξε την πόρτα της συνείδησης στο… ασυνείδητο και σε ό,τι είναι κρυμμένο και αθέατο στα άδυτα της ανθρώπινης ψυχής.

Είναι, θα έλεγα, μια πατρική φιγούρα για μένα -και φαντάζομαι για εκατομμύρια άλλους αναγνώστες των βιβλίων του- αφού το πνευματικό του δημιούργημα έγινε συστατικό στοιχείο της δυτικής κουλτούρας, παρά το ότι μαθητές του όπως ο Γιουγκ και ο Άντλερ, καθώς και μεταγενέστεροι ψυχολόγοι και ψυχίατροι, ανακάλυψαν και προώθησαν άλλες ψυχολογικές θεωρίες, όλες όμως βασισμένες στη δική του.

Έγραψα ξανά ότι με συναρπάζει όχι μόνο το επιστημονικό έργο, αλλά και η ζωή αυτού του αυστηρού και εγκρατούς καθηγητή, που πολλοί θα θεωρούσαν πληκτική έως ασκητική. Δεχόταν ασθενείς για 10-12 ώρες την ημέρα, με ένα μικρό διάλειμμα το μεσημέρι, μέχρι και ένα μήνα πριν πεθάνει στα 83 του.

Αργά τη νύχτα έγραφε τα βιβλία και την αλληλογραφία του, και έκανε την αυτοανάλυσή του. Η ισχυρότερη φιλοδοξία του ήταν να μαθαίνει. Δεν υπήρξε ποτέ πλούσιος. Αν ήθελε οικονομική άνεση, ήταν για να μπορεί να ταξιδεύει και να εμπλουτίζει εσωτερικά τον εαυτό του. Μέσα από ένα βαρετό και ανιαρό δρομολόγιο σκληρής δουλειάς, ρουτίνας και ομαλής οικογενειακής ζωής, η ατέλειωτη περιπέτεια της σκέψης τον οδήγησε στην αθανασία.

Οι ιδέες του για το ασυνείδητο, πέρα από τις άλλες επιρροές του, έχουν και ρίζες ελληνικές. Και δεν γινόταν αλλιώς, αφού η πιο εκπληκτική του επινόηση, το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, δηλαδή η αγάπη για το γονιό του αντίθετου φύλου και ο φθόνος για το γονιό του ιδίου φύλου, είναι βασισμένο στην τραγωδία του Σοφοκλή για τον αρχαίο Έλληνα βασιλιά Οιδίποδα. Η κλασική ελληνική παιδεία ήταν ύψιστης σημασίας στη μόρφωση του Φρόιντ και στη διαμόρφωση των θεωριών του, πολύ πριν τις διατυπώσει γραπτώς και τις εκδώσει.

Στα 50 εκμυστηρεύτηκε σε στενούς συνεργάτες του, ότι όταν ακόμα ήταν νεαρός φοιτητής στο πανεπιστήμιο της Βιένης, ονειρευόταν πως μια μέρα θα έστηναν την προτομή του στο προαύλιο του πανεπιστημίου με επιγραφή ένα στίχο από τον Οιδίποδα Τύραννο: «Ος τα κλειν’ αινίγματ’ ήδει και κράτιστος ην ανήρ». (Όποιος γνώριζε τα μεγάλα αινίγματα, ήταν ισχυρός άντρας).

Ογδόντα χρόνια αργότερα, το 1955, το όνειρό του εκείνο έγινε πραγματικότητα με πρωτοβουλία του φίλου, συναδέλφου και βιογράφου του Έρνεστ Τζόουνς. Εκείνη η νεανική επιθυμία του Φρόιντ αποκαλύπτει, νομίζω, από πολύ νωρίς ένα εξαίρετο χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του: Την πρώιμη πίστη ότι θα επιτύχει στη ζωή του μεγάλα επιτεύγματα, ενισχυμένη από τη δική του οιδιπόδεια σχέση.

Έτσι περιέγραψε ο ίδιος την αγάπη της μητέρας του. «Ένας άνθρωπος που υπήρξε ο αδιαφιλονίκητος ευνοούμενος της μητέρας του, διατηρεί ισόβια το αίσθημα ενός κατακτητή, τη βεβαιότητα εκείνη για την επιτυχία που γίνεται συχνά αιτία επιτυχίας και στην πράξη».

[email protected]