Ο ΑΚΑΜΑΤΟΣ και χαλκέντερος ερευνητής, μελετητής και ιστορικός του αγώνα της ΕΟΚΑ, εκλεκτός συνάδελφος Σπύρος Παπαγεωργίου, είναι ορθός στην επισήμανσή του: Ο απελευθερωτικός αγώνας του κυπριακού Ελληνισμού κατά του βρετανικού ζυγού ήταν πρώτα θέμα ψυχής. Ένας κόσμος άπειρος, ειρηνόφιλος, άσχετος με την πολεμική τέχνη, αίφνης συνδαυλίζεται και συνεπαίρνεται από τον πόθο της ελευθερίας, που καλλιέργησαν αιώνες δουλείας, ελπίδες και προσμονές, υποσχέσεις και διακηρύξεις. Οι Έλληνες της Κύπρου άντεξαν τις κατά καιρούς κατοχές και δουλείες στηριζόμενοι στην πίστη τους στο Θεό, στις ελληνικές καταβολές τους και στην ελπίδα της δικαίωσής τους. Η ζωή των Κυπρίων στη διαδρομή της Ιστορίας ήταν περισσότερο μαρτυρική παρά ηρωική. Οι Έλληνες του νησιού, ελάχιστες περιόδους της πολυαίωνης ζωής τους γεύτηκαν ελεύθερες στιγμές. Ξένοι δυνάστες και εισβολείς, κατακτητές και δεσπότες κατατυράννησαν τον τόπο και τους ανθρώπους.
Πώς, λοιπόν, αυτοί οι συγκαταβατικοί, βολικοί και πράοι άνθρωποι, ξαφνικά έγιναν λιοντάρια; Πώς αυτοί οι ήρεμοι πολίτες άδραχναν τα λιανοντούφεκα και ανέβαιναν στα βουνά για την πανώρια λευτεριά; Πώς αυτοί οι αμούστακοι, ωραίοι νέοι μας, πέθαιναν για την Ελλάδα και την Ένωση; Πώς αυτές οι Ελληνίδες μάνες χαίρονταν, που ευτύχησαν να έχουν παιδιά που σκοτώνονταν για την πατρίδα; Πώς γιγαντώθηκε μέσα στους Έλληνες το αίσθημα και το αίτημα της αυτοθυσίας; Με ποια δύναμη οι κατάδικοι εις θάνατον ανέβαιναν το ικρίωμα ψαλμωδούντες και μελωδούντες ωσαννά προς τον Κύριο; Με τη δύναμη της ψυχής και με τη δύναμη της πίστης στο Θεό, στην Ελλάδα και στο δίκαιο της υπόθεσής τους! Δεν ήταν μόνο ο Διγενής, που ενσάρκωνε προαιώνιους πόθους και ηρωικά έπη. Δεν ήταν μόνο ο Μακάριος, που με το σταυρό στο χέρι ευλογούσε τον αγώνα. Ήταν περισσότερο η βαριά κληρονομιά της Ιστορίας, που δαχτυλόδειχνε το δρόμο. Οι ήρωες, οι αγωνιστές, οι απλοί άνθρωποι είχαν βαθιά πίστη πρώτα στο Θεό, στην Ελλάδα και στον αγώνα για ελευθερία.
Δεν είναι τυχαίο, που ο όρκος των αγωνιστών της ΕΟΚΑ άρχιζε κατά το πρότυπο της ορκωμοσίας του 1821: «Ορκίζομαι εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος...». Ίσχυσε και για τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ και για ολόκληρο τον κυπριακό Ελληνισμό το «από Θεού άρξασθε». Και η πρώτη επαναστατική προκήρυξη του αρχηγού της οργάνωσης, στρατηγού Γεώργιου Γρίβα Διγενή, άρχιζε με τη φράση: «Με την βοήθειαν του Θεού, με πίστιν εις τον τίμιον αγώνα μας, με την συμπαράστασιν ολοκλήρου του Ελληνισμού και με την βοήθειαν των Κυπρίων αναλαμβάνομεν τον αγώνα διά την αποτίναξιν του βρετανικού ζυγού». Οι Έλληνες της Κύπρου πίστευαν στο Θεό, πίστεψαν στο δίκαιο του αγώνα τους και με πείσμα, πάθος, αγωνιστικότητα, καρτερία και αυτοθυσία διεκδίκησαν την εθνική τους αποκατάσταση. Έγιναν λίπασμα ελευθερίας. Άφησαν τα κόκαλά τους και έχυσαν το αίμα τους επειδή ήταν βαθιά θρησκευόμενοι και βαθύτατα πεπεισμένοι για την αποτίναξη του βρετανικού ζυγού.
Συγκρίνετε τους σημερινούς Έλληνες με εκείνους του ’55-59. Μας πιάνει απελπισία και οργή. Πώς κατάντησαν σήμερα οι Έλληνες; Πλαδαροί ηθικά, κενοί ιστορικά, ρηχοί εθνικά, παραδομένοι στην τρυφηλότητα και στην κωμικότητα του βίου, δεν πιστεύουν σε τίποτε, δεν ελπίζουν τίποτε. Νεόκοποι σκοταδιστές και ανιστόρητοι στοχαστές υπονομεύουν το εθνικό τους φρόνημα. Σήμερα τουλάχιστον, 1η τ’ Απρίλη, και υπό τουρκική κατοχή και απειλή, ηγεσία και πολίτες οφείλουμε να ανανεώσουμε τον όρκο ότι δεν πρόκειται ούτε να γίνουμε ούτε να πεθάνουμε σκλάβοι. Μόνον έτσι θα τιμήσουμε τους ηρωικούς νεκρούς μας.