Αντωνάκης και Στέφανος. Δύο εμβληματικές μορφές της Ανόρθωσης. Δύο αρχηγοί της ομάδας που έβαλαν την σφραγίδα τους στην πορεία της «Κυρίας» και όχι μόνο, που αγαπήθηκαν από τους χιλιάδες φίλους της Ανόρθωσης αλλά κέρδισαν και τον θαυμασμό και την εκτίμηση κάθε φιλάθλου της Κύπρου για την ποδοσφαιρική τους αξία και το ήθος τους.
 
Ο Αντωνάκης Κκαφάς και ο Στέφανος Λυσάνδρου έγιναν γνωστοί με τα μικρά τους ονόματα, αφού στη δική τους εποχή οι παίκτες έπαιζαν για τη φανέλα για το σωματείο τους και ήταν πολύ συνδεδεμένοι με τον κόσμο. Οι δύο μεγάλοι αρχηγοί της Ανόρθωσης σήκωσαν το βάρος σε μια δύσκολη και κρίσιμη καμπή για το ιστορικό σωματείο. Ήταν αμέσως μετά τον εκτοπισμό που, όχι μόνο κράτησαν όρθια την Ανόρθωση, αλλά και την οδήγησαν στο πρώτο τρόπαιο -κύπελλο 1975-  που σήμαινε πολλά και βοήθησε στην ψυχολογία της ομάδας. Αρχηγοί όχι μόνο στο γήπεδο μα και στα αποδυτήρια, οι Αντωνάκης και Στέφανος έδιναν το παράδειγμα στους νεότερους, ενώ μετά τον τερματισμό της καριέρας τους ο πρώτος βοήθησε και προπονητικά και ο δεύτερος μέσα από το διοικητικό συμβούλιο. 
 
Αντωνάκης Κκαφάς
Μεγάλο αστέρι της Ανόρθωσης για μια 20ετία (1962-1982), είναι από τους λίγους παίκτες που έπαιξε σε τρεις ξεχωριστές εποχές στην ομάδα. Ο Αντωνάκης κατέχει ένα ξεχωριστό ρεκόρ, αφού έχει τις περισσότερες συμμετοχές στην ιστορία της Ανόρθωσης, συνολικά 450. Ο μεσοεπιθετικός της «Κυρίας» γεννήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 1947 στο Παραλίμνι, όπου έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα. Στην Ανόρθωση τον πήρε ο θείος του, ο Αντωνάκης Καράς, που διέπρεπε εκείνη την εποχή στην ομάδα. Το 1963 προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα, όπου και μονιμοποιήθηκε. Μεγάλο ταλέντο με άριστη κατάρτιση, με ηγετικά χαρίσματα και πολύ δυνατό σουτ, ο Αντωνάκης ευτύχησε στα 16.5 του χρόνια να πανηγυρίσει την κατάκτηση κυπέλλου δίπλα σε μεγάλα ονόματα της εποχής. 
Ξεκίνησε ως έξω δεξιά και το 1967 -επί Σιμονόφσκι-, μετατράπηκε σε κεντρικό κυνηγό, φορώντας μέχρι το τέλος της καριέρας του τη φανέλα με τον αριθμό 9. Το 1972 μετατοπίστηκε στον χώρο του κέντρου και παρέμεινε στη μεσαία γραμμή μέχρι το 1982, όταν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση σε ηλικία 35 χρονών, καταγράφοντας 450 συμμετοχές και 95 τέρματα, έχοντας κατακτήσει τρία κύπελλα (1964, 1971, 1975) και μια Ασπίδα (1964). Διέθετε ισχυρότατο σουτ και μεγάλη ευχέρεια στο σκοράρισμα. Την περίοδο 1967-68 ήταν ο δεύτερος σκόρερ του πρωταθλήματος πετυχαίνοντας 26 τέρματα. Το 1973 χρίσθηκε αρχηγός της ομάδας, διατηρώντας το περιβραχιόνιο μέχρι το τέλος της καριέρας του. Για 20 χρόνια ο Αντωνάκης αποτελούσε σημαία της ομάδας και παράδειγμα προς μίμηση. Άνθρωπος χαμηλών τόνων με εξαίρετο ήθος, κέρδισε τον σεβασμό και την εκτίμηση όλων των φιλάθλων λόγω της ποδοσφαιρικής του αξίας και του χαρακτήρα του.  Το 1983 η ΕΑΚ τού απένειμε τον τίτλο του αθλητή ήθους. Ο κόσμος της Ανόρθωσης τον αποχαιρέτησε επιδίδοντάς του το έπαθλο «Αντώνης Παπαδόπουλος» το 1982, πριν από τον αγώνα με τον ΑΠΟΕΛ στο Δασάκι Άχνας. Κι όμως αυτός ο μεγάλος παίκτης δεν πήρε ποτέ του κλήση για την Εθνική μας ομάδα!
 
Στέφανος Λυσάνδρου 
Ηγετική μορφή της Ανόρθωσης στις δεκαετίες ’70 και ΄80, στην οποία αγωνίστηκε για 13 χρόνια, αφού προηγουμένως αγωνίστηκε για 6 χρόνια στον ΑΣΙΛ Λύσης. Στα 35 που αποχώρησε από τα γήπεδα παίζοντας ξανά στην ομάδα της γενέτειράς του για να την βοηθήσει να σταθεί όρθια στις δυσκολίες που αντιμετώπιζε.  
Ο Στέφανος ήταν μια σεβαστή ποδοσφαιρική προσωπικότητα. Μια ηγετική φυσιογνωμία, που δέσποζε στην άμυνα. Κεντρικός αμυντικός με ακατάβλητα αγωνιστικά αποθέματα, δυνατός, με εξαιρετικό άλμα και κεφαλιά αλλά και σπουδαία μακρινή μπαλιά, συνδύαζε το πάθος, την ψυχή και το ποδοσφαιρικό του μυαλό.      Είχε επίσης το χάρισμα να καθοδηγεί άριστα την αμυντική γραμμή της ομάδας. Πρότυπο μαχητικότητας και σθένους,  σταθερή ποδοσφαιρική αξία, κέρδισε την αγάπη και την εκτίμηση του φίλαθλου κόσμου στο σύνολό του. Από το 1974 έως στο τέλος της καριέρας του υπήρξε πολύτιμη μονάδα και της Εθνικής Κύπρου. Ο Στέφανος γεννήθηκε στη Λύση στις 3 Δεκεμβρίου 1949. Φοίτησε στο Γυμνάσιο Αμμοχώστου έχοντας ως καθηγητή τον Αντώνη Παπαδόπουλο. Ξεκίνησε την καριέρα του στον ΑΣΙΛ την περίοδο 1963-64 σε ηλικία μόλις 13 χρονών. Αγωνίστηκε ανελλιπώς έως το 1971 διαδραματίζοντας ηγετικό ρόλο στην ομάδα. Το 1971 πραγματοποιήθηκε η πολύκροτη μετεγγραφή του στην Ανόρθωση, η οποία πρόσφερε ένα σεβαστό χρηματικό ποσό και αρκετούς ποδοσφαιριστές ως αντάλλαγμα για να τον εντάξει στη δύναμή της.  Πήρε μονάχα έναν τίτλο με την Ανόρθωση (Κύπελλο 1975), είχε 28 φορές φορέσει τη φανέλα της Εθνικής, με την οποία σκόραρε μια φορά (κατά του Βελγίου εκτός έδρας 2-3). Ο Στέφανος ευτύχησε να κερδίσει κάτι πολύ πιο σημαντικό. Να καταξιωθεί στη συνείδηση όλων των Ανορθωσιατών αλλά και του φίλαθλου κόσμου της Κύπρου γενικότερα. Κέρδισε τον απόλυτο σεβασμό και το καθολικό θαυμασμό για τις ποδοσφαιρικές του αρετές, τα ψυχικά του χαρίσματα, το υπερβάλλον ήθος του, μια πιο πολύ για την αυταπάρνηση και την αυτοθυσία, με την οποία πάλεψε εντός και εκτός γηπέδων για την αναστήλωση της Ανόρθωσης μετά την προσφυγιά. Το 1979 η ΕΑΚ τον ανέδειξε αθλητή ήθους.