Η εκκλησία Φανερωμένης στους εθνικούς αγώνες του 1821 και 1955-1959

ΔΥΟ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ Δ. ΤΑΛΙΑΔΩΡΟΥ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Ι. Ν. ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΚΑΤ’ ΑΡΧΗΝ, Ο ΙΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ ΤΗΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ ΣΥΝΔΕΘΗΚΕ ΑΡΡΗΚΤΑ ΜΕ ΤΟ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ, ΚΑΘΑΓΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΒΩΜΟ ΤΗΣ ΕΝΔΟΞΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ, ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΚΡΗΞΗ ΤΗΣ ΣΤΟΝ ΜΟΡΙΑ, ΜΕ ΤΟ ΑΘΩΟ ΑΙΜΑ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

«Σημαντικός παράγοντας προώθησης της ενωτικής ιδεολογίας ήταν και η κατηχητική κίνηση», επισημαίνει ο Ταλιαδώρος, παραθέτοντας συνοπτικά την ιστορία της ίδρυσης Κατηχητικού Σχολείου από τον π. Καλλίνικο Χατζηλάμπρου στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και περί τα τέλη της με την κάθοδο θεολόγων εξ Ελλάδος της Αδελφότητος «Ζωή» την αναδιοργάνωση του θεσμού της εθνικοθρησκευτικής αγωγής


Οι εθνικές μας επέτειοι της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και της εποποιίας του 1955-1959 δεν νοούνται χωρίς ιδιαίτερη μνεία στην εκκλησία της Φανερωμένης. Τη μακραίωνη Ιστορία της, από τη βυζαντινή περίοδο των απαρχών της ώς γυναικεία «Μεγάλη Μονή» μέχρι τα κατοπινότερα και νεότερα χρόνια της πολυκύμαντης πορείας της, καθώς και την πολυσχιδή διαχρονική της Προσφορά στον Ελληνισμό της Κύπρου καταγράφει ο Δημήτρης Ταλιαδώρος στον ομώνυμο εμπεριστατωμένο του τόμο, που εξέδωσε το 2014 ο Ιερός Ναός Παναγίας Φανερωμένης Λευκωσίας.

Όσον αφορά, ειδικότερα, το «μερτικόν» του στον ξεσηκωμό του γένους, κυρίως στην εθνεγερτική του πρωτοπορία για την προετοιμασία και τη διεξαγωγή του αγώνα της ΕΟΚΑ μέσα από τα αντίστοιχα κεφάλαια του αξιόλογου αυτού έργου αναφοράς, ο περιώνυμος και σημαντικότερος ενοριακός ναός της πρωτεύουσας δεν υπήρξε μόνο πυρήνας θρησκευτικού και πνευματικού βίου, αλλά και θυσιαστήριο μαρτύρων και προπύργιο αγωνιστικής δράσης με πρωτολάτες εμπνευσμένους ρασοφόρους.

Κατ’ αρχήν, ο ιερός χώρος της Φανερωμένης συνδέθηκε άρρηκτα με το Μητροπολιτικό κέντρο, καθαγιάζοντας τον βωμό της ένδοξης Ελληνικής Επανάστασης, λίγες ημέρες μετά την έκρηξή της στον Μοριά, με το αθώο αίμα των πρωτομαρτύρων της Κυπριακής Εκκλησίας. Για την εξόντωση της εκκλησιαστικής και πολιτικής ηγεσίας των Ελλήνων Κυπρίων και προς καταστολή ενδεχόμενης εξέγερσής τους με μαζικές σφαγές, ύστερα από το διάταγμα γενικού αφοπλισμού, την αφορμή στον Τούρκο Διοικητή Κουτσιούκ Μεχμέτ έδωσε η ανακάλυψη πυρίτιδας σε δωμάτιο του Ναού της Φανερωμένης.

Αποδίδοντας την απόκρυψή της στον ιερομόναχο-ιερέα Λεόντιο, τον αποκεφάλισαν παρά την αγορά «Πασματζίδικα». Ακολούθησαν και άλλες καρατομήσεις μοναχών και λαϊκών για ανυπόστατους επίσης λόγους με αποκορύφωμα την 9ην και 10ην Ιουλίου τον απαγχονισμό του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, αρχιερέων, ηγουμένων μοναστηριών και προκρίτων του νησιού.

Στη σύληση της εκκλησίας της Φανερωμένης από το βαρβαρικό μένος των Τούρκων η προφορική παράδοση αντιτάσσει τη θαυματουργική δύναμη της Παναγίας, που την άφησε άθικτη. Ο συγγραφέας δεν παραλείπει, ωστόσο, να αναφερθεί και στην ιστορία των ιερών λειψάνων των Εθνομαρτύρων του 1821, όπως και στην ανέγερση και τα εγκαίνια στον περίβολο του ναού Μαυσωλείου «εκ Πεντελησίου μαρμάρου», στην ανατολική πλευρά του οποίου το αρχαιοπρεπές επίγραμμα που συνέταξε ο Σίμος Μενάρδος σηματοδοτεί, κατά νεοελληνική απόδοση, την απότιση φόρου τιμής στην υπέρτατη θυσία τους και στην επίκλησή τους για απελευθέρωση της πατρίδας: «Ω εσείς Αρχιερείς που ένδοξα θυσιαστήκατε και οι άλλοι ιεροί μάρτυρες από τον ουρανό στην πατρίδα δώστε ελευθερία».

Στα δίσεχτα χρόνια της αγγλικής αποικιοκρατίας, που διαδέχθηκε τον τουρκικό ζυγό, η εκκλησία της Φανερωμένης αναδείχθηκε σε μαχητική έπαλξη συνεχών και επίμονων αγώνων για την απελευθέρωση της πατρίδας από τον δυνάστη κατακτητή, την «Ένωσιν και μόνον Ένωσιν» με τη διενέργεια του Ενωτικού Δημοψηφίσματος της 15ης Ιανουαρίου 1950 και τη διακήρυξη του Μακαρίου, τον Αύγουστο του 1954, στον γνωστό «Όρκο της Φανερωμένης».

Εθνικός στόχος επίσης η γαλούχηση με τα νάματα των ελληνοχριστιανικών ιδεωδών των νέων εκείνων, που θα έδιναν πρώτοι το «παρών» τους στην επιτέλεση του ύψιστου χρέους. «Σημαντικός παράγοντας προώθησης της ενωτικής ιδεολογίας ήταν και η κατηχητική κίνηση», επισημαίνει ο Ταλιαδώρος, παραθέτοντας συνοπτικά την ιστορία της ίδρυσης Κατηχητικού Σχολείου από τον π. Καλλίνικο Χατζηλάμπρου στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και περί τα τέλη της με την κάθοδο θεολόγων εξ Ελλάδος της Αδελφότητος «Ζωή» την αναδιοργάνωση του θεσμού της εθνικοθρησκευτικής αγωγής.

Εκείνος όμως που συνέβαλε καθοριστικά στην καλλιέργεια εθνοπρεπούς συνείδησης, εμφυσώντας στα μαθητικά νιάτα μέσω της κατήχησης την πίστη στη θρησκεία και την αγάπη για την Ελλάδα, ήταν ο εφημέριος της Φανερωμένης Παπάσταυρος Παπαγαθαγγέλου. Στα τμήματα της Ο.Χ.Ε.Ν. (Ορθόδοξη Χριστιανική Ένωση Νέων/Νεανίδων), μετεξέλιξη της θρησκευτικής οργάνωσης «Ορθόδοξος Στρατός Σωτηρίας», που ίδρυσε αρχικά με θεολόγο της «Ζωής», συμμετείχαν πληθώρα νέων/νεανίδων, τη συντριπτική πλειοψηφία των οποίων όρκισε μετά ο φλογερός στρατολόγος της ΕΟΚΑ, για τη μυστική ένταξή τους στην Οργάνωση.

Ο ιερός σκοπός του Αγώνα απαιτούσε τη συστράτευση μικρών και μεγάλων και τη συνεισφορά όλων: από τις διαδηλώσεις και την αναγραφή συνθημάτων μέχρι τη διανομή φυλλαδίων, όπως το επαναστατικό πολυγραφημένο Δελτίο «Ένωσις» που εξέδιδε ο Παπάσταυρος, για την πυροδότηση του εθνικού φρονήματος και την εκτέλεση άνωθεν εντολών σε ριψοκίνδυνες αποστολές μέχρις αυτοθυσίας.

Σύμφωνα με υποσημειώσεις του βιβλίου, είχε ορκίσει 3.000 αγωνιστές και «οι νεάνιδες της Ο.Χ.Ε.Ν. μετέφεραν τις εκρηκτικές ύλες, που κατασκευάζονταν στο Βιοχημικό Εργαστήριο της ΕΟΚΑ, που ήταν στην Ενορία Φανερωμένης, στους διάφορους Τομείς της Οργάνωσης».

Νεολαία, το παλλάδιον των εθνικών ελπίδων

Πάλλονταν οι καρδιές και οι ψυχές τους μεταρσιώνονταν από το όραμα της Ελλάδας και τον πόθο της Ένωσης, τραγουδώντας τους πατριωτικούς μελοποιημένους του στίχους, που έγραφε ειδικά για τα νιάτα της Κύπρου. Και τα τραγούδια αυτά ήταν παιάνες και θούριοι, που αντηχούσαν από τα Κατηχητικά και τις Κατασκηνώσεις στα αντάρτικα λημέρια και τα κρησφύγετα και μέσα από τα μπουντρούμια των Φυλακών και των Κρατητηρίων, σμίγοντας με την «Ηρωική Συμφωνία», που άκουγαν οι τρεις μελλοθάνατοι ήρωες της αγχόνης.

Θρέμμα, εξάλλου, και σέμνυμα της Ο.Χ.Ε.Ν. ήταν για τον πνευματικό δάσκαλο-καθοδηγητή του γένους, όπως τόνισε σε μιαν από τις συνεντεύξεις του, τα «300 κοπελούδια [που], τα βάλανε με μιαν αυτοκρατορία με 45 χιλιάδες στρατό πλήρως εξοπλισμένο με όλα τα μέσα. Τον εξευτέλισαν αυτά τα παιδιά». Ανάμεσα στα μέλη της Ο.Χ.Ε.Ν. Λευκωσίας οι ηρωομάρτυρες της ΕΟΚΑ, που έπεσαν μαχόμενοι ή απαγχονίστηκαν και ενταφιάστηκαν στα Φυλακισμένα Μνήματα είτε απεβίωσαν από τα βασανιστήρια των Βρετανών.

Οι μορφές τους εξαγιάστηκαν στο πάνθεον της αθανασίας και τα ονόματά τους είναι συνώνυμα της κυπριακής ελευθερίας: Ιάκωβος Πατάτσος, Πέτρος Ηλιάδης, Μιχαήλ Γεωργάλλας, Μάρκος Δράκος, Νίκος Γεωργίου, Στυλιανός Λένας, Παναγιώτης Γεωργιάδης. Και τα ένδοξα ονόματά τους ως αείζωη μνήμη των εκλεκτών της Ο.Χ.Ε.Ν. λαμπρύνουν την αετόμορφη μαρμάρινη στήλη, που έχει τοποθετηθεί σε περίοπτο χώρο της βεράντας του κτηρίου της Ο.Χ.Ε.Ν.

Σε μιαν τέτοια νεολαία απευθυνόταν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄ από τον άμβωνα της Φανερωμένης εν ονόματι της Ελευθερίας και της Ενώσεως και επ’ ευκαιρία της 2ης επετείου του Ενωτικού Δημοψηφίσματος στις 4 Ιανουαρίου 1952, καλώντας συνάμα σύσσωμο τον Κυπριακό Ελληνισμό σε συλλαλητήριο κατά της αποικιακής κυβέρνησης: «Εις τας εθνικάς επάλξεις καλούμεν πρώτους στρατιώτας να καταλάβουν θέσεις, την Κυπριακήν νεολαίαν, το παλλάδιον των Κυπριακών ελπίδων. Εις τον ιερόν στίβον του ευγενούς αγώνος, με μαχητικότητα και σθένος, ας προσέλθη πρώτη η Κυπριακή Νεότης.

Ωργανωμένη ήδη επί Παγκυπρίου κλίματος, νέον στήριγμα και δυναμικήν υπόστασιν θα δώση εις το Παγκύπριον και Πανελλήνιον αίτημα της Ενώσεως. Επί της Νεολαίας δε κυρίως θα στηρίζωμεν την διεξαγωγήν του αγώνος εις το εσωτερικόν μέτωπον. Οι νέοι της Κύπρου ας κρατήσουν υψηλά την σημαίαν του αγώνος εις τα προκεχωρημένα φυλάκια. Αλλά και ο καθείς, είτε νέος είτε γέρων, ας εισέλθη αθλητής εις το στάδιον των Κυπριακών αγώνων.

Ο Δημήτρης Ταλιαδώρος αναφέρεται επίσης λεπτομερώς στη δράση και την προσφορά στον αγώνα της ΕΟΚΑ και αρκετών άλλων μέσα από τα αγωνιστικά δρώμενα του Ι. Ν. Φανερωμένης, όπως των π. Φώτιου Καλογήρου, π. Νέαρχου Παπαβασιλείου, Κυριάκου Μαρκίδη, Λούλας Κοκκίνου, των Ιερωνυμίδη, Λοή και Παρτέλα και συνοπτικά (εκτενέστερα στον Β΄τόμο) αποτιμά τη συμβολή του διαπρύσιου κήρυκα του Αγώνος και Διευθυντή του Παρθεναγωγείου Φανερωμένης αείμνηστου Χριστόδουλου Παπαχρυσοστόμου. Σε εξίσου σημαντικές σελίδες του κεφαλαίου αναλύονται άλλες πτυχές της δράσης και της δυναμικής συνεισφοράς της Φανερωμένης στο έπος του Κυπριακού Ελληνισμού.