ΜΗΝΑΓΙΑΣ, ΚΛΟΚΚΑΡΗΣ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ ΣΤΗ «Σ»

ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ Ή ΟΧΙ ΠΡΟ ΤΩΝ ΠΥΛΩΝ ΘΕΡΜΟΥ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΥ; ΕΤΟΙΜΗ ΓΙΑ ΑΝΑΧΑΙΤΙΣΗ Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ;


Σε υψηλά ντεσιμπέλ ηχούν το τελευταίο διάστημα οι πολεμικές ιαχές της Άγκυρας, που εκφράζονται -κατά τρόπο προκλητικό- διά στόματος Τούρκων αξιωματούχων. «Κανένα σχέδιο στο Αιγαίο και στην Αν. Μεσόγειο δεν μπορεί να πετύχει χωρίς την Τουρκία», διαμηνύουν. Προειδοποιούν ότι «δεν μπορεί να έχει επιτυχία κανένα σχέδιο στο οποίο δεν συμμετέχει η Τουρκία και το ψευδοκράτος» και… συμβουλεύουν την Κυπριακή Δημοκρατία και την Ελλάδα «να μην επιχειρήσουν οτιδήποτε», προτάσσοντας την «ισχυρή προστασία», της οποίας χαίρει ο «Πορθητής».

Πόσο πιθανό είναι, όμως, να μετατρέψουν οι Τούρκοι τις περί casus belli δηλώσεις τους σε ένα θερμό επεισόδιο στην κυπριακή ΑΟΖ; Έχει ή όχι την δυνατότητα η ΚΔ να αναχαιτίσει τους Τούρκους και να αντιδράσει αποτελεσματικά σε περίπτωση που η Άγκυρα υλοποιήσει τις απειλές της;

Προσεγγίζοντας από στρατιωτική σκοπιά το ζήτημα, απαντούν στα συγκεκριμένα ερωτήματα ο Ταξίαρχος ε.α. και ειδικός σε θέματα Τουρκίας, Χρήστος Μηνάγιας και ο Αντιστράτηγος ε.α., Φοίβος Κλόκκαρης. Αμφότεροι αναλύουν στη «Σημερινή» της Κυριακής τις «κόκκινες γραμμές» του Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και την σειρά λανθασμένων επιλογών της ΚΔ, που μειώνουν «την αποτρεπτική ικανότητά της έναντι της Τουρκίας».

Υπό το πρίσμα του δικού του γνωστικού αντικειμένου, ο δόκτωρ Διεθνούς Δικαίου και Δικαίου της Θαλάσσης, Νικόλας Ιωαννίδης, εξηγεί στη «Σ» το νομικό πλαίσιο της επόμενης ημέρας μιας ενδεχόμενης σύρραξης, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «η απρόκλητη και έκνομη χρήση βίας εναντίον ενός κράτους μέλους της ΕΕ μοιάζει με απονενοημένο διάβημα».

«Δεν θα υπερβεί τις κόκκινες γραμμές»

Στη φράση «και στο πεδίο των επιχειρήσεων και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων» συνοψίζεται το νέο στρατηγικό δόγμα της Τουρκίας από το 2016 και εντεύθεν, κατά τον Ταξίαρχο ε.α. και ειδικό σε θέματα Τουρκίας, Χρήστο Μηνάγια. Το εν λόγω δόγμα «η Τουρκία το εφάρμοσε και συνεχίζει να το εφαρμόζει πρωτίστως στη Συρία και δευτερευόντως στο βόρειο Ιράκ», δηλώνει στη «Σημερινή». Σε ό,τι αφορά την απειλή για ένα ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο στην ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου, ο Ταξίαρχος ε.α. κρίνει σκόπιμο να διευκρινίσει εκ προοιμίου τα εξής:

«Πρώτον, εάν η Τουρκία δεν είναι σίγουρη 100% ότι θα επιτύχει τον επιδιωκόμενο σκοπό της, δεν θα προβεί σε καμία ενέργεια. Και για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει να έχει εξασφαλίσει, τουλάχιστον, την ανοχή των Μεγάλων Δυνάμεων.

»Δεύτερον, η απειλή για χρήση βίας έχει να κάνει με τον κύριο αντικειμενικό σκοπό της Άγκυρας, ο οποίος παραπέμπει στην συνεκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της Αν. Μεσογείου και στον διαχωρισμό του Αιγαίου σύμφωνα με την τουρκική αντίληψη (χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος κ.λπ.).

»Τρίτον, όσο η Άγκυρα διαπιστώνει ότι απομακρύνεται από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων, τόσο περισσότερο αυξάνει την επιθετικότητά της.

»Τέταρτον, πέραν των στρατιωτικών μέτρων, η Τουρκία έχει προετοιμάσει αντίστοιχες πολιτικές, οικονομικές και νομικές δράσεις. Μάλιστα, όσο παράδοξο και εάν φαίνεται, ας ληφθούν υπόψη οι συνέπειες της περίπτωσης η Τουρκία να ανακηρύξει ΑΟΖ στην Αν. Μεσόγειο. Δηλαδή, θα επιδιώξει να καθίσει στο ‘τραπέζι των διαπραγματεύσεων’ από την ‘πίσω πόρτα’ και όχι μέσω του ‘πεδίου των επιχειρήσεων’.

»Πέμπτον, οι επιχειρησιακές περιοχές στις ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου διακρίνονται σε δύο κύριες κατηγορίες: στα οικόπεδα όπου γίνονται και θα γίνουν γεωτρήσεις και στις περιοχές πέραν των εν λόγω οικοπέδων. Για την πρώτη κατηγορία των περιοχών εκτιμάται ότι η Τουρκία θα αρκεσθεί σε δηλώσεις, ανακοινώσεις και προβολή της αντίδρασής της με πλοία επιστημονικών ερευνών - εν προκειμένω με το 'Μπαρμπαρός', συνοδευόμενο από πολεμικά πλοία. Ωστόσο, σε ό,τι έχει να κάνει με τις περιοχές της δεύτερης κατηγορίας, διατηρώ αμφιβολίες κατά πόσον μια Μεγάλη Δύναμη θα εμπλακεί σε μια θερμή συγκρουσιακή κατάσταση υπέρ τής μιας ή της άλλης πλευράς.

»Και έκτον, έχει αποδειχθεί ότι ο Ταγίπ Ερντογάν συνηθίζει να κινείται πάνω στις κόκκινες γραμμές και είναι πολύ σπάνιες οι περιπτώσεις που τις έχει υπερβεί. Για τον λόγο αυτό είναι πολύ σημαντικό να έχουμε πλήρη επίγνωση της κατάστασης, να μιλάμε λίγο και να πράττουμε πολλά, ο λαϊκισμός να εκλείψει πλήρως από τα εθνικά θέματα και να μη δημιουργούμε φοβικά σύνδρομα στους εαυτούς μας. Και να ξέρετε κάτι: ‘Ο Τούρκος σέβεται περισσότερο έναν έξυπνο εχθρό παρά έναν ανόητο φίλο, σύμμαχο ή συνομιλητή’».

Ανοιχτό ενδεχόμενο για επεισόδιο επί του εδάφους

Δεν πρέπει να αποκλείεται το ενδεχόμενο πρόκλησης θερμού επεισοδίου στην κυπριακή ΑΟΖ ή στο έδαφος της ΚΔ, δηλώνει στη «Σ» ο Φ. Κλόκκαρης, ο οποίος, αξιολογώντας την κλιμάκωση της επιθετικότητας της Τουρκίας, εξηγεί ότι στόχος μιας τέτοιας κρίσης θα ήταν «να ανακόψει το ενεργειακό πρόγραμμα της ΚΔ, να σφετεριστεί το φυσικό αέριο της ΑΟΖ της και να προκαλέσει προβλήματα στις στρατηγικές συνεργασίες που έχει αναπτύξει με τις γειτονικές της χώρες, όπως την Ελλάδα, το Ισραήλ και την Αίγυπτο». Σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της Αν. Μεσογείου, σημειώνει ο εν αποστρατεία Αντιστράτηγος, «η ΚΔ παρουσιάζει μεγαλύτερη τρωτότητα λόγω του μικρού μεγέθους της, της ημικατοχής της από την Τουρκία, αλλά και λόγω αδυναμιών που οφείλονται σε λανθασμένες επιλογές της, οι οποίες μειώνουν την αποτρεπτική ικανότητά της έναντι της Τουρκίας».

Παρά τα θετικά βήματα στον τομέα της ενέργειας και τις στρατηγικές συνεργασίες με γειτονικές χώρες, ο κ. Κλόκκαρης εντοπίζει «σοβαρές αδυναμίες της ΚΔ στους τομείς της αμυντικής θωράκισης και της διεκδικητικής πολιτικής». Επί τούτου, εξηγεί ότι «δεν έχει συνάψει στρατηγικές συμμαχίες, δεν έχει εντείνει την προσπάθειά της για αναζωογόνηση του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Κύπρου - Ελλάδας, παραμέλησε την ενίσχυση της μαχητικής ισχύος της Εθνικής Φρουράς στην ξηρά και προ πάντων στη θάλασσα και στον αέρα.

Δεν ανακήρυξε ακόμα τα ακριβή όρια της ΑΟΖ της με την Τουρκία στην βάση της αρχής της μέσης γραμμής - κενό που εκμεταλλεύεται η Τουρκία και αντιδρά υποτονικά στις συστηματικές παραβιάσεις της ΑΟΖ της από την Τουρκία», λέει και συμπληρώνει ότι «θα έπρεπε να προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΕ, να διακόψει τις διαβουλεύσεις για το Κυπριακό και να προβάλει βέτο στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας». Όσον αφορά τα περιθώρια αποτελεσματικής αντίδρασης σε περίπτωση θερμού επεισοδίου στην κυπριακή ΑΟΖ, παρουσιάζεται απαισιόδοξος:

«Δεν έχει την δυνατότητα να αντιδράσει δυναμικά και να αναχαιτίσει την Τουρκία. Θα περιοριστεί σε ενέργειες στον πολιτικό, διπλωματικό και νομικό τομέα. Οι στρατηγικοί της εταίροι εκτιμάται ότι δεν θα επέμβουν στρατιωτικά, λόγω αδυναμίας της ΚΔ να ασκήσει αποτελεσματικά το δικαίωμα της αυτοάμυνας και επειδή δεν θα επηρεασθούν τόσο σοβαρά τα ζωτικά τους συμφέροντα, ώστε να διακινδυνεύσουν στρατιωτική σύγκρουση με την Τουρκία».

Δεν αρκεί η νομική «φαρέτρα»

Μόνο διπλωματικά και πολιτικά μέτρα θα έχει στην διάθεσή της η ΚΔ αν η Τουρκία παρεμποδίσει της γεωτρήσεις, δηλώνει στην «Σ» ο δρ Ν. Ιωαννίδης. «Τυχόν παρεμπόδιση θα σημαίνει παραβίαση του αποκλειστικού κυριαρχικού δικαιώματος της ΚΔ αναφορικά με την εξερεύνηση και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της υφαλοκρηπίδας, σύμφωνα με την Σύμβαση 1982 και το εθιμικό Διεθνές Δίκαιο. Ωστόσο, σε αυτήν την περίπτωση η Κύπρος μπορεί να λάβει μόνο διπλωματικά/πολιτικά μέτρα», εξηγεί.

Σε περίπτωση θερμού επεισοδίου, αναφέρει, «θα έχουμε καταστρατήγηση του ακρογωνιαίου λίθου του διεθνούς συστήματος ασφαλείας, που απαγορεύει την χρήση ένοπλης βίας. Μια τέτοια ενέργεια θεωρείται επιδρομή (aggression) και δίνει την δυνατότητα στο Συμβούλιο Ασφαλείας να λάβει μέτρα σε βάρος του επιτιθέμενου κράτους. Ακόμη, μια τέτοια ενέργεια ενεργοποιεί το Άρθρο 42.7 της Συνθήκης για την ΕΕ, το οποίο προνοεί ότι εφόσον ένα κράτος μέλος υφίσταται επίθεση, τα υπόλοιπα κράτη μέλη οφείλουν να παράσχουν βοήθεια με κάθε μέσο που διαθέτουν».

Περαιτέρω, εξηγεί ότι «στο Διεθνές Δίκαιο δεν υπάρχει κάποιος οικουμενικός μηχανισμός επιβολής που να τιμωρεί τα αδικοπραγούντα κράτη. Κυρώσεις μπορούν να επιβληθούν από το Συμβούλιο Ασφαλείας ΟΗΕ, την ΕΕ και μεμονωμένα κράτη». Διευκρινίζει, όμως, ότι «η Τουρκία διαχρονικά τάσσεται εναντίον της επίλυσης διαφορών ενώπιον διεθνών δικαιοδοτικών μηχανισμών. Δεν αναγνωρίζει την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου Δικαιοσύνης στη Χάγη, ούτε είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας 1982, άρα, δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Δίκαιο της Θάλασσας. Συνεπώς, δεν υπάρχει, κατ' αρχήν, δυνατότητα για προσφυγή εναντίον της Τουρκίας σε κάποιο από αυτά τα δικαστήρια».

Τέλος, σημειώνει ότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στην κυπριακή ΑΟΖ, αλλά υπογραμμίζει ότι «η απρόκλητη και έκνομη χρήση βίας εναντίον ενός κράτους μέλους της ΕΕ μοιάζει με απονενοημένο διάβημα. Οι λεκτικές απειλές και οι μεγαλαυχίες της Τουρκίας θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με ψυχραιμία. Η ΚΔ οφείλει να συνεχίσει απαρέκκλιτα το ενεργειακό της πρόγραμμα, χρησιμοποιώντας με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο το διεθνές και ενωσιακό δίκαιο. Παράλληλα, είναι απαραίτητη η ενδυνάμωση της Εθνικής Φρουράς, η οποία θα αυξήσει την αποτρεπτική ισχύ του Κράτους και θα ενισχύσει την ήδη πλούσια νομική ‘φαρέτρα’».