Οι σχεδιασμοί της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και οι πιέσεις που έρχονται

Ο πονοκέφαλος της τουρκικής βίζας, το άνοιγμα νέων κεφαλαίων, η αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τα διλήμματα της Λευκωσίας

· Πώς η Τουρκία εφαρμόζει το διαίρει και βασίλευε μεταξύ Κύπρου-Ελλάδας

· Ποιο δώρο θα κάνουν οι Ευρωπαίοι στην Τουρκία λόγω μη ένταξης

· Ποιος ο ρόλος του Έιντε και πώς σχετίζεται με άνοιγμα νέων τουρκικών κεφαλαίων


Κανείς δεν μπορεί να υποτιμά τι δηλώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και δη ο Επίτροπος Αρμόδιος για θέματα Διεύρυνσης Γιοχάνες Χαν. Βρίσκονται σε εξέλιξη, τόνισε προ ημερών, οι διαδικασίες για το άνοιγμα νέων τουρκικών ενταξιακών κεφαλαίων, όπως είναι το 23 και 24 για τη δικαιοσύνη και τα θεμελιώδη δικαιώματα, το 31 για ζητήματα ασφάλειας, το 15 για την ενέργεια και το 26 για τον Πολιτισμό και την Παιδεία. Σε αυτά προστίθεται η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για το προσφυγικό στις 18 Μαρτίου, που προνοεί τη συμφωνία για την ελευθεροποίηση των ταξιδιωτικών εγγράφων (κατάργηση θεώρησης διαβατηρίων - «βίζας») σε Τούρκους πολίτες εντός της ΕΕ ώς το τέλος Ιουνίου. Μάλιστα, ο Αχμέτ Νταβούτογλου ήταν σαφής στις 19 Απριλίου, κατά την τελευταία του συνάντηση με τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ. Εάν δεν δοθούν χρήματα για το προσφυγικό στην Τουρκία και αν δεν αρχίσει να λειτουργεί η διαδικασία για κατάργηση της «βίζας», θα σταματήσει η εφαρμογή της συμφωνίας για το προσφυγικό.

Τα διλήμματα της Λευκωσίας

Τα θέματα δεν είναι καθόλου απλά. Αντιθέτως, είναι περίπλοκα. Και αφορούν αμφότερα την Κύπρο. Διότι, τα κεφάλαια που προσδοκά η Επιτροπή να ανοίξει για την Τουρκία ώς το τέλος του έτους είναι μπλοκαρισμένα από την Κυπριακή Δημοκρατία, ενώ η κατάργηση της βίζας αφορά άμεσα τη Λευκωσία. Επί του τελευταίου ζητήματος τα πράγματα είναι απλά: Πώς θα εφαρμοστεί η κατάργηση της βίζας για τους Τούρκους πολίτες εντός της ΕΕ εάν, αφενός, η Άγκυρα δεν θεσπίσει και δεν θέσει σε ισχύ τις σχετικές με το ζήτημα νομοθεσίες και εάν, αφετέρου, η Κυπριακή Δημοκρατία δεν αναγνωριστεί από την Άγκυρα, ώστε η συμφωνία να τεθεί σε ισχύ με όλα τα κράτη-μέλη. Και ταυτοχρόνως:

Πώς θα δεχθεί η Κυπριακή Δημοκρατία να εφαρμοστεί η κατάργηση της βίζας για τους Τούρκους πολίτες, χωρίς προηγουμένως η Άγκυρα να ακυρώσει την υφιστάμενη διαδικασία, την οποία υιοθετεί για τους Κυπρίους από τους οποίους, για να εισέλθουν εντός της επικράτειάς της, αξιώνει όπως υπογράψουν, είτε ηλεκτρονικά είτε σε συμβατικό έντυπο έγγραφο, ότι αποτελούν πολίτες της λεγόμενης «Ελληνοκυπριακής Διοίκησης του Νότου».

Είναι αντιληπτό ότι αυτή η τουρκική πολιτική είναι ενταγμένη στη λογική της «εκλιπούσας» Κυπριακής Δημοκρατίας. Ερώτημα: Τι θα πράξει ο Πρόεδρος, εάν η Τουρκία εκπληρώσει τις νομοθετικές ρυθμίσεις που ζητά η ΕΕ, αλλά δεν αποδεχθεί να εφαρμόσει τη συμφωνία και με την Κυπριακή Δημοκρατία, την οποία για να θέσει σε ισχύ, θα πρέπει να προχωρήσει σε νομικές διαδικασίες μαζί της και, ως εκ τούτου, να προχωρήσει σε μορφή αναγνώρισης; Είτε, λοιπόν, η Τουρκία θα πρέπει να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία είτε η Κυπριακή Δημοκρατία και ο Πρόεδρος θα πρέπει να ασκήσουν βέτο. Ή, εάν δεν ασκήσουν βέτο, θα αποδεχθούν, έστω και σιωπηρώς, την τουρκική πολιτική λογική της «εκλιπούσας».

Νέα κεφάλαια, η περί λύσης αντίληψη και οι τουρκικές υποχρεώσεις

Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του ανοίγματος νέων τουρκικών ενταξιακών κεφαλαίων. Η Λευκωσία έχει διατυπώσει την εξής θέση, η οποία δεν είναι παράλογη. Αντιθέτως, είναι ορθή και λογική: Εάν δεν υπάρξει λύση, δεν θα ανοίξουν νέα κεφάλαια. Η ορθότερη θέση θα έπρεπε, όμως, να ήταν η ακόλουθη: Εάν η Τουρκία δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, δηλαδή εάν δεν ομαλοποιήσει τις σχέσεις της με την Κυπριακή Δημοκρατία και δεν την αναγνωρίσει, δεν θα ανοίξει κανένα ενταξιακό κεφάλαιο.

Ποια είναι η ποιοτική διαφορά της δεύτερης από την πρώτη θέση; Με την πρώτη, δηλαδή περί της λύσης ή της μη λύσης, η ευθύνη μπορεί να βαραίνει και τις δύο πλευρές, δηλαδή και την Κυπριακή Δημοκρατία και την Τουρκία, ενώ με τη δεύτερη, το βάρος και την ευθύνη για το άνοιγμα ή όχι νέων κεφαλαίων φέρει η Άγκυρα, η οποία θα πρέπει να εφαρμόσει στην πράξη τις υποχρεώσεις της, και δη εκείνη για την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ούτως δε ή άλλως, η θέση του Επιτρόπου Χαν ήταν ορθή νομικά, αλλά στρέφει τις πιέσεις προς τη Λευκωσία.

Είπε ο Επίτροπος Χαν ότι οι τεχνοκράτες έχουν μεν θέσει σε εφαρμογή τις διαδικασίες για το άνοιγμα νέων τουρκικών ενταξιακών κεφαλαίων, αλλά τον τελευταίο λόγο έχουν τα κράτη-μέλη, σε επίπεδο Διακυβερνητικής. Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι πρόδηλο ότι εάν προχωρήσουν οι διαδικασίες και είναι έτοιμη η Τουρκία για το άνοιγμα κεφαλαίων, χωρίς να έχει επιλυθεί το Κυπριακό, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα βρεθεί ενώπιον πιέσεων.

Ειδικώς, κάτι τέτοιο θα συμβεί, εάν οι εταίροι θέλουν να συνεχίσουν να εξευμενίζουν την Άγκυρα για τους δικούς τους λόγους και δη για να γλυτώνουν από τον μπελά του προσφυγικού και από το γεγονός ότι, ώς το τέλος της υφιστάμενης θητείας του Ευρωπαϊκού Κολεγίου, αλλά και εν συνεχεία, η Άγκυρα δεν βλέπει, εκ των πραγμάτων, ούτε ένταξη στην ΕΕ ούτε καν ειδική σχέση. Και η λεγόμενη σύνδεση της λύσης του Κυπριακού με το άνοιγμα τουρκικών ενταξιακών κεφαλαίων μπορεί να αναδειχθεί στην ακόλουθη λογική: Οι εταίροι μας δεν θα διστάσουν να δώσουν ως δώρο στην Τουρκία μια λύση δικών της προδιαγραφών, με αποκλίσεις που θα καταστούν τμήμα του κοινοτικού κεκτημένου στη βάση πρωτογενούς δικαίου, για να εξευμενίσουν την Άγκυρα, επειδή δεν θα πάρει την επόμενη πενταετία ή και δεκαετία πλήρη ένταξη ή ακόμη και ειδική σχέση.

Το πρόβλημα με την Ελλάδα

Η άσκηση πιέσεων ήταν εμφανής τον περασμένο Μάρτιο, στην έκτακτη Σύνοδο των Αρχηγών κρατών και Κυβερνήσεων με την Τουρκία για το προσφυγικό. Αντί οι εταίροι να ασκούν πιέσεις επί της Τουρκίας για να ομαλοποιήσει τις σχέσεις της με την Κυπριακή Δημοκρατία και να την αναγνωρίσει, ως προϋπόθεση για να ανοίξουν τα ενταξιακά κεφάλαια της Άγκυρας, ασκούνταν πιέσεις επί της Λευκωσίας. Και αυτό διότι, εκτός των άλλων, ο Ειδικός Σύμβουλος του ΓΓ του ΟΗΕ στην Κύπρο Έσπεν Μπαρθ Έιντε ισχυριζόταν στην ΕΕ επί μακρόν ότι το Κυπριακό ήταν λυμένο και ότι τα δημοψηφίσματα ήταν προγραμματισμένα για τις 26 Μαρτίου και, ως εκ τούτου, θα ήταν εύκολο το άνοιγμα των τουρκικών ενταξιακών κεφαλαίων.

Εάν δεν αναγνωρίσει η Τουρκία την Κυπριακή Δημοκρατία πριν από την εφαρμογή του θέματος για την ακύρωση της βίζας ώς τον Ιούνιο, η Λευκωσία θα πρέπει να θέσει βέτο, αλλιώς θα θεωρεί εαυτήν ως εκλιπούσα.

Εάν, όμως, θέσει βέτο, τη νύφη την πληρώνει η Ελλάδα, στην περίπτωση που η Τουρκία κάνει πράξη τον εκβιασμό της και δεν συνεχίσει την εφαρμογή της συμφωνίας για το προσφυγικό.

Οι Τούρκοι έχουν μελετήσει τις κινήσεις τους. Και επιδιώκουν να παροπλίσουν το κυπριακό βέτο μέσω Αθηνών. Ερώτημα: ποιες εναλλακτικές επί τούτου επιλογές έχουν Αθήνα και Λευκωσία; Να σιωπήσουν και να αφήσουν την τουρκική πολιτική της εκλιπούσας Κυπριακής Δημοκρατίας να εφαρμοστεί μέσω ΕΕ, ή να παλέψουν από τώρα εντός της ΕΕ; Είναι, πάντως, πρόδηλο ότι, εάν δεν υπάρξουν θεαματικές αλλαγές, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα παίξει με τα χέρια δεμένα, εκτός και αν αλλάξει από τώρα στρατηγική και ξεκαθαρίσει τη θέση του, ειδικώς για το θέμα της κατάργησης της βίζας, την οποία θα πρέπει να συνδέσει με την ομαλοποίηση των σχέσεων Τουρκίας-Κυπριακής Δημοκρατίας και την αναγνώριση από την Άγκυρα. Υπάρχει, βεβαίως, και η άλλη εξέλιξη. Να περάσει το θέμα στο ντούκου.

Ως, δηλαδή, να μην είναι αναγκαία η εξομάλυνση των σχέσεων της Τουρκίας με την Κυπριακή Δημοκρατία για την εφαρμογή της συμφωνίας για την κατάργηση της βίζας και την αλλαγή του καθεστώτος εισόδου των Κύπριων πολιτών στην Τουρκία. Αυτή θα είναι μια «ιδανική» για την Κυβέρνηση εξέλιξη. Δηλαδή να περάσει η ιστορία στα μουλωχτά.

Το κυπριακό βέτο…

Τα ανωτέρω γράφονται υπό μορφήν προβληματισμών επί τη βάσει δεδομένων, για να αντιμετωπιστούν. Διότι, τους λανθασμένους χειρισμούς ή τις παραλείψεις δεν τις πληρώνει η Κυβέρνηση, αλλά όλοι. Γι' αυτό, θα επιμείνουμε στην καταγραφή διλημμάτων, αφού άλλωστε η Λευκωσία έχει να αντιμετωπίσει άλλα δύο σημαντικά προβλήματα, τα οποία θέτουμε υπό μορφήν ερωτημάτων:

1. Θα ασκήσει η Κυπριακή Δημοκρατία βέτο στο θέμα για την ακύρωση της βίζας, γεγονός που θα οδηγήσει την Ελλάδα σε νέες αρνητικές εξελίξεις στο προσφυγικό; Διότι, εάν δεν εφαρμοστεί η συμφωνία για το προσφυγικό, η Ελλάδα θα βρεθεί σε δεινή θέση. Και η Κύπρος θα εμφανιστεί ως αιτία της νέας αποσταθεροποίησης, ενώ η Τουρκία θα κερδίζει στη βάση του διαίρει και βασίλευε. Το ζητούμενο δεν είναι να φτάσουμε στο κυπριακό βέτο ή στο δίλημμα αν θα ασκηθεί ή όχι, αλλά στην οικοδόμηση μιας πολιτικής, που θα μεταφέρει και την ευθύνη και τα διλήμματα στους τουρκικούς ώμους. Και αυτό σημαίνει μια συνεπή πολιτική Αθηνών και Λευκωσίας, μέσω ΕΕ, που θα καθιστά σαφές ότι: Εάν η Τουρκία δεν εφαρμόσει τις κυπρογενείς της υποχρεώσεις, όπως είναι η ομαλοποίηση των σχέσεων με την Κυπριακή Δημοκρατία, ούτε ακύρωση βίζας θα δοθεί στην Τουρκία ούτε κεφάλαια θα ανοίξουν.

2. Θα ασκηθεί βέτο από τη Λευκωσία, και με αποτέλεσμα να τεθεί σε κίνδυνο η διαδικασία των συνομιλιών; Άρα, αντί η Κυπριακή Δημοκρατία να αξιώσει από την Τουρκία αναγνώριση, θα σιωπήσει για να μη χαλάσει το «καλό κλίμα» των συνομιλιών, το οποίο, όμως, οδηγεί πού; Πάντως, όχι στην αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Άγκυρα, αλλά στην αντικατάστασή της από δύο ισότιμα συνιστώντα κράτη, εκ των οποίων το ένα θα είναι το ψευδοκράτος.

Υπό αυτές τις συνθήκες γίνεται πρόδηλο πως η Τουρκία μελετά ακόμη και τις λεπτομέρειες, όταν υιοθετεί και εφαρμόζει μια πολιτική. Γίνεται, όμως, και κάτι άλλο κατανοητό: Η πολιτική της Λευκωσίας και δη οι κυπρογενείς υποχρεώσεις, εάν δεν ενταχθούν σε πολιτική και στρατηγική, ώστε να γίνουν πράξη, θα συνεχίσουν να είναι λάβαρο εσωτερικής κατανάλωσης. Στην πράξη, η σημαία μοιάζει να έχει υποσταλεί… Η εικόνα που δίδεται προς τον λαό είναι ότι δεν υπάρχει σχέδιο Β και εναλλακτική επιλογή, και άρα θα πρέπει να αποδεχθούμε έναν «έντιμο συμβιβασμό». Μια λύση δύο συνιστώντων κρατών. Αληθές όμως είναι ότι: Αυτή η λύση δεν είναι καν «έντιμου συμβιβασμού», αλλά η τουρκικών και βρετανικών προδιαγραφών διχοτομική φόρμουλα, όπως εκπονήθηκε από το 1956. Υπάρχει περί τούτου πλούσιο αρχειακό υλικό, ακόμη και για τους άπιστους Θωμάδες…