Η ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΤΟΥ AKP ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΚΡΑΙΩΝ ΕΘΝΙΚΙΣΤΩΝ Ο ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΑΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ

Η λογική της προβοκάτσιας και του ανέντιμου παιχνιδιού αποτελούσε ανέκαθεν αναπόσπαστο μέρος της φύσης του τουρκικού στρατογραφειοκρατικού βαθέος κράτους

«ΟΥΤΕ στο παρελθόν η τουρκική κυβέρνηση προέβη στις κατάλληλες έρευνες για τις βομβιστικές επιθέσεις του Ισλαμικού Κράτους εναντίον των Κούρδων», καταγγέλλει ο Ντεμιρτάς


Σε τεντωμένο σχοινί βαδίζει η Τουρκία, λίγο πριν από τις κρίσιμες εκλογές Νοεμβρίου, με το εσωτερικό μέτωπο να βρίσκεται σε αναβρασμό, έπειτα από τη χειρότερη τρομοκρατική επίθεση στην ιστορία της χώρας στις 10 Οκτωβρίου, που στοίχισε τη ζωή σε 128 άτομα κουρδικής καταγωγής. Ενώ η κυβέρνηση έχει υποδείξει το Ισλαμικό Κράτος και το PKK ως τους κύριους υπόπτους της τρομοκρατικής επίθεσης, πολλοί διεθνείς αναλυτές, καθώς και κομμάτι της τουρκικής κοινής γνώμης εξακολουθούν να πιστεύουν ότι πίσω από τη διπλή βομβιστική επίθεση κρύβεται το βαθύ κράτος της Τουρκίας.

Το γεγονός αυτό ξύπνησε παλιές πληγές-μνήμες που ταλανίζουν τη χώρα εδώ και δεκαετίες, και σχετίζονται με τις προβοκατόρικες ενέργειες Τούρκων εθνικιστών. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος έχουν πικρή γεύση των προβοκατόρικων αυτών ενεργειών της Τουρκίας, που οδήγησαν στις μελανότερες στιγμές της ιστορίας του σύγχρονου Ελληνισμού: Την εκδίωξη του ελληνικού πληθυσμού της Πόλης και τις διακοινοτικές ταραχές στην Κύπρο, που οδήγησαν τέλος στην τουρκική εισβολή του 1974.

Ανατροπή του κλίματος

Τα θύματα της επίθεσης της Άγκυρας ήταν σε μεγάλο βαθμό υποστηρικτές του κουρδικού κόμματος ΗDP, που είχε μαζευτεί στην Άγκυρα για τη διεξαγωγή μιας ειρηνικής πορείας, πριν από εθνικές εκλογές την 1η Νοεμβρίου. Η έκρηξη βόμβας είναι η τρίτη πρόσφατη εναντίον συλλαλητηρίου του κουρδικού κόμματος, αφού προηγήθηκαν άλλες δυο στο Ντιγιαρμπακίρ και στο Σουρούτς. Υπενθυμίζεται ότι στις αρχές του μήνα, το PKK δήλωσε έτοιμο να κηρύξει μονομερή εκεχειρία, ούτως ώστε να μην υπάρχει πολεμικό κλίμα στο τουρκοκρατούμενο Κουρδιστάν, ενόψει των επερχόμενων εκλογών. Εντούτοις, αυτό ανησύχησε τους Ερντογάν-Νταβούτογλου, που είχαν στηρίξει όλη σχεδόν την προεκλογική τους ρητορική εναντίον των Κούρδων, επιδιώκοντας τη συσπείρωση του αποδιοργανωμένου AKP αλλά και την ικανοποίηση των Τούρκων εθνικιστών.

Επομένως, η ανατροπή του κινήματος ειρήνης αποτελούσε τη μοναδική διέξοδο, προκειμένου να επιτευχθούν οι εκλογικοί στόχοι του AKP. Ο ίδιος, μάλιστα, ο ηγέτης των Κούρδων Σ. Νεμιρτάς κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι έχει βάψει με αίμα τα χέρια της, αφού ούτε στο παρελθόν προέβη στις κατάλληλες έρευνες για τις βομβιστικές επιθέσεις του Ισλαμικού Κράτους εναντίον των Κούρδων.

Το υπερ-εθνικιστικό υπόβαθρο

Όπως πολύ σωστά έχει επισημάνει η έγκυρη ακαδημαϊκή ιστοσελίδα «The Conversation», όλες οι ενδείξεις για τη βομβιστική επίθεση κατά των Κούρδων παραπέμπουν στο λεγόμενο «βαθύ κράτος» της Τουρκίας. Το βαθύ κράτος (derin Devlet στα τουρκικά) αποτελεί ουσιαστικά ένα υπερ-εθνικιστικό δίκτυο, που αποτελείται από στρατιωτικούς και μέλη της κρατικής ασφάλειας, καθώς και μέλη της κοινωνίας των πολιτών. Αυτά τα δίκτυα υποτίθεται ότι δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, με σκοπό την καταπολέμηση των ανατρεπτικών κομμουνιστικών στοιχείων στο εσωτερικό της Τουρκίας.

Έκτοτε, η τουρκική κυβέρνηση αρνείται τη συμμετοχή της σε ορισμένα από τα πιο βίαια επεισόδια της επιχείρησης κατά της εξέγερσης του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο ανέλαβε ένοπλο αγώνα για αυτονομία από τη δεκαετία του 1980 και του 1990.

Εν τω μεταξύ, υπάρχει η ισχυρή πεποίθηση ότι τα εθνικιστικά αυτά δίκτυα αναπτύσσουν ειδικές ομάδες, με σκοπό τη δολοφονία ηγετικών στελεχών των Κούρδων. Αυτές οι ομάδες οργανώθηκαν σε μικρούς πυρήνες, και πιστεύεται ότι είναι άμεσα υπόλογες στον στρατιωτικό τομέα, ο οποίος στρατολογεί όλα τα στοιχεία του υποκόσμου από το οργανωμένο έγκλημα, την αστυνομία ή τις υπηρεσίες ασφαλείας, λειτουργώντας φαινομενικά με έναν αυτόνομο τρόπο.

«Νύκτα των κρυστάλλων» στην Πόλη

Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή στο Κυπριακό, έχει σημασία να υπενθυμίσουμε ότι τη δεκαετία του ΄50, ειδικές μονάδες του τουρκικού στρατού, υπό την καθοδήγηση του τότε Υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Φατίν Ρουστού Ζορλού, προχώρησαν στη δημιουργία ειδικών στρατιωτικών μονάδων, οι οποίες είχαν μια διπλή αποστολή: Την καλλιέργεια αφενός ακραίων εθνικιστικών φρονημάτων στους κόλπους της τουρκικής κοινωνίας και αφετέρου την ένοπλη υποστήριξη της τουρκοκυπριακής ηγεσίας. Αρχικά, στις 5 Σεπτεμβρίου του 1955, οι συγκεκριμένες μονάδες προχώρησαν σε μια σειρά από προβοκατόρικες ενέργειες στη Θεσσαλονίκη, όταν Τούρκοι πράκτορες τοποθέτησαν οι ίδιοι βόμβα στο τουρκικό προξενείο και στο σπίτι του Μουσταφά Κεμάλ.

Αποτέλεσμα αυτής της προβοκατόρικης επίθεσης ήταν να εξαγριωθούν τα τουρκικά πλήθη και να ξεχυθούν στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης, πραγματοποιώντας πογκρόμ κατά των Ελλήνων, πυρπολώντας σπίτια, καταστήματα, εκκλησίες, σχολεία και νεκροταφεία, με 27 νεκρούς, εκατοντάδες τραυματίες, πέραν των 200 βιασμών και κακοποίηση κληρικών. Έπρεπε ωστόσο να περάσουν δέκα χρόνια, μετά το πραξικόπημα του 1960, για να παραδεχθεί η τουρκική κυβέρνηση τον σκοτεινό ρόλο που διαδραμάτισε το βαθύ κράτος στα τραγικά εκείνα γεγονότα.

Οι προβοκάτσιες στην Κύπρο

Έπειτα, την περίοδο 1958-1963, ειδικές δυνάμεις και πράκτορες της Τουρκίας, οι οποίες βρίσκονταν σε άμεσο συντονισμό με την εθνικιστική πτέρυγα της τ/κ κοινότητας στο νησί (ΤΜΤ), τοποθέτησαν βόμβα στα τεμένη της Λευκωσίας, υποδαυλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τις δικοινοτικές συγκρούσεις μεταξύ Ε/κ και Τ/κ. Χαρακτηριστικό περιστατικό αποτελεί η βομβιστική επίθεση στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών το 1958.

Όπως έχει επίσημα αποκαλυφθεί από τον πρώην Βρετανό διπλωμάτη William Mallinson, όταν ο Ντενκτάς κατέφθασε σε ελάχιστο χρόνο στη σκηνή, δήλωσε στον περιφερειακό διοικητή και τον υποδιοικητή της Αστυνομίας οι οποίοι ήταν παρόντες: «Ε, λοιπόν, πήγαμε γυρεύοντας». Ερωτηθείς, τότε, εάν γνώριζε τι είδους βόμβα ήταν, εκείνος συμφώνησε ότι επρόκειτο περί τουρκικής βόμβας. Μάλιστα, ο ίδιος ο περιφερειακός διοικητής δήλωσε ότι ο Ντενκτάς είπε αυτολεξεί:

«Φυσικά και είναι τουρκική βόμβα». Επιπλέον, σύμφωνα με τη μαρτυρία ενός αξιωματικού της ΤΜΤ, ο οποίος ήταν παρών, δήλωσε ότι ο Ντενκτάς είπε: «Πήγαμε γυρεύοντας. Οι Έλληνες δεν θα τολμούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο. Αυτήν τη φορά το παρατραβήξαμε. Δεν μπορώ να το σταματήσω».

Εκδίωξη των Ελλήνων της Πόλης

Το τουρκικό ρεπουμπλικανικό κόμμα CHP, εκμεταλλευόμενο την αναταραχή στο Κυπριακό και την όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων έπειτα από τα επεισόδια στην Πόλη, κατάφερε μετά το πραξικόπημα του 1960 να επανέλθει στην εξουσία, με σκοπό να πετύχει τους στόχους του, που δεν ήταν άλλοι από την εκδίωξη του ελληνικού στοιχείου από την Κωνσταντινούπολη. Έκτοτε, ασκήθηκαν αφόρητες πιέσεις που οδήγησαν στο κλείσιμο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και την οριστική διάλυση των ελληνικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων σε Ίμβρο και Τένεδο. Επιπλέον, ο τότε πρωθυπουργός της Τουρκιας Ισμέτ Ινονού προχώρησε, στα μέσα της δεκαετίας του 1960, στην απέλαση των Ελλήνων υπηκόων από την Τουρκία και την παράλληλη δήμευση των περιουσιών τους.

Το βρόμικο παιγνίδι στη Συρία

Όσον αφορά τώρα τη Συρία, υπενθυμίζεται ότι στις 26 Μαρτίου του 2014, κυκλοφόρησε στο youtbe μια απόρρητη συζήτηση με ημερομηνία 14 Μαρτίου, μεταξύ του αρχιτέκτονα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής Αχμέτ Νταβούτογλου, του νυν Υπουργού Εξωτερικών Σινιρλίογλου και του πρώην αρχηγού της μυστικής υπηρεσίας (ΜΙΤ) της Τουρκίας Φιντάν και τότε Υπαρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων Γ. Γκουρέλ. Αντικείμενο της συζήτησης ήταν η δημιουργία μιας αφορμής, ούτως ώστε μια τουρκική επίθεση κατά της Συρίας να μπορεί δικαιολογηθεί στα μάτια της κοινής γνώμης ως πράξη «αυτοάμυνας».

Κατά τη διάρκεια της μυστικής αυτής συνάντησης, ο νυν Πρωθυπουργός Νταβούτογλου δήλωσε ότι ο Ερντογάν του είπε ότι αφορμή για την τουρκική ανάμειξη στο Συριακό θα μπορούσε να αποτελέσει μια «επίθεση» σε έναν τάφο μέσα στη Συρία, ο οποίος, με βάση μιά συνθήκη του 1921, αποτελεί τουρκικό κυρίαρχο έδαφος και φρουρείται από Τούρκους στρατιώτες.

Ο λόγος επέμβασης θα αποκτούσε στα μάτια της τουρκικής και ευρύτερης μουσουλμανικής κοινής γνώμης έναν μανδύα ηθικής νομιμοποίησης, αφού εκεί υποτίθεται ότι είναι θαμμένος ο Σουλεϊμάν Σάχης, παππούς του Σουλτάνου Οσμάν, ιδρυτή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τις απόψεις αυτές του Ερντογάν συμμερίστηκε και ο τότε Αργηγός της ΜΙΤ Φιντάν, ο οποίος φέρεται να δήλωσε: «Θα στείλω 4 άνδρες μέσα στη Συρία, εάν αυτό είναι που χρειάζεται. Θα κατασκευάσω την αφορμή για πόλεμο, διατάζοντας μία πυραυλική επίθεση κατά της Τουρκίας. Μπορεί επίσης να οργανώσουμε μια επίθεση εναντίον του τάφου του Σουλεΐμάν Σάχη».

Η προβοκάτσια με τα χημικά

Η όλη συζήτηση, την οποία μπορεί κάποιος εύκολα να εντοπίσει στο διαδίκτυο πληκτρολογώντας «Τurkey false flag operation», αποκαλύπτει επίσης τον ρόλο της Τουρκίας ως πολεμικού τροφοδότη των ακραίων ισλαμιστών του ISIS, αυτών τους οποίους τώρα οι Ερντογάν και Νταβούτογλου κατηγορούν για την βομβιστική επίθεση εναντίον των Κούρδων στην Άγκυρα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το ίδιο διάστημα ο γνωστός πολεμικός ανταποκριτής Σέιμουρ Χερς αποκάλυψε στο περιοδικό «London Review of Books», ότι η Τουρκία συντόνιζε μια επίθεση με χημικά στη Συρία, με στόχο να αναγκάσει την κυβέρνηση Ομπάμα να εμπλακεί στον πόλεμο, τηρώντας τη δέσμευση για «κόκκινη γραμμή» στη χρήση χημικών όπλων από το καθεστώς Άσαντ.

Η τραγική σύμπτωση

Συμπερασματικά, η λογική της προβοκάτσιας και του ανέντιμου παιχνιδιού αποτελούσε ανέκαθεν αναπόσπαστο μέρος της φύσης του τουρκικού στρατογραφειοκρατικού βαθέος κράτους, το οποίο σχεδίαζε επιχειρήσεις ανάλογα με τους στόχους που επιδίωκε. Η χρήση των «εντάσεων» αποτελεί πάγια στρατηγική των τουρκικών κυβερνήσεων, και αξιοποιείται συχνά ως πολιτικό εργαλείο, με σκοπό την εκπλήρωση των εσωτερικών και εξωτερικών στόχων της χώρας.

Το τραγικό σημείο της πρόσφατης επίθεσης, σύμφωνα με τον πρώην πράκτορα της ΕΥΠ Σάββα Καλεντερίδη, συνοψίζεται στο ότι ο βομβιστής αυτοκτονίας στην Άγκυρα, είναι κατά πάσα πιθανότητα ο Yunus Emre Alag?z, μεγάλος αδελφός του ?eyh Abdurrahman Alag?z, o οποίος, ως βομβιστής αυτοκτονίας κι αυτός, ευθύνεται για τη δολοφονία 33 νεαρών Κούρδων στο Σουρούτς, στις 20 Ιουλίου 2015, γεγονός που πυροδότησε τον πόλεμο του τουρκικού κράτους εναντίον του ΡΚΚ.